CRIPPLED BLACK PHOENIX: “I, Vigilante”

ALBUM TRIBUTE

Η επικείμενη εμφάνιση των Crippled Black Phoenix στην Αθήνα, στις 23 του Νοέμβρη στο Fuzz Club, αποτέλεσε την ιδανική αφορμή για μια πολλοστή “επίσκεψη” στη δισκογραφία τους. Όχι ότι χρειάζομαι κάποιο ιδιαίτερο σκούντημα για να ακούσω το μουσικό τους έργο, καθώς η έως τώρα πορεία τους έχει να επιδείξει μόνο κορυφές και στιγμές αξιοπρέπειας, χωρίς να υπάρχει κάποια κηλίδα μετριότητας έως τώρα. Η βρετανική μουσική κολεκτίβα με μπροστάρη τον Justin Greaves, φτιάχνει τραγούδια και ήχους που μιλάνε στο βαθύ υποσυνείδητο και διεγείρουν το συνειδητό με τους βαθιά πολιτικοποιημένους και ριζοσπαστικούς στίχους της. Ένα συγκρότημα που δεν φοβάται να πάρει ευθαρσώς θέση απέναντι στις αδικίες που συμβαίνουν γύρω μας και ακουμπούν τους συνανθρώπους μας, τη φύση και τα πλάσματα που περικλείει.

Αυτές οι ξεκάθαρες και αταλάντευτες φωνές, σπανίζουν στις μέρες μας και αποτελεί βασικό λόγο που οι CBP έχουν κερδίσει τον αμέριστο θαυμασμό μου. Αγαπώ το μουσικό τους έργο στην ολότητα του, αλλά το “I, Vigilante” έχει μια περίοπτη θέση στην προσωπική μου ιεραρχία, καθώς αυτός ο δίσκος με πρωτοέμπασε στο μαγικό τους σύμπαν. Ηχογραφημένος στο SOA studio του βροχερού προαστίου Easton του Bristol, την περίοδο μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαρτίου του 2010, κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά μέσω της Invada Records, ένα μόλις έτος μετά το θρίαμβο του διπλού αριστουργήματος “The Resurrectionists & Night Raider” (2009). Συνεχίζοντας σε δαιμονιώδη φόρμα και με σπασμένα φρένα, προσθέτουν ένα ακόμα διαμάντι στη συλλογή τους. O Graves παρέα με τον Joe Volk (φωνή), τον εξαιρετικό κιθαρίστα Karl Demata (απώλεια η αποχώρηση του μετά το “White Light Generator” album), τη Daisy Chapman (πιάνο, φωνητικά), τη Charlotte Nicholls (τσέλο), τον Christian Heilmann (μπάσο), τον Danny Ashberry (Hammond) και Merijn Royaards (τύμπανα), δημιουργούν μουσική που χτυπάει “καρφί” στην καρδιά σαν βέλος του Γουλιέλμου Τέλλου.

Στο εσώφυλλο του δίσκου δεσπόζει το λατινικό ρητό: “Lupus pilum mutat, non mentem”, δηλαδή σε ελεύθερη μετάφραση: «Ο λύκος αλλάζει το τρίχωμά του, όχι το μυαλό του». Μια αγαπημένη φράση του Justin Graves, που καταπώς φαίνεται τον αντιπροσωπεύει όπως θα δούμε και στον τίτλο του επερχόμενου album τους “The Wolf Changes Its Fur but Not Its Nature”, το οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει από τη Season Of Mist στις 29 Νοεμβρίου. Καμιά εμπιστοσύνη λοιπόν στους ανθρωπόμορφους λύκους, που θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο για να επιτύχουν τον ανίερο σκοπό τους. Το album ανοίγει με το “Troublemaker”, όπου στιχουργικά καταπιάνεται με τη “Συνωμοσία της Πυρίτιδας” το 1605 στην Αγγλία. Εκείνη την εποχή μια ομάδα Καθολικών με προεξέχοντα τον Guy Fawkes, έναν Άγγλο στρατιώτη από το York, προσπάθησαν να δολοφονήσουν το βασιλιά Ιάκωβο Α’ της Αγγλίας, την οικογένειά του και πολλά μέλη της αριστοκρατίας, με την ανατίναξη των κτιρίων του Βρετανικού Κοινοβουλίου στο Λονδίνο κατά την έναρξη των συνεδριάσεων του Κοινοβουλίου στις 5 Νοεμβρίου 1605.

Αιτία αυτής της προσπάθειας, τα σκληρά μέτρα που είχε λάβει ο προτεστάντης βασιλιάς εναντίον των καθολικών υπηκόων του. Το σχέδιο προδόθηκε, τα μέλη της ομάδας συνελήφθησαν και ο Fawks μαζί με τους συνεργάτες του βρήκαν τραγικό θάνατο δια απαγχονισμού και διαμελισμό των σωμάτων τους. Σε ανάμνηση της “βασιλικής” επιτυχίας, καθιερώθηκε η ρίψη πυροτεχνημάτων και το κάψιμο ομοιωμάτων του Guy Fawks κάθε πέμπτη ημέρα του Νοέμβρη, όπου η ιστορία των νικητών μετέτρεψε τον πρωτεργάτη της αγγλικής αμφισβήτησης σε καρικατούρα του Ιούδα. Τέσσερις αιώνες αργότερα το αριστουργηματικό δυστοπικό comic art “V for Vendetta” των Alan Moore – David Loyd και η μετέπειτα επιτυχημένη κινηματογραφική του μεταφορά σε σκηνοθεσία James McTeigue και σενάριο των αδερφών Wachowski, ήρθε να αποκαταστήσει τη φήμη του θρυλικού επαναστάτη και να τον προσθέσει στα σύμβολα της αντίστασης απέναντι στην αυθάδεια της εξουσίας. Σε μουσικό επίπεδο, η Floyd-ική αύρα περιπλέκεται αρμονικά με τα post-rock and prog rock στοιχεία ορίζοντας το μουσικό πλαίσιο που κινείται ο δίσκος.

Ακολουθεί ένα από τα κορυφαία τραγούδια της δισκογραφίας τους. Μόνο με το “We Forgotten Who We Are” μέσα και το υπόλοιπο του δίσκου να περιέχει ηχογραφήσεις από τζιτζίκια και θροΐσματα φυλλωσιών, πάλι για αριστούργημα θα μιλάγαμε. Για τέτοιου εκτοπίσματος κομμάτι μιλάμε, αναπόσπαστο τμήμα άλλωστε των ζωντανών τους εμφανίσεων. Με στίχους ξυράφι όπως: “We’ve forgotten who we are. As men make their own history, still they know we are chained and bound by all the past traditions of dead generations….” ή το άκρως επίκαιρο “We exist through history. Inquiry and knowledge acquired by investigation….”, το μυαλό μπαίνει σε δημιουργική εγρήγορση. Παράλληλα το μουσικό υπόβαθρο, στέκεται ισάξιο των λέξεων. Ξεδιπλώνεται μεθοδικά, η ένταση αυξάνεται δραματουργικά στη διάρκεια του και κορυφώνεται με ένα ανεπανάληπτο κιθαριστικό solo στο τέλος. Αγωνία και λύτρωση μαζί σ’ ένα τραγούδι.

Τα εμβατηριακά drums, το τσέλο και το πιάνο στην αρχή του “Fantastic Justice” σε συνδυασμό με τα σχεδόν απαγγελτικά φωνητικά του Volk, ρίχνουν τους τόνους αρχικά, καθησυχάζοντας τον ακροατή. Μόλις παραδοθείς όμως στη σαγήνη του κομματιού, η ορχηστρική πανδαισία που ακολουθεί σε ξελογιάζει σαν το τραγούδι των ομηρικών Σειρήνων. Το αντιπολεμικό μήνυμα της μπάντας, γίνεται βροντερότερο στο “Bastogne Blues”, ένα 12-λεπτο έπος αφιερωμένο στη μάχη (ή πολιορκία) της Bastogne, στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Του κομβικότερου σημείου της Μάχης των Αρδεννών, όπου η τελευταία προσπάθεια αντεπίθεσης της Ναζιστικής Γερμανίας, ανακόπηκε το Δεκέμβρη του 1944 από τις Συμμαχικές Δυνάμεις. Προτρέπω και παραπέμπω στην εξαιρετική τηλεοπτική σειρά εποχής “Band of Brothers” (2001) και ειδικά στο αντίστοιχο επεισόδιο, όπου με ωμή ρεαλιστικότητα περιγράφονται οι θυσίες νέων ανθρώπων που ταξίδεψαν χιλιάδες μίλια μακριά από τις εστίες τους για να αφήσουν την τελευταία τους πνοή στο χιονισμένο βελγικό δάσος, βορά στην κτηνωδία του πολέμου.

Ο στίχος “I know brother, we fear, and our wives are not near, and your child’s unborn. Does here come the death?….”, περιγράφει συγκλονιστικά τη διαχρονική αγωνία του απλού στρατιώτη, μπροστά στο μακελειό και την καταστροφική μανία της πολεμικής μηχανής. Συναισθήματα που δυστυχώς πολλοί άνθρωποι βιώνουν ακόμα και σήμερα στα σύγχρονα πεδία των μαχών που έσπειραν εγκληματικές κυβερνήσεις και οι παρανοϊκοί ηγέτες τους. Μουσικά μιλώντας, έχουμε να κάνουμε με ένα ελεγειακό αριστούργημα, που σου μεταδίδει αυτούσια τα συναισθήματα της μελαγχολίας και της οδύνης των γεγονότων που περιγράφουν οι στίχοι. Τα έγχορδα (βιόλα, τσέλο, βιολί) που ακούγονται, προσδίδουν μια σινεματική διάσταση στο κομμάτι και απαλύνουν τους εφιάλτες, που το ίδιο δημιουργεί. Ανατριχιαστικό!

To φανερό tracklist του album κλείνει με μια διασκευή στο “Of A Lifetime”, από το ομώνυμο ντεμπούτο των Αμερικανών Journey, πίσω στο 1975. Όσον και αν προσκυνώ την κιθαριστική δεξιοτεχνία του Neal Schon στο πρωτότυπο, η προτίμησή μου γέρνει προς την πρόταση των CBP, καθώς τα φωνητικά της Daisy Chapman προσδίδουν μια ανατριχιαστική βαρύτητα στο εν λόγω τραγούδι. Από τις περιπτώσεις που οι μαθητές κοιτούν στα μάτια το δάσκαλο. Μη σηκώσεις τη βελόνα μόλις ρίξει την αυλαία το “Of A Lifetime”, καθώς ακολουθεί ως hidden track μια διασκευή στο “Burning Bridges”, των The Mike Curb Congregation. Ένα φαινομενικά αταίριαστο pop κομμάτι, για το οποίο γίνεται κατανοητή η επιλογή του μόλις αντιληφθείς ότι αποτελεί το θεματικό τραγούδι της αμερικάνικης comedy drama ταινίας “Kelly’s Heroes” (1970) (“Ήρωες με Βρώμικα Χέρια”, η ελληνική απόδοση του έργου) με πρωταγωνιστές τους Clint Eastwood, Telly Savalas και Donald Sutherland, και η οποία διαδραματίζεται στη Γαλλία του Β’ ΠΠ. Ειρωνικό κλείσιμο ματιού και ιδανική αποφόρτιση από το ζοφερά, δημιουργικό κλίμα του album.

Οι Crippled Black Phoenix, είναι από τα συγκροτήματα που δεν αφομοιώνονται μέσω ευκαιριακών ακροάσεων, αλλά διεκδικούν τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο και την αφοσίωση σου. Η ανταπόδοση όμως που θα λάβεις από τη μουσική τους είναι δεδομένη και συνάμα ανακουφιστική. Όσοι δεν τους έχετε δει ακόμα live (όσοι τους έχετε δει, ξέρετε τι πρέπει να κάνετε), δώστε μια ευκαιρία στον εαυτό σας και παρακολουθήστε την επερχόμενη εμφάνισή τους στη χώρα μας. Γίνετε βιωματικό μέρος της αλήθειας και της συναυλιακής τους μέθεξης. Με ευχαριστείτε αργότερα….

Avatar photo
About Γιώργος Μπατσαούρας 180 Articles
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ιερή Πόλη Μεσολογγίου, ενώ τα προεφηβικά του χρόνια τα πέρασε αντιγράφοντας ραδιοφωνικές εκπομπές και μουσικά albums σε ενενηντάρες TDK κασέτες. Ο ουρανός έπεσε στο κεφάλι του όταν πρωτοάκουσε το Use Your Illusion II των Guns N’ Roses και είδε το video της live εκδοχής του Child in time στο κρατικό κανάλι. Τα πρώτα του χαρτζιλίκια τα επένδυσε στα τοπικά δισκοπωλεία αγοράζοντας δίσκους (και από το εξώφυλλο μόνο…), ενώ με το πέρασμα του χρόνου τα μουσικά του ακούσματα επεκτάθηκαν over the rainbow σε περισσότερα hard rock, metal και desert μονοπάτια. Με τα ηχεία στα αυτιά και το κάθε είδος rock μουσικής στο κεφάλι αντιμετώπισε τις πραγματικές θαλασσοταραχές, αλλά και αυτές της ζωής. Τα hobbies του πέρα από το αδυσώπητο κυνήγι συναυλιών, αποτελούν τα ταξίδια μέσα από τις σελίδες του Ανυπότακτου Γαλάτη, του θαυμαστού κόσμου του Τόλκιν και των βιβλίων ιστορίας καθώς και η χωρίς ντροπή κατανάλωση b-movies με νεκροζώντανους. Στο τέλος της ημέρας επαναλαμβάνει σαν προσευχή τα λόγια του θείου Lemmy ‘’The Chase Is Better Than the Catch’’ και προσπαθεί την επόμενη να τα κάνει πράξη...