“Now this song is nearly over. We may never find out what it means.
Still there’s a light I hold before me. And you’re the measure of my dreams,
the measure of my dreams”.
Αν διάβαζε ο Shane μια τυπική αφήγηση των μουσικών του κατορθωμάτων, θα χασμουριόταν και θα έπινε ακόμα ένα ποτό. Αν σε αυτή την αφήγηση χρησιμοποιούσα παραπάνω από μια πρόταση για το περιβόητο “Fairytale of New York”, θα μου έριχνε μια δυνατή γροθιά, με προφανή στόχο να έχουμε παρόμοιες οδοντοστοιχίες.
Περήφανος για την ανθεκτική του μητέρα, που υπήρξε από μοντέλο, τραγουδίστρια, χορεύτρια παραδοσιακής ιρλανδικής μουσικής, μέχρι δακτυλογράφος σε μοναστήρι, και τον πατέρα του, έναν παράξενο αθόρυβο τύπο που μάλλον απολάμβανε τη μεταμφίεση του υπαλλήλου στα γραφεία ενός πολυκαταστήματος, καμώνονταν πως μεγάλωσε σε μια εναλλακτική οικογένεια, που με τη σειρά της ζούσε σε μια εναλλακτική κοινωνία.
Γεννημένος στο Kent από τους Ιρλανδούς μετανάστες γονείς του, έζησε σε διάφορα μέρη της νοτιοανατολικής Αγγλίας. Το 1971 άφησε το προπαρασκευαστικό σχολείο Holmewood House στο Langton Green του Kent, έχοντας μια υποτροφία για το σχολείο του Westminster. Μόλις στο δεύτερο έτος εκδιώχθηκε, όταν τον έπιασαν με ναρκωτικά στην κατοχή του. Πολύ πριν γίνει γνωστός για τα μουσικά του κατορθώματα, πήρε μια αλλόκοτη αίσθηση της δημόσιας έκθεσης: το 1976 σε μια συναυλία των The Clash, η μελλοντική μπασίστρια των Mo-dettes, Jane Crockford του προκάλεσε αιμορραγία στο λοβό του αυτιού του, και η φωτογραφία του αιμόφυρτου νεαρού Shane δημοσιεύτηκε στις τοπικές εφημερίδες με τον τίτλο “Κανιβαλισμός στη συναυλία των The Clash”.
Για ένα παιδί όμως που στα 12 χρόνια του διάβαζε Ντοστογιέφδκι, και στα 17 του έκανε το πρώτο του ξόρκι, ενώ βρισκόταν σε αποτοξίνωση για τον εθισμό του στα βάλιουμ, δεν ήταν και τόσο παράξενο. Ο ανήσυχος και ταλαντούχος Shane ήταν ένα σφουγγάρι που απορρόφησε επιρροές από τις ρίζες του, αλληθωρίζοντας και στη μουσική που ερχόταν από την Αμερική. Αρνιόταν πεισματικά την επιρροή των Άγγλων καλλιτεχνών και τη σύνδεση με την Αγγλία, και ταυτόχρονα ποτέ δεν αρνήθηκε τη σεισμική επίδραση που είχαν οι πρωτοπόροι folk rockers Sweeney’s Men στον ήχο και την κατεύθυνση των The Pogues.
Αν και ο στόχος του ήταν να λειτουργούν πρώτιστα σαν διασκεδαστές, τραγούδησαν επαναστατικά τραγούδια, τραγούδια αγάπης, τραγούδια για μετανάστες, κάνοντας τη μπάντα ένα εξέχον σημείο συνάντησης των συντρόφων του ιρλανδικού δημοκρατικού κινήματος με την Αγγλική εργατική τάξη και κυρίως τους ανθρακωρύχους. Εκεί που τα αγροτικά ιρλανδικά τραγούδια συνάντησαν το punk πνεύμα, υπήρχε ο Shane να αφηγηθεί εικόνες σκληρών ζωών με άφθονες λογοτεχνικές αναφορές. Το άλμπουμ “Red Roses for Me” έκλεψε τον τίτλο ενός έργου του Sean O’Casey. Το “Streams of Whiskey” αποτελούσε φόρο τιμής στον ποιητή και θεατρικό συγγραφέα Brendan Behan, ο οποίος όσο επέμενε να περιγράφει τον εαυτό του σαν “πότη με πρόβλημα γραφής”, τόσο έσπρωχνε τον Shane να ταυτιστεί μαζί του. Το ζοφερό χιούμορ του ήταν απόηχος του Flann O’Brien. Όλα αυτά είχαν ξεκινήσει, όταν κάπου στα 11 χρόνια του, ο πατέρας του είχε επιχειρήσει να του διαβάσει το “Finnegan’s Wake” του James Joyce.
Ο Shane έβαλε τον Yeats, τον Joyce και τον Beckett σε τραγούδια κακουχίας και εξαθλίωσης, έχοντας την απόλυτη εικόνα του μέθυσου, ναρκομανή , ξεδοντιάρη, ατημέλητου αντιστάρ που στεκόταν ακριβώς απέναντι στον γυαλισμένο, πολύχρωμο, επίπλαστα καλαίσθητο κόσμο του MTV και του Top of the Pops. Ο Shane έγινε ο George Best των μουσικών, και μυθικές ιστορίες άρχισαν να τον συνοδεύουν σε αυτό το χωρίς όρια ταξίδι της ζωής του.
Με αμέτρητες ιστορίες δημοσιογράφων που τον περιμένουν για ώρες στο μπαρ, και ακολουθούν περιγραφές με λερωμένα ρούχα, χαμένα δόντια, απερίγραπτο σαν ήχο γέλιο και κερασμένους γύρους στους θαμώνες της παμπ, δεν ήταν περίεργο που αποκαθήλωσε τα γιορτινά Χριστούγεννα με τη μεγαλύτερη επιτυχία τους, ένα ζοφερό τραγούδι τύψεων, μοναξιάς και αλκοόλ. Ο ίδιος συνήθιζε να λέει αφοπλιστικά για τις ιστορίες του: “δεν μπορούσα να πιστέψω πως κανείς άλλος δεν το έκανε, οπότε συνεχίσαμε να το κάνουμε εμείς”. Και είναι στα αλήθεια παράξενο πως ένας άνθρωπος ποτισμένος από την κουλτούρα που θεωρούσε ύψιστης σημασίας τη συζήτηση και τη συνομιλία, ήταν τόσο αφόρητα αντιεπικοινωνιακός με τους δημοσιογράφους. Ακόμα και ο επίσημος βιογράφος του, ο Richard Balls, παρομοίασε τη συνέντευξη μαζί του με ντοκιμαντέρ για την άγρια ζωή.
Οι ιστορίες του συχνά σκέπασαν τα σπουδαία τραγούδια του. Ο μύθος του ήταν τεράστιος. Στα τέλη των 80’s οι γιατροί του έδωσαν μόλις έξι εβδομάδες ζωής, και αυτός αψήφησε την επιστήμη. Κάποια στιγμή, μια αίθουσα γεμάτη με οδοντίατρους ξέσπασε σε χειροκροτήματα, όταν κατάφερε να φάει ένα μήλο μετά από επτά χρόνια χωρίς δόντια.
Τα 28 νέα δόντια του μνημονεύτηκαν σα το “Έβερεστ της οδοντιατρικής”, και η εννιάωρη διαδικασία εγκατάστασης καλύφθηκε από ένα ειδικό τηλεοπτικό πρόγραμμα, με τη συνοδεία της αγωνίας μήπως καταστρέψουν τη φυσιογνωμία του και ότι είχε απομείνει από τη φωνή του. Όμως το παιδί για το οποίο ο αστικός μύθος λέει πως του έδωσαν Guinness στα πέντε του χρόνια και ουίσκι στα οχτώ, είχε προδιαγεγραμμένη διαδρομή, γεμάτη εμπόδια, και με τα δικά του χρονικά όρια. Ταξίδευε δύσκολα και πολύ συχνά, οι αεροπορικές εταιρείες δεν του επέτρεπαν να μπει στο σκάφος. Όταν εκδιώχτηκε από τους The Pogues, το σχήμα ταξίδευε με ένα ιαπωνικό τρένο, και αυτός ανακαλύπτοντας τις απρόσμενες απολαύσεις του σάκε, έπεσε έξω από το βαγόνι και έχασε τις αισθήσεις του.
Πριν λίγα χρόνια έσπασε τη λεκάνη του σε ένα ατύχημα, και από το 2022 κυκλοφορούσε σε καροτσάκι. Οι κοντινοί του άνθρωποι έλεγαν συχνά πως έμοιαζε περισσότερο σαν να φοβάται το θάνατο και λιγότερο σα να αγαπά τη ζωή. Ο ίδιος όμως τους τελευταίους μήνες έλεγε συχνά πως θέλει να ζήσει και δήλωνε μετανιωμένος για πολλά από αυτά που τον έφθειραν ανεπανόρθωτα.
Σίγουρα θα είναι ήδη θυμωμένος, ενώ επαναλαμβάνουμε το λάθος να αφήνουμε τις μυθικές ιστορίες να σκεπάζουν τη μουσική του…
“Bury me at sea,
where no murdered ghost can haunt me.
If I rock upon the waves,
no corpse shall lie upon me.”