VANDENBERG: “Sin”

ALBUM

Θα χρειαστεί να βυθιστούμε αρκετά στο χρόνο για να ξεσκονίσουμε την αφετηρία της ομώνυμης μπάντας του Ολλανδού κιθαρίστα Adrian Vandenberg. Η πρώτη μορφή του σχήματος εμφανίζεται το μακρινό 1981, και το πρώτο ομότιτλο άλμπουμ τους, που ηχογραφήθηκε στο “Sol Studios”, το στούντιο του φοβερού και τρομερού Jimmy Page, τους χάρισε μια απρόσμενη και τη μεγαλύτερη επιτυχία τους, με το single “Burning Heart”, που είχε φτάσει μέχρι το Νο. 39 στο Billboard hot 100 των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η αρχική περίοδος του σχήματος ολοκληρώθηκε το 1985, με την κυκλοφορία τριών δίσκων με σταθερή hard rock κατεύθυνση. Ο Vandenberg εκείνο τον καιρό βρέθηκε να παίζει σαν καλεσμένος στο κλασικό “1987” των Whitesnake, μια πρόσκληση που εξελίχθηκε στη μόνιμη παρουσία του στο γκρουπ στουντιακά μέχρι και το “Restless Heart”. Από το 2014 μέχρι το 2017 κυκλοφόρησε νέο υλικό με το όνομα Vandenberg’s Moonkings, και το 2020 επιστρέφει στο όνομα “Vnadenberg” με τον όχι και τόσο εμπνευσμένο τίτλο “2020” για το άλμπουμ που τον βρίσκει με τον Ronnie Romero στο μικρόφωνο.

Έτσι καταλήγουμε σήμερα στο “Sin”, αυτή τη φορά με τον Mats Leven στα φωνητικά, τον Koen Herfst στα τύμπανα, και τον Randy van der Elsen στο μπάσο. Για να είμαι ειλικρινής, με τα πρώτα φωνητικά του μέρη, αυτή όλη η “Dio wannabe” αισθητική μου έδωσε μια ισχυρή εντύπωση πως ο Romero ήταν ακόμα στη μπάντα. Είναι άλλωστε μια αίσθηση που εμφανίζεται συχνά στη διαδρομή του δίσκου, καθώς ο Leven ελίσσεται φωνητικά ανάμεσα στον μεγάλο κοντό και τον Coverdale.

Το άλμπουμ είναι συνολικά σφιχτοδεμένο, με hard/ heavy rock παλιάς κοπής, με αντηχήσεις των Rainbow και των Whitesnake της ύστερης περιόδου. Αν προσθέσεις σε αυτό και μια γερή δόση της αλητείας της αντίστοιχης σκηνής του Los Angeles, που βάζει αυτό το αμερικανικό επίχρισμα στις συνθέσεις, όπως για παράδειγμα στο “House on Fire”, έχεις ολοκληρωμένη την πρόταση του “Sin”. Δεν επιχειρεί φυσικά να ξαφνιάσει ή να πρωτοτυπήσει, στοχεύει στο συγκεκριμένο κοινό και σίγουρα μεταφέρει και ισχυρές δόσεις νοσταλγίας μιας εποχής που το είδος ήταν προτεραιότητα στη μουσική αγορά. Η συνθετική ισορροπία το χαρακτηρίζει, μαζί με τις αντηχήσεις από το πέρασμα του Vandenberg από τους Whitesnake, και σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στο μελωδικό “Baby, You ‘ve Changed”, παίρνεις και το δικηγόρο μαζί σου για κάθε ενδεχόμενο. Μέσα σε μια φυσιολογική πυκνότητα των κλισέ του χώρου, τουλάχιστον 3-4 στιγμές υψώνονται αισθητά ψηλότερα από το σύνολο. Το εναρκτήριο “Thunder and Lightning”  μας δίνει μια πλήρη, επαρκή περιγραφή του ύφους του άλμπουμ, το επιβλητικό “Out of the Shadows” κλείνει επαρκώς τον κύκλο, ενώ το ομότιτλο δεν κρύβει τις ρυθμικές του αφιερώσεις στους Led Zeppelin, κάτι που πιθανά μεταδόθηκε από τις συνήθειες της μοντέρνας περιόδου των Whitesnake.

Και αν ο Ολλανδός αρχηγός είπε “αμαρτία, μια τόσο μικρή λέξη με τρία γράμματα, αλλά με πολύ περιεκτικό νόημα, τα πάντα από ένα αθώο ψέμα μέχρι έναν φόνο, και αξίζει ένα δυνατό, βαρύ, επικό τραγούδι να τη δικαιώσουμε”, η αλήθεια είναι πως έγραψε μερικά.

Με την ευστοχία της εμπειρίας του, έχουμε να κάνουμε με συγκεκριμένους ήχους για συγκεκριμένο κοινό. Μήπως αναφέρομαι σε αυτούς που περιμένουν ακόμα ένα άλμπουμ από τους Whitesnake, που δεν θα κυκλοφορήσει ποτέ;

Είδος: Hard Rock
Εταιρεία: Mascot Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 25 Αυγούστου 2023

Website: https://vandenbergband.com/
Facebook: https://www.facebook.com/vandenbergbandofficial/

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1188 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.