Μια φρέσκια κάθοδος των περφεξιονιστών από το Milton Keynes είναι ένας σημαντικός λόγος και μια βαριά προοπτική για να αναλογιστεί κανείς πριν και μετά τα μέτρα και σταθμά που ζωντανεύουν από μια ομάδα μουσικών που έχει βάλει πολλά και παράτολμα στοιχήματα. Επιπλέον δέλεαρ στην προοπτική αποτέλεσε η παρουσία δυο ακόμα σχημάτων που έκαναν τις συνολικές εντυπώσεις από την παλέτα του μοντέρνου σκληρού ήχου ευρύτερες και προκλητικές.
Με τη σημαντική λεπτομέρεια της τήρησης του προγράμματος, μιας πρόκλησης που επιτέλους πρέπει να γίνει αυτονόητη και στη χώρα μας, το τρίο των Αυστραλών The Omnific στάθηκε απέναντί μας με βρετανική ακρίβεια στις 20:30. Η μπάντα από τη Μελβούρνη έχει την ιδιαιτερότητα να αποτελείται από δυο μπασίστες και έναν ντράμερ. Οι Matt Fackrell και Toby Peterson-Stewart ανοίγονται στις δυο άκρες της σκηνής και ο Jerome Lematua πίσω από το drum set μοιάζει να έχει αναλάβει την επικοινωνιακή αποστολή τους. Το σχήμα είναι ενεργό από το 2016 και παίζει μια ιδιαίτερη οργανική μουσική που συγκεντρώνει στοιχεία από fusion, jazz, math και djent. Άψογα κουμπωμένοι μεταξύ τους, αποδίδουν τις συνθέσεις τους απλώνοντας έναν απρόσμενα πλούσιο και ενδιαφέροντα ήχο, καθώς περιοδικά το ένα μπάσο αναλαμβάνει να οδηγήσει ηγετικά κύριες μελωδίες και το άλλο να καθορίζει και να δυναμώνει τους ρυθμούς.
Ο συνολικός ήχος εμπλουτίζεται και από προηχογραφημένα θέματα στα keyboards και κάποια beats, που δίνουν τον αέρα στον ιδιαίτερα κοινωνικό ντράμερ Jerome να σηκωθεί από το καρεκλάκι του, να βγει μπροστά με την εξωτική του βερμούδα και να μας προτρέψει συχνά πυκνά σε έναν ανέμελο χορό.
Είναι αλήθεια πως στη συνολική αίσθηση των Αυστραλών, ο ρυθμός και η τεχνική βγαίνουν κάπως πιο μπροστά από τις διαθέσεις των τραγουδιών, και οι συνθέσεις έχουν έναν έντονα κινητικό χαρακτήρα, μέσα όμως στον οποίο υπάρχουν τα χαρίσματα μιας ζηλευτής τεχνικής και οι ευαισθησίες κάποιων ευγενικών μελωδιών. Στο σύντομο set list τους θεωρώ πως κατάφεραν να ιντριγκάρουν το κοινό, και με την τολμηρή τους προσέγγιση να σπρώξουν τους πιο περίεργους στη στουντιακή τους δουλειά.
Μετά τις γρήγορες αλλαγές στον εξοπλισμό της σκηνής οι Παριζιάνοι Novelists, ένα κουιντέτο με χαρακτηριστικά μοντέρνο σκληρό ήχο και ανάλογη κατεύθυνση πήραν τη θέση τους απέναντι στον κόσμο που είχε πυκνώσει αρκετά. Ορμώμενοι από τα χωράφια του μελωδικού metalcore, τους βρίσκουμε πια στη σημερινή τους μορφή, και με την προσθήκη της εξαιρετικής τραγουδίστριας Camille Contreras το 2023, έχουν αναδυθεί πολλές παράμετροι που τους απομακρύνουν αισθητά από τις κοφτερές άκρες του ιδιώματος. Η έναρξη της δράσης τους βρίσκεται πίσω στο 2013 με πρωτοστάτες τους αδερφούς Durand.
Οι Novelists του 2025 ποντάρουν ξεκάθαρα πολλά στη σημασία της μελωδίας, τα τραγούδια τους έχουν djent, post ακόμα και pop στοιχεία, και σε μια όμορφη ροή τραγουδιών που μεταφέρουν με κρυστάλλινο ήχο τις ελκυστικές φωνητικές γραμμές της Camille υπάρχουν ελεγχόμενα τραχύτερα ξεσπάσματα που υπενθυμίζουν τους δεσμούς και την μακρινή μάλλον πια του metalcore. Αισθητά δεμένοι και με ευδιάκριτο ήχο απέδωσαν μια σειρά τραγουδιών που τράβηξαν την προσοχή πολλών θεατών για διαφορετικούς λόγους, και μοιάζει να τοποθετούνται σταθερά σε αυτό το πάνθεο των μοντέρνων μουσικών που συμφιλιώσουν συγκρουόμενες εντυπώσεις με επιτυχία. Σημαντικό όπλο στη συνολική εντύπωση η φωνή της Camille, που είναι πειστική και δυνατή σε όλες τις εκφάνσεις της, η κινητική παρουσία της μπάντας, και η θετική τους αύρα που αναδύει πίστη στο συνολικό εγχείρημα. Τέσσερα άλμπουμ και δυο EP αργότερα, φαίνονται ικανοί να κάνουν την υπέρβαση και να απασχολήσουν περισσότερα ζευγάρια αυτιών.
Το προνόμιο και η κατάρα των TesseracT από το μακρινό πια 2003, όταν οι ανταλλαγές απόψεων σε μουσικά φόρουμ έφερε κοντά τους ιδρυτές τους, ήταν η ασύγκριτη ωριμότητα από το πρώτο βήμα. Όταν κοιτάξεις για πρώτη φορά τον κόσμο από μια κορυφή, δεν γίνεται να βολευτείς με την κορνίζα της πεδιάδας. Για περισσότερα από είκοσι χρόνια πια, οι Άγγλοι προκαλούν τους εαυτούς τους σε μια δύσβατη και πυκνοκατοικημένη περιοχή ήχων, να υπερβούν, να ταξιδέψουν μακρύτερα αλλά να μείνουν ουσιαστικοί, ειλικρινείς και εκφραστές όλων αυτών των ιδιαίτερων μορφών των συναισθημάτων τους.
Κάπως έτσι είναι και το στοίχημα των ζωντανών τους εμφανίσεων. Οι Tesseract είναι αδιαπραγμάτευτα και με κάθε λεπτομέρεια προνοητικοί, επινοητικοί, σχεδιάζοντας με συνέπεια ακόμα και το δεδομένο τους στήσιμο στη σκηνή. Όταν πατήσουν τα πόδια τους στη σκηνή, αρχίζει να μετρά ο χρόνος για μια συνολική συμμετοχή σε μια δεδομένη παράσταση. Πίσω από τους ήχους και τους συντονισμούς, υπάρχει η υποταγή σε μια δεδομένη διάθεση, συμπεριφορά, διαχείριση και έκφραση. Κανείς δεν πρόκειται να βγει στιγμή από το κουκούλι αυτής της ιδεατής φωλιάς που δημιουργεί η σύμπραξη της μουσικής με τους στίχους.
Όσοι είδαν τους εαυτούς τους να μεγαλώνουν με τα άλμπουμ τους, ήταν αδύνατο να μην ταυτίσουν εσωτερικές μάχες, διεργασίες, αλλαγές, δοκιμασίες με μια μουσική που κοίταξε μπροστά με σθένος και δεν φοβήθηκε να αλλάξει. Όλα αυτά μας προσφέρθηκαν για άλλη μια φορά από μια πάνοπλη συμμορία μουσικών ζωντανά, πάνω στον αδιάψευστο μάρτυρα της σκηνής, που δεν λανθάνει ποτέ. Αναμενόμενα αγκιστρωμένοι στο τελευταίο τους φιλόδοξο έργο, “War Of Being”, βούτηξαν στην πληθώρα εντυπώσεων, μεταστροφών και λεπτομερειών που περιέχει το απαιτητικό υλικό του με έξι επιλογές. Από την αποστομωτική έφοδο του “Natural Disaster” μέχρι το χορταστικό κτήνος του ομότιτλου τραγουδιού που έκλεισε τον κύκλο αναφοράς στο άλμπουμ, οι πέντε μουσικοί πάλεψαν με το υλικό τους αλλά και τις ιδέες πίσω από τους ήχους με μια απίστευτη ακρίβεια και δύναμη. Η συνέπεια της απόλυτης άφεσης στον κόσμο των συνθέσεων, η διαχειριστική ευελιξία του Tompkins και η συνολική αύρα της μπάντας ήταν και πάλι μια συντριπτική εμπειρία. Το πιο έρημο σκοτάδι του “Sonder” εξακολουθεί να γεμίζει σεβαστές διαδρομές χρόνου, και το δηλητηριώδες “King” χτύπησε στα κεφάλια μας αδυσώπητα. Η funk/djent παιχνιδιάρικη διάθεση του “Juno” παραμένει το ίδιο συναρπαστική και η εξέλιξή του μια από τις πιο συμπυκνωμένες της καριέρας τους.
Το εκπληκτικό με τους TesseracT είναι πως αυτή η αμφίσημη βαρύτητά τους αποκτά ζωντανά μια σχεδόν βιβλική διάσταση. Με την στήριξη ενός εξαιρετικού ήχου, το κουιντέτο γύριζε τις σελίδες του σαν μια μηχανή που όμως μπορεί να αφήνει τις δίπλες του συναισθήματος να ανασαίνουν ανάμεσα και πάνω στα πολυρυθμικά υποστυλώματα των τραγουδιών. Τα χίλια πρόσωπα του Tompkins έπεισαν πως τελικά η μάσκα σκίστηκε και ο εαυτός του πρωταγωνιστή έμεινε εκτεθειμένος απέναντι στο κοινό, αποκαλυπτικός, άφοβος, έτοιμος να πέσει στη μάχη.
Οι TesseracT άλωσαν τις αισθήσεις μας με εμφανή πρόθεση, με μηχανορραφίες μεγάλων καλλιτεχνών, με τακτικές μιας σύγχρονης μουσικής αρένας στην οποία αιωρείται η αγωνία της καλλιτεχνικής επιβίωσης. Ένα από τα σπουδαιότερα, πιο επιδραστικά, και αυτόφωτα σχήματα της εποχής μας άφησε στο σανίδι το ισάξιο αποτύπωμα της ζωντανής του ενσάρκωσης, σε μια νύχτα που είχε μόνο μια ένσταση: τη μάλλον μικρή διάρκεια της εμφάνισής τους. Βέβαια, όσο και να κρατούσε, θα θέλαμε περισσότερο.
TesseracT setlist:
Natural Disaster
Echoes
Of Mind – Nocturne
Tender
Sacrifice
King
Smile
The Arrow
Legion
War Of Being
Juno
Encore:
Concealing Fate Part I: Acceptance
Φωτογραφίες-Βίντεο: Δημήτρης Ζαμπός