Articles – METALLICA: «Άδεια δεν απαιτείται»

ARTICLE

72 Seasons

Μένουν μερικές ημέρες (μία ημέρα λιγότερη για όσους επιλέξουν την κινηματογραφική προβολή του album την Μ. Πέμπτη 13 Απριλίου), για την πλήρη ακρόαση και αξιολόγηση του 12ου album της μεγαλύτερης (Οι «Προπάτορες» πάντα εκτός συναγωνισμού!) μπάντας που ανέδειξε ο «σκληρός ήχος».

Δεν είναι μόνο το μεγαλείο της μουσικής παρακαταθήκης, όπου (για να ικανοποιήσουμε και τους haters, περιοριζόμενοι στα πρώτα 5) μετρούν σπανίως (έως πολύ) επιτευχθέντα, τέσσερα δεκάρια και ένα εννιάρι (άντε, χαριστικά, λόγω έλλειψης μπάσου), σε ισάριθμα δημιουργήματα.

Είναι όμως, όπως πολύ σωστά μου είπε και ο φίλος Νίκος Κορέτσης σε κουβέντα, και η μοναδικότητα ως προς την προσμονή ενός ασύλληπτου μέρους κόσμου, που ανυπομονούν, ανεξαρτήτως τί λένε αρκετοί haters, για το κάθε επόμενο βήμα. Είναι αυτοί οι 3 εκατομμύρια θεατές σε μία εβδομάδα (ενδεικτικά, το “Hell on Earth” έχει κάτι παραπάνω από τους διπλούς σε ένα έτος) ή οι χιλιάδες σε μερικές στροφές του λεπτοδείκτη, που αγωνιούν ακόμα και τώρα για την επόμενη νότα που βγαίνει από την κιθάρα του «ψηλού», ακόμα και όταν δεν πλησιάζει καν τις δάφνες του παρελθόντος.

Δε θα κρυφτώ. Λόγω συγκυριών (;), «τρυφερής» παιδικής ηλικίας, τύχης ή «μουσικής συναστρίας», όταν κομβικά με μύησαν δεκαετία 1980 στη μουσική αυτή, δεν ξέρω τί ακριβώς ήταν, αλλά παραμένει το ίδιο ισχυρό, ενδόμυχο και «ακούνητο», σχεδόν ακλόνητο περίπου 40 χρόνια μετά.

Ο James Hetfield, για να ξεκαθαρίσω εξ αρχής συναισθήματα και σκέψεις, υπήρξε και παραμένει ένας παιδικός, μουσικός ήρωας, μία μουσική ιδιοφυία, που παρότι δεν είναι ο καλύτερος (ούτε καν στους 5 κορυφαίους μάλλον) τραγουδιστής, ομοίως ως κιθαρίστας (το δήλωσε πρόσφατα και ο ίδιος μάλιστα), είναι εκείνος ο μοναδικός (και από τους καλύτερους) riff master, εκείνος ο εξαιρετικός frontman, αυτός που πάντα είχε έναν μυστηριακό, «μαγικό» τρόπο να βρίσκει διόδους στα εσώψυχα, και να αγγίζει, με μεγάλα ή μικρά, σπουδαία ή ασήμαντα, με δυο-τρεις λέξεις. Η αγάπη λοιπόν για αυτήν την μπάντα, δύσκολα έως απίθανα «πλήγεται», ακόμα ακόμα και αν είχε ως drummer τον …. Ρούχλα από «Του Κουτιού τα Παραμύθια».

Μία τέτοια λοιπόν μουσική προσωπικότητα, που ψυχανεμίζομαι «κινεί τα νήματα» του δημιουργικού μέρους, ότι και αν αναγράφεται στα credits εκάστου κομματιού, μετά από το πέρασμα τεσσάρων δεκαετιών και πολλαπλών «πληγών» ψυχικά αλλά και «σωματικά», δεν αποζητά, αλλά και όσο εγωιστικά ακούγεται, δεν ενδιαφέρεται, στο «διάπλου» αμέτρητων «σκιερών υδάτων» να κάνει χατίρια ή να ικανοποιήσει όλα τα «απωθημένα» των συνοδοιπόρων σε συναυλιακούς ή ραδιοφωνικούς χώρους.

Αυτό έκανε και στο «χιλιοβομβαρδισμένο» “St. Anger” ή και στα “Metallica”, “Load” και “Reload”, αυτό νιώθω έχει κάνει και στο επικείμενο πόνημα, τουλάχιστον ως προσωπικό συμπέρασμα, εξ όσων έχουν δοθεί στη δημοσιότητα.

Το «χορό» λοιπόν, άνοιξε το “Lux Æterna”, μία σπανίας διάρκειας σύντομη σύνθεση, με τις διαμάχες παντού, για το αν είναι «κλώνος» κάποιου «παιδιού» του “Κill ’em All” ή άλλου των Diamond Head ή για την «χαμηλή συνεισφορά» του Hammett ως προς το solo. Οπωσδήποτε, πρέπει να έχει «ρίζες» στις πιο θετικές στιγμές του Hetfield, με συμβολισμούς όπως το «αιώνιο φως» και στίχους όπως “Full speed or nothing” και “Cast out the demons that strangle your life”. Άλλωστε και τη συγγραφή «δυνατών στίχων» και τη δημιουργία «ισχυρών εικόνων» ανέκαθεν, δεν μπορείς να μην του την πιστώσεις.


Ότι ισχύει ουσιαστικά και για το δεύτερο single, το “Screaming Suicide”, όπου επιλέγουν να καταπιαστούν με ένα σημαντικό και ταμπού θέμα, και να συνεισφέρουν με την ισχύ της επιρροής τους, προς τη θετική κατεύθυνση. Τί κι αν η συνήθης πρακτική, όπου κι αν ανατρέξει κάποιος, είτε σε σχόλια είτε σε δισκοσχολιασμούς, είναι η παράβλεψη της στιχουργικής (που είναι εξίσου καθηλωτική καλώς καμωμένη), ενώ η κουβέντα πάντα θα αναλώνεται μετά το κομβικό «μαύρο άλμπουμ», στο αν το πρώτο single μοιάζει ή θυμίζει το ντεμπούτο και το δεύτερο τα πιο σύγχρονα, «κατάπτυστα», για πολλούς, δημιουργήματα. Το συγκεκριμένο πάντως τελειώνει με ένα θετικά σημαντικό μήνυμα ζωής, βγαλμένο ενδεχομένως κι αυτό από εκείνη του δημιουργού του, σε στιγμές που απεμπόλησε ή νίκησε πιθανές σκέψεις….

“Now that I’m exposed inside
Shined a light on cyanide
I’m no longer needed here
Now you’ve faced your biggest fear”


“If Darkness had a Son”….. θα μπορούσε να ονομάζεται και James. Με τα βιώματα και την αυτοκαταστροφικότητα, συχνά και μοιραία «πέπλο» στη ζωή εξαιρετικά ταλαντούχων προσωπικοτήτων, ιστορικά ομοιάζει να επαναλαμβάνεται και εδώ, σαν οι «ερινύες» καιρό νικημένες να βρίσκουν λυτρωτική διέξοδο σε μία ακόμη δημιουργία. Στο πιο «σκοτεινό» από τα κοινοποιηθέντα (ακόμα και από το «βαρύγδουπο» προηγούμενο), εδώ όπου ακόμα μία φορά σε κάνει να ανατρέχεις σε λεξικό για τη στιχουργική του.

“Dragging home this heathen harvest
And all the children subjugated
Manipulated, propagated”

“The beast still shouts for what it’s yearning
He stokes the fire, desire burning
The never-ending quenchless craving
The unforgiving misbehaving

If darkness had a son, here I am
Temptation is his father
If darkness had a son, here I am
I bathe in holy water
Temptation, leave me be”


Η, πιθανότατα, τελευταία μας «σύσταση», προ κυκλοφορίας, με το νέο δίσκο, το ομώνυμο “72 Seasons”, συνοψίζει την ιδέα που έχει ήδη επικοινωνηθεί για τον τίτλο και την οπτική του album. Οι 72 εποχές, τα πρώτα 18 καθοριστικά χρόνια ζωής, συνυπολογιζόμενα με δηλώσεις ακόμα και φωτογραφίες που περιέχονται στο artwork του δίσκου, έχουν τη σημασίας τους στο συνολικό concept (όπως και σχεδόν τα πάντα στον οργανισμό Metallica), ίσως και σε συνάρτηση με την πρόσφατη δήλωση του «αέναου διασώστη» αυτής της μπάντας, Ulrich. Τα, ενδεχομένως, περίπου δέκα χρόνια που έχουν μπροστά τους, φαίνονται να άγονται από αυτές τις 72 εποχές, να περνούν από την επερχόμενη αποτύπωσή τους και να οδηγούν νομοτελειακά στο φινάλε μιας λαμπρής πορείας, μέσω ενός ή το πολύ δύο ακόμα, τελευταίων «ερμηνειών». Μουσικά και αυτό, όπως και τα άλλα, δε μπορούν να εκληφθούν από καλοπροαίρετους ως αδιάφορα ή fillers ή όπως αλλιώς κάποιος hater θα έλεγε.

“Wrath of man
Thrive upon
Feeding on
72 seasons gone

Feeding on the wrath of man”


Σαν στυλ, προφανώς δε θα είναι κάτι παραπλήσιο του «επτάχρονου», πλέον, “Hardwired… to Self-Destruct”. Μένει να δούμε αν κάπου, έχουν διατηρήσει τα στοιχεία εκείνου, όπως κάπως έχει γίνει στο “Lux Æterna”, ας πούμε. Κατά τα άλλα, συνεχίζουν να …. “Feeding on the wrath of man”, κάνοντας αυτό που γουστάρουν και έχουν κερδίσει δικαιωματικά, (τουλάχιστον) με τα πρώτα πέντε αριστουργήματα.

Υ.Γ.: Πριν κάποια χρόνια, τη βραδιά μιας λαμπρής και αξέχαστης εμφάνισης του Eric Adams στην Πλατεία Νερού, αντικρίζοντας το merchandise των Manowar, και κάτι εξωφρενικές τιμές (μαζί, πριν, και για κάτι δυσθεώρητα “meet & greet” πακέτα που είχαν ανακοινωθεί), κόντεψα να διπλώσω από τα γέλια, ενστικτωδώς, συνυπολογίζοντας κάτι μεγαλειώδεις αξίες που προπαγανδίζονται από τη μπάντα, όπως honour, faith, pride, true metal κ.α., (Βάστα γερά τεράστιε Blaze!).

Πρόσφατα, χωρίς να ευελπιστώ να φανεί λογικός ο τρόπος σκέψης μου, ένιωσα το ίδιο από τους Metallica, που, λόγω όσων έγραψα στην αρχή, με έκαναν να νιώθω «άκαμπτος» σε ό,τι και αν τους προσάπτουν τόσα χρόνια. Ίσως μάλιστα να είναι από τις ελάχιστες φορές, αν όχι η μόνη που με «ξενέρωσαν». Μία μπάντα που με το merchandise και την «στρατηγική» εκμετάλλευσή του και του brand name τους, αλλά και τα έσοδα από συναυλίες, έχει εξασφαλίσει ακόμα και τα εγγόνια του τελευταία αφιχθέντα Robert Trujillo, δε μπορεί να ζητά για εισιτήρια στον ειδικά διαμορφωθέντα χώρο, ποσά της τάξεως των 7. 000 δολαρίων, ακόμα και αν είναι για 7 άτομα, ακόμα και αν η φιλανθρωπική τους δράση και τα γρήγορα (όπως πρόσφατα) παρόμοια «αντανακλαστικά» είναι άξια μνείας. Περαιτέρω γκρίνια, θα έβγαινε και για την επικείμενη περιοδεία, μοναδική και αυτή, μικρής εκτάσεως και προορισμών δε, για κάτι τόσο ξεχωριστό.

Ελπίζω το “72 Seasons”, να είναι μία «αποζημίωση», όπως σχεδόν πάντα ήταν η μουσική τους….

English Version

Avatar photo
About Σταύρος Βλάχος 561 Articles
Born in a shiny, Athens West Coast’ s town …. την χρονιά που κυκλοφόρησαν κάποια «μνημεία» της metal και rock (“Let There Be Rock”, “Bad Reputation”, “Sin After Sin”, “Spectres” and “Love Gun”). Πορεύθηκε μεταξύ Metallica, Sepultura, Iron Maiden, Raw Silk, Sacred Reich, Black Sabbath, DIO, Whitesnake, Obituary, Led Zeppelin, Megadeth, Savatage, AC DC και Rainbow, πριν «χαθεί» στον «κόσμο» του Jim Matheos, των Fates Warning και φτάσει να «ανακαλύψει» τον «τόπο» καλύτερων ανθρώπων, μέσω των The Paradox Twin. Ευχαριστεί τον μεγαλοδύναμο που έχει ακούσει live τον DIO, τους Black Sabbath και τους AC DC εν έτει 2009 και που πιτσιρίκος «έλιωνε» τα αγαπημένα του “....And Justice for All”, “Parallels”, “Silk Under the Skin” και “Rust in Peace”. Η ζωή γίνεται ομορφότερη αν στοχάζεσαι ότι «Ἓν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα», και επιχειρείς να εφαρμόσεις το “Carpe Diem”, προσπαθώντας να παραμείνεις άνθρωπος, σε μία εποχή που αυτό φαντάζει η σημαντικότερη πρόκληση και η μόνη «επανάσταση». Αν η ζωή ήταν ταινία, θα έπρεπε να είναι ένα «μείγμα» του «Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών» και της «Λίστας του Σίντλερ» και να «εμποτίζεται» συνεχώς με την πανέμορφη εικονοπλασία του λόγου του Καζαντζάκη στο «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται». Τί κι αν έχει αντικρύσει ουρανούς σε ωκεανούς και πόσες θάλασσες, εκείνος ο μοναδικός, από το μπαλκόνι της παιδικής του ηλικίας στο ορεινό Ρωμανό κοντά στο Σούλι, θα παρέχει πάντα την σημαντικότερη, πιο «μεστή» γαλήνη ψυχής. Όταν δεν ψάχνει μουσικές, θα «σκάει» τη στρογγυλή «θεά», που «εκτόξευσε» ο goat MJ ή θα «ψυχοθεραπεύεται» πάνω σε μία “forty eight”, ατραπό για την «σωτηρία της ψυχής».