BLACKLIST: “Afterworld”

ALBUM

Μπορεί να ψάχνουμε ασταμάτητα και ανελέητα μουσική, κολυμπώντας σε έναν ωκεανό από δίσκους όλη μας τη ζωή, αλλά είναι γεγονός ότι τα πιο υπέροχα albums σε βρίσκουν αυτά, δεν τα βρίσκεις εσύ.

Λίγες μέρες πριν ξεσκονίσω οριστικά την λίστα (ναι, οι λίστες είναι λατρεία) με τα πιο αγαπημένας της χρονιάς, έπεσα πάνω στο “Afterworld” των Blacklist. Το όνομα μου ήταν γνωστό αφού λίγα χρόνια πριν, είχα ακούσει το ντεμπούτο της μπάντας από το Μπρούκλιν φευγαλέα. Μου είχε μείνει μια καλή εντύπωση από το “Midnight Of The Century”, αν και ποτέ δεν το αγόρασα ή επανέλαβα ακροάσεις. Όμως τώρα, με περίμεναν εκπλήξεις.

Οι Blacklist είχαν κυκλοφορήσει το πρώτο τους album πριν 13 χρόνια και εξαφανίστηκαν από την σκηνή. Το 2019 όμως, αποφάσισαν να επανέλθουν, κυρίως για να γιορτάσουν με ζωντανές εμφανίσεις την επέτειο των δέκα ετών από το release του “Midnight Of The Century”. Ευτυχώς, δεν έμειναν μόνο σε αυτό και φέτος ήταν η κατάλληλη στιγμή για το δεύτερό τους βήμα. Και τι βήμα.

Το “Afterworld” είναι χωρίς πολλά λόγια, τα απολαυστικότερα post-punk / darkwave / gothic rock 45 λεπτά που άκουσα φέτος. Η κατεύθυνση που επέλεξαν εδώ, είναι σαφέστατα πιο ελκυστική, πιο σκοτεινή, πιο μελαγχολική, πιο λυρική και απείρως πιο ατμοσφαιρική από αυτή του ντεμπούτου. Από τα δυόμιση σχεδόν ακουστικά λεπτά του εναρκτήριου “Fires Of Black November” μέχρι το ξεκάθαρα coldwave κλείσιμο του “Lovers In Mourning” η διαδρομή δεν είναι απλώς ενδιαφέρουσα, είναι εντυπωσιακή.

Δεν υπάρχει τραγούδι ή σημείο τραγουδιού που να κουράζει στο “Afterworld”. Αντιθέτως, η μπάντα λουσμένη σε κατάμαυρη έμπνευση, χαρίζει το ένα έπος μετά το άλλο: οι post-punk ύμνοι “The Final Resistance” και “Pathfinder” φέρνουν στο μυαλό τους Beastmilk και τους Interpol, το “Nightbound” θυμίζει τους The Cult του “Love”, τα πιο γοτθικά “Scarlet Horizon”, “In Shadow Light” και “Lovers In Mourning” αξίζουν όλα τα repeat του (απο)κόσμου, ενώ τα (ακόμα) πιο ατμοσφαιρικά “No Good Answers” και “A Stranger In This Century” συγκινούν απόλυτα, με τις Joy Division και And Also The Trees επιρροές τους.

Οι Blacklist επέστρεψαν σε καταπληκτική φόρμα. Ο δημιουργός της μπάντας Joshua Strachan δεν είναι χθεσινός και εκτός από τους εκφραστικότατους στίχους του που λειτουργούν ως μανιφέστο ανάμεσα στον ορισμό της αγάπης και τον αργό θάνατο της κοινωνίας και της πολιτικής, εκτός από την χαρακτηριστικότατη χροιά του (που μου θυμίζει τόσο έντονα David Sylvian και με συγκινεί τόσο πολύ για αυτό, γαμώτο), δίνει extra πόντους σε ένα ήδη υπέροχο album, εξαιτίας της ενασχόλησής του με πολλούς ήχους και επιρροές, από την Kate Bush και τους Clan Of Xymox μέχρι τους Ulver και τους Blut Aus Nord – επιρροές που ως αίσθηση, βίωσα στον ιδιαίτερο ήχο του σχήματος σε αυτό το δεύτερο δημιούργημα. Η παραγωγή είναι επίσης του Strachan, η μίξη έγινε από τον Sanford Parker (Darkthrone, YOB) ενώ το εξώφυλλο που άνετα είναι από τα ομορφότερα που είδα φέτος, ανήκει στον Adam Burke.

Το “Afterworld” δεν το βρήκα. Με βρήκε εκείνο. Και δεν σκοπεύει να με απελευθερώσει από την μαγεία του σύντομα, ενδεχομένως και ποτέ, αφού με ξεδίψασε πραγματικά από την σοβαρή λειψυδρία του dark rock ήχου που με τέτοιο πάθος, ένταση και έμπνευση δεν συναντώ εύκολα τελευταία. Και γι’αυτό ακριβώς, θα του χρωστάω. Για πάντα.

Είδος: Post-punk / Gothic rock / Dark rock
Δισκογραφική: Profound Lore Records
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 28 Οκτωβρίου 2022

Official Bandcamp page: https://blacklist-motcx.bandcamp.com

Avatar photo
About Σπύρος Χονδρογιάννης 59 Articles
Γεννημένος στην Αθήνα την χρονιά που οι Rush κυκλοφόρησαν δύο albums, αλλά και που ο Alice Cooper μας καλωσόρισε στον εφιάλτη του, δεν πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να λατρέψει τους Sabbath του Dio και του Tony Martin, τους Fates Warning και τους Sanctuary, τους Candlemass και τους Crimson Glory. 15 χρόνια μετά, τον συνεπήρε η ποίηση των The Mission, Fields Of The Nephilim, And Also The Trees και Nosferatu, ενώ ο απόλυτος συνδυασμός μελωδίας και μαυρίλας του συστήθηκε με φρέσκους, τότε, ήχους των Paradise Lost, My Dying Bride, Anathema, Elend και Katatonia. Ολοκληρώθηκε μόλις ανακάλυψε την μαγεία του David Bowie, του Scott Walker, του Neil Hannon και του Jarvis Cocker αλλά και του J-Rock/Visual Kei πολύχρωμου κόσμου πριν πατήσει τα πρώτα -άντα του. ‘Οταν δεν ασχολείται με τα εξαναγκαστικά βιοποριστικά που ποσώς τον ενδιαφέρουν, κρατάει τα drum sticks του και νιώθει λίγο σαν τους ήρωες του, Neil Peart και Mark Zonder, ενώ ο υπόλοιπος ελεύθερος χρόνος του είναι και πάλι μουσική, μουσική, μουσική - και κινηματογράφος, καθώς τον σπούδασε, όπως και videogaming, γιατί το ιδανικό μέρος να ζει κανείς είναι ξεκάθαρα το Silent Hill, όλοι το ξέρουν αυτό.