Πέντε χρόνια μετά τα ανακουφιστικό “Vapor Trails” του 2002, που επανέφερε το γκρουπ στη δημιουργία, αφού ο Neil Peart πάλεψε με την τραγωδία της απώλεια της κόρης του και της γυναίκας του, οι Καναδοί πρωτοπόροι Rush επιστρέφουν με το 18ο στούντιο άλμπουμ τους, την Πρωτομαγιά του 2007, το “Snakes & Arrows”.
Αφού ολοκληρώθηκε η περιοδεία τους με τον τίτλο “R30: 30th Anniversary” τον Οκτώβριο του 2004, το συγκρότημα έκανε ένα διάλειμμα ενός έτους, κατά τη διάρκεια του οποίου συμφώνησαν να ξεκινήσουν τη δουλειά για το επόμενο άλμπουμ τον Ιανουάριο του 2006.
Ο δίσκος ηχογραφήθηκε σε πέντε εβδομάδες με τον συμπαραγωγό Nick Raskulinecz, έναν δηλωμένο οπαδό του γκρουπ, τον οποίο ενέκρινε τελικά κάθε μέλος για την προσέγγιση και την τεχνική του. Περιέχει τρία instrumental κομμάτια, τα περισσότερα σε οποιοδήποτε άλμπουμ των Rush. Οι εργασίες για το άλμπουμ ξεκίνησαν πράγματι τον Ιανουάριο του 2006 και τα μέλη του συγκροτήματος υιοθέτησαν τη συνήθη μέθοδο γραφής τους, με τον Lee και τον Lifeson να τζαμάρουν σε νέες μουσικές ιδέες, ενώ ο Peart δούλευε μόνος στους στίχους. Αντί να εργάζονται στον ίδιο χώρο, αυτή τη φορά ο Lee και ο Lifeson εργάστηκαν από τα στούντιο των σπιτιών τους στο Τορόντο και σταδιακά διαμόρφωσαν τις ιδέες τους σε μορφοποιημένα τραγούδια. Στιχουργικά, η ύπαρξη του καλού και του κακού μέσα μας, οι διαπροσωπικές σχέσεις, ο πόλεμος, η πίστη και η ζωή στα όρια είναι τα θέματα τα οποία κυριαρχούν στο “Snakes & Arrows”. Σημαντική είναι η αίσθηση της επιμονής και της θέλησης για επιβίωση κόντρα σε όλη την αρνητικότητα που μας περιβάλλει, που σφραγίζει το φινάλε του δίσκου.
Το “Snakes & Arrows” με την αισθητή συμβολή του Raskulinecz, είναι μια φρέσκια, ζωντανή, ανανεωμένη δημιουργική προσφορά του μεγάλου τρίο, με καταπληκτικό ήχο και το συνηθισμένο πνευματικό βάθος τους.
1969- Η Καναδή τραγουδίστρια/συνθέτης Joni Mitchell κυκλοφορεί το δεύτερο άλμπουμ της, που τιτλοφορείται “Clouds”. Η ίδια υπήρξε και η κύρια παραγωγός του, ενώ ζωγράφισε και την αυτοπροσωπογραφία της στο εξώφυλλο. Είναι ένα άλμπουμ με αρκετές αντισυμβατικές αρμονίες και κυρίως ερωτικά τραγούδια.
1972- Το ομότιτλο “Jeff Beck Group” είναι το τέταρτο και τελευταίο στούντιο άλμπουμ από τους Jeff Beck Group και το δεύτερο άλμπουμ με τη σύνθεση των Jeff Beck, Bobby Tench, Clive Chaman, Max Middleton και Cozy Powell. Η παραγωγή του άλμπουμ έγινε από τον Steve Cropper και συχνά αναφέρεται σαν το “Orange Album”, λόγω του πορτοκαλί χρώματος που εμφανίζεται την κορυφή του εξωφύλλου.
1985- Οι Γερμανοί Avenger κυκλοφορούν το μοναδικό τους άλμπουμ, με τον τίτλο “Prayers Of Steel”. Στη συνέχεια μετονομάζονται σε Rage και η εξέλιξη της ιστορίας είναι γνωστή.
1987- Οι pop ήρωες της εργατικής τάξης στη Γλασκώβη, Deacon Blue. κυκλοφορούν το ντεμπούτο τους άλμπουμ με τον τίτλο “Raintown”, με τον τεράστιο γερανό Finnieston, όπου υπέγραψαν το δισκογραφικό τους συμβόλαιο, να φιγουράρει στην ασπρόμαυρη φωτογραφία του Oscar Marzaroli στο εξώφυλλο του άλμπουμ. Το υπέροχο “Dignity” παραμένει, όχι άδικα, μέχρι σήμερα η σημαία του άλμπουμ και ένα ιδανικό δείγμα της μουσικής τους προσέγγισης: το όνειρο ενός οδοκαθαριστή να συνταξιοδοτηθεί και να πάρει ένα μικρό σκάφος για να ταξιδεύει στη θάλασσα, είχε στην πραγματικότητα την αφετηρία του στις διακοπές του τραγουδιστή/συνθέτη Ricky Ross στην Ελλάδα, όταν το έγραψε με την επίδραση της ρακής, όπως αναφέρεται και στους στίχους.
Την ίδια χρονιά οι thrashers από το Bay Area, Heathen, κυκλοφορούν το ντεμπούτο άλμπουμ τους, “Breaking The Silence”, από την Combat Records, και οι πωλήσεις του φτάνουν τα 100.000 αντίτυπα παγκοσμίως.
1990- Οι thrashers από την Αριζόνα Flotsam and Jetsam φτάνουν στο τρίτο στούντιο άλμπουμ τους, το “When The Storm Comes Down”. Ήταν το τελευταίο άλμπουμ με τον Troy Gregory στο μπάσο, καθώς άφησε το συγκρότημα το 1991 για να ενταχθεί στους Prong. Ήταν επίσης το πρώτο άλμπουμ των Flotsam και Jetsam που κυκλοφόρησε στη MCA Records και το πρώτο που δεν περιλάμβανε συνεισφορές στη σύνθεση τραγουδιών από τον πρώην μπασίστα Jason Newsted, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν στους Metallica.
Το “When the Storm Comes Down” είδε τους Flotsam and Jetsam να παίρνουν διαφορετική κατεύθυνση, μουσικά και στιχουργικά, από τα δύο προηγούμενα άλμπουμ τους και είναι ο μοναδικός δίσκος του συγκροτήματος σε παραγωγή του Alex Perialas. Οι στίχοι τους στράφηκαν σε στοιχεία πολιτικού και κοινωνικού σχολιασμού, ενώ ο ήχος τους κινήθηκε σε έναν πιο προοδευτικό προσανατολισμό.
Την ίδια χρονιά, το “Fresh Evidence” είναι το ενδέκατο και τελευταίο στούντιο άλμπουμ του Rory Gallagher, το δέκατο τέταρτο άλμπουμ του συνολικά. Το άλμπουμ ήταν ασυνήθιστο καθώς ο Gallagher χρησιμοποίησε περισσότερους επιπλέον μουσικούς και ξόδεψε περισσότερο χρόνο στην ηχογράφηση από ό,τι συνήθως. Το άλμπουμ επηρεάζεται από την επιδείνωση της υγείας του και ασχολείται με θέματα κακής υγείας και θνησιμότητας, και ως συνήθως, τα τραγούδια δείχνουν την αγάπη του για καλλιτέχνες της μπλουζ όπως ο Robert Johnson και ο Son House.