SHOTGUN SAWYER: “Shotgun Sawyer”

ALBUM

Όταν έχεις γαλουχηθεί με τους προπάτορες των blues, τους ακρογωνιαίους λίθους της σκηνής των 60’s και 70’s, ενώ έχει εμποτιστεί στην ψυχοσύνθεσή σου το αμερικάνικο πνεύμα της ελευθερίας (όχι αυτό της ελεύθερης αγοράς, αλλά της διαρκούς αναζήτησης και κίνησης), τότε η δημιουργία ενός σχήματος όπως οι Shotgun Sawyer, με ένα πολύ θελκτικό για το «μέσο» αυτί αμάλγαμα μουσικών επιρροών και ηχητικού αποτελέσματος, είναι μονόδρομος.

Το μουσικό ταξίδι, που επιχειρεί να επανασυνδέσει το σύγχρονο ακροατήριο με τις αμερικανικές μουσικές ρίζες των blues και του hard rock, ξεκίνησε πριν από μια δεκαετία περίπου, με το “Thunderchief” να κυκλοφορεί το 2016 και το “Bury The Hatchet” το 2019. Από την ίδρυση τους κιόλας, το σχήμα «όργωσε» τις ΗΠΑ με περιοδείες (ειδικά τη Δυτική Ακτή) ενώ το 2018 πραγματοποίησαν και μια ευρωπαϊκή περιοδεία. Το τελευταίο τους ομώνυμο πόνημα, “Shotgun Sawyer”, κυκλοφορεί από τη Ripple Music και αναμένεται να προσελκύσει τα ευήκοα ώτα των απανταχού φίλων τoυ blues και heavy rock ιδιώματος.

Το τριμελές σχήμα από την μικρή πόλη Auburn της Καλιφόρνια, σε μια περίοδο ανακατατάξεων και επαναπροσδιορισμού κατά τη φάση της πανδημίας, με την αποχώρηση του ντράμερ David Lee το 2021, μπήκε σε μια παρατεταμένη περίοδο αδράνειας. Η προσθήκη, όμως του Cody Tarbell (ex. Slow Season και Westing) πίσω από τα τύμπανα, έφερε το σχήμα σε νέα εποχή, με νέα όπλα στη μουσική του φαρέτρα, περισσότερη όρεξη κι έμπνευση. Το “Shotgun Sawyer”, σηματοδοτεί αυτό το νέο ξεκίνημα.

Το album ηχογραφήθηκε στα Earth Tone Studios του Σακραμέντο, υπό την επίβλεψη και τη φροντίδα του Patrick Hills, και χαρακτηρίζεται με τα πρώτα κιόλας ακούσματα, από μια ζεστασιά – οικειότητα και μια «ακατέργαστη» ποιότητα στο ήχο που είναι δυσεύρετη σ’ αυτό το επίπεδο στις μέρες μας. Η παραγωγή καταφέρνει ν’ αναδείξει το αυθεντικό blues – rock ύφος του συγκροτήματος, προσδίδοντας την αίσθηση της ζωντανής ηχογράφησης, στοιχείο που τους χαρακτηρίζει σ’ όλη τους την πορεία. Μια εξαιρετική απόδοση έκφρασης του παρελθόντος με σύγχρονα μέσα.

Τα 9 τραγούδια του album (πρωτότυπες ή διασκευασμένες συνθέσεις) είναι διαλεγμένα και σταχυολογημένα προσεκτικά, κι αντικατοπτρίζουν με συναισθηματικά «φορτισμένο» κλίμα, τις αγωνίες, τους αγώνες και τις αναζητήσεις του frontman Dylan Jarman, προσφέροντας παράλληλα στον ακροατή μια έντονη ενσυναίσθηση της βιωματικής ροής της μουσικής τους έκφρασης. Η στιχουργική του δεξιοτεχνία είναι εμφανής, καθώς συνδυάζει τη μελαγχολία με την ελπίδα, απελευθερώνοντας έναν συναισθηματικό ρεαλισμό που απηχεί από τις καθημερινές καταστάσεις. Η αλητεία κι η περιπλάνηση συναντούν την ευγένεια και το ήθος των αγωνιστών της καθημερινότητας.

Η αίσθηση ενός ακατάπαυστου ηχητικού déjà vu δημιουργείται από τις επαναληπτικές ακροάσεις του album, με τη blues αισθητική κυρίαρχη και δεσπόζουσα, να συναπαντά το κλασικότρoπο hard rock και το καλιφορνέζικο rock ‘n’ roll, όπου είναι απαραίτητο. Από το εναρκτήριο “Cock N’ Bull”, του αντισυμβατικού τόνου, να δίνει το σύνθημα και να καθηλώνει, το “Master Nasty” να μας μυεί στην περιπέτεια της ψυχεδέλειας των 60s με τους Zeppelin, αλλά και τους Beatles να δίνουν το στίγμα τους εδώ (εντάξει τώρα, θυμίζει Helter Skelter), μέχρι το πιο μελαγχολικό και στοχαστικό “Tired”, το Shotgun Sawyer, είναι μια δισκογραφική δουλειά απολαυστική μέχρι την τελευταία νότα.

Οι θιασώτες του blues – rock θα το λατρέψουν, οι υπόλοιποι θα το τιμήσουν τα μάλα.

Είδος: Blues Rock, Hard Rock, Rock ‘n’ Roll
Δισκογραφική: Ripple Music
Ημ. Κυκλοφορίας: 6 Δεκεμβρίου 2024

Facebook
Bandcamp
Instagram  
Spotify

Avatar photo
About Παναγιώτης Σπυρόπουλος 91 Articles
Γεννήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 70 και μεγάλωσε στα Δυτικά της Αθήνας, γαλουχημένος με ρεμπέτικα και λαϊκά από το σπίτι, κλασική / λόγια μουσική στα ωδεία, τον σκληρό ήχο μιας οργισμένης κι επαναστατημένης εφηβείας, τα blues σε μια περίοδο ανώριμης εξέλιξης και από progressive metal ηχοτοπία σε φάση περισυλλογής. Προσπαθεί να ισορροπήσει σ’ ένα αντεστραμμένο κόσμο, απαλλαγμένος από τη δικτατορία των πεποιθήσεων των άλλων. Δε θα ερμηνεύσει την τέχνη στους δημιουργούς της, αλλά θα μοιραστεί τις εντυπώσεις που αποκόμισε μ’ ένα ευρύτερο κοινό.