PADDY McALOON: 5 Πολύτιμες Αφιερώσεις Στον “Gandalf Του Durham”

TRIBUTES - ARTISTS

Με μια εμφάνιση που κέρδισε την περιγραφή σαν “ο Gandalf που ντύθηκε για τη Βουλή των Λόρδων”, ο Paddy McAloon σήμερα αντιμετωπίζει την περιορισμένη του πια όραση και ακοή (αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς και έντονες εμβοές) με τη στρατηγική μοναξιά του στούντιο. Πάνε δεκαετίες από τότε που αλαζονικά περιφρόνησε το dna ή τον θεό και αρνήθηκε από την αρχή της καριέρας του να γίνει jukebox, παίζοντας μόνο τη μουσική των Prefab Sprout ζωντανά. Υπήρξαν άλλωστε τελικά αρκετοί που θα έπαιζαν αργότερα τη δική του, επιστρέφοντας κάτι από εκείνο τον μαγικό κύβο καρδιάς και πνεύματος.

  1. ELVIS COSTELLO: “Cruel”

Το 1984 μια πλούσια συλλογή τραγουδιών που γράφτηκε σε μια περίοδο επτά χρόνων, εναρμονίστηκε υποδειγματικά από τον δημιουργό τους, για να αποτελέσουν το πρώτο άλμπουμ των Prefab Sprout, με τον τίτλο “SWOON”, ή για την ακρίβεια, “Songs Written Out Of Necessity”, κάτω από την ομπρέλα της Kitchenware Records. Μέσα από έναν ταπεινό προϋπολογισμό ο ταλαντούχος συνθέτης έδειξε τα δόντια του από την πρώτη στιγμή, με συναρπαστικές και ανορθόδοξες εναλλαγές συγχορδιών, μια φρέσκια σκεπτόμενη αναγωγή της pop προσέγγισης ακόμα και με funky υπαινιγμούς. Πέρα από τη μοναδική μουσική ταυτότητα του άλμπουμ, που απαιτεί και αξίζει την επιμονή κάποιου, ο Paddy αποκάλυψε και την απίθανη στιχουργική του προσέγγιση που πραγματικά ξεσκέπαζε μια άλλη ματιά και αντίληψη. Ο άνθρωπος που είχε τη νεανική αλαζονεία να γράψει στο ντεμπούτο του, ένα τραγούδι για τον  Αμερικανό παγκόσμιο πρωταθλητή του σκάκι Bobby Fischer, που αποτέλεσε μια εκκεντρική, αντισυμβατική και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, δεν δίστασε να σμιλεύσει κομψά, νοσταλγικά ρομάντζα με τίτλους  όπως “I Never Play Basketball Now” και “Technique”.

Όταν κυκλοφόρησε το “SWOON”, ο Elvis Costello είχε δηλώσει στο “Rolling Stone”, πως όλοι πρέπει να αγοράσουν αμέσως αυτό το άλμπουμ. Δεν έμεινε όμως μόνο σε αυτό, καθώς τους επέλεξε να ανοίξουν τις εμφανίσεις του εκείνη τη χρονιά, και διασκεύασε ζωντανά το “Cruel” από το άλμπουμ, γοητευμένος από την περίεργη αφήγηση των κινδύνων ενός ελαστικού, φιλελεύθερου άντρα που επιχειρεί να ισορροπήσει τις φεμινιστικές του πεποιθήσεις με τον παραδοσιακό ρομαντικό πόνο. Σε ένα άλμπουμ πλούσιο σε θέματα ενηλικίωσης και απογοήτευσης, ο Paddy φρόντιζε να έχει ένα βελούδινο post punk πλεονέκτημα που ξόρκιζε το δράμα και στόχευε σε ερωτήσεις που πολλοί άλλοι θεωρούσαν ασήμαντες. Η μυστηριώδης Emma Welles σφράγισε με τις γραμμές της το artwork του δίσκου, γράφοντας: “όταν μου ζήτησαν να γράψω μια εισαγωγή για την ηχογράφησή τους, σκέφτηκα, λοιπόν, γράψε κάτι σύντομο και γλυκό, όπως οι ίδιοι θα έλεγαν, όπως –οι λέξεις είναι τρένα που παίρνουν μακριά αυτά που πραγματικά δεν έχουν όνομα, αυτά είναι τραγούδια που γράφτηκαν χωρίς καμιά αναγκαιότητα, αυτό είναι το SWOON-,αλλά έμοιαζε πολύ “rock” και ξέρω πως δεν τους αρέσουν αυτά… είναι λοιπόν αργά και το ακούω πάλι για αμέτρητη φορά, ο σύζυγός μου πήγε για ύπνο εδώ και μια ώρα, όχι πως έχει κάτι με τους Sprouts, αλλά πρέπει να σηκωθεί νωρίς αύριο… δεν θα είμαι μαζί του για ακόμα 40 λεπτά τουλάχιστον… αυτό είναι το SWOON”.

Λίγο καιρό αργότερα αποκαλύφθηκε πως το “Emma Welles” ήταν ένα ψευδώνυμο του Paddy…

  • TOM SMITH (EDITORS) : “Bonny”

Μια αποθήκη 40-50 τραγουδιών πέρασε από τα αυτιά του μουσικού/παραγωγού Thomas Dolby που είχε δηλώσει στο ραδιόφωνο του BBC τον θαυμασμό του για το ντεμπούτο των Sprouts, και αυτοί δεν έχασαν την ευκαιρία να τον προσεγγίσουν. Με την πολύτιμη συνδρομή του, που έμοιαζε να ανοίγει το δρόμο για πολλούς προορισμούς, οι Prefab Sprout δημιούργησαν αυτό που για πολλούς αποτελεί το αξεπέραστο αριστούργημά τους, το δεύτερο μόλις άλμπουμ τους, με τον τίτλο “Steve Mc Queen”, τον Ιούνιο του 1985. Η πολύχρονη εμμονή του Paddy με τις μοτοσυκλέτες Triumph και η λατρεία του στην ταινία “The Great Escape” του 1963 με τον διάσημο ηθοποιό, έφεραν τον τίτλο αυτό αλλά και την ανάλογη φωτογράφηση στο εξώφυλλο. Οι Αμερικανοί το έμαθαν με τον τίτλο “Two Wheels Good”, όπως το κυκλοφόρησε η CBS για νομικούς λόγους.

Ο Paddy συνέχισε να εξαντλεί τις προσωπικές του νευρικές αφετηρίες, καθώς αποφάσισε οριστικά για τον τίτλο και το εξώφυλλο μετά από ένα όνειρο, έγραψε το “Faron Young” βασισμένος στην αντιπάθεια του Bowie στην country/western μουσική, ενώ στο “Bonny” προσποιήθηκε τη θλίψη που έκανε για χρόνια τους ανθρώπους να πιστεύουν πως είχε γραφτεί για το θάνατο του πατέρα του, ο οποίος όμως ήταν ζωντανός την εποχή  που γράφτηκε. Σμίλευσε το “Appetite” πάνω σε έναν σχεδόν hip hop ρυθμό σε ένα drum machine, ενώ εμπνεύστηκε το υπέροχο “Desire As” από μια φράση για την οποία δεν είχε την παραμικρή ιδέα πως κόλλησε στο μυαλό του, αλλά δεν ήθελε ποτέ να πει πραγματικά σε κάποιον: “ έχω έξι πράγματα στο μυαλό μου, δεν είσαι πια ένα από αυτά”.

Κάθε υπέρμετρος έπαινος εξαργυρώθηκε στα επόμενα χρόνια, όταν το άλμπουμ κατοχυρώθηκε σαν ένα αστραφτερό pop jazz αριστούργημα με τους δεδομένους πια ευφυείς στίχους του δημιουργού του, τις έξυπνες και όμορφες συγχορδίες του και τη μοναδική γλυκόπικρη ισορροπία σε συνθέσεις που έμειναν κλασικές. Πολλά τραγούδια του δίσκου διασκευάστηκαν, όπως το “When Love Breaks Down”, το “Appetite”,  αλλά και το “Bonny”.

Το καλοκαίρι του 2008 κυκλοφόρησε μια συλλογή με διασκευές σε περιορισμένη έκδοση με σκοπό να γιορταστεί και να τονιστεί η σημασία της ανεξάρτητης μουσικής στο Ηνωμένο Βασίλειο, με πρωτοβουλία της ΑΙΜ. Ο Tom Smith των Editors επέλεξε να δώσει τη δική του ενδιαφέρουσα εκδοχή στο “Bonny”, για το άλμπουμ αυτό με τον τίτλο “Independents Day-ID08”.

  • KYLIE MINOGUE: “If You Don’t Love Me”

Έχοντας κοιτάξει στα μάτια τον μύθο του “Steve Mc Queen” με το πληθωρικό “Jordan: The Comeback” του 1990, η μπάντα κλείνει ουσιαστικά τον πρώτο της κύκλο, μια διαδρομή που ο ίδιος ο Paddy θα θυμάται σαν την περίοδο της οικονομικής καταστροφής, παρά την επιτυχία του “From Langley Park To Memphis” και στην άλλη πλευρά του ωκεανού. Πέρα από τα παραμιλητά των μουσικοκριτικών, όταν έφτασαν να κατατάξουν το “Jordan” στην συνομοταξία του “Pet Sounds”, του “White Album” και του “Sign O’ The Times”, ήταν η εποχή των χαμένων ευκαιριών και σφραγίστηκε με την κυκλοφορία του “A Life of Surprises: The Best of Prefab Sprout”, τον Ιούλιο του 1992.

Δυο ολοκαίνουρια τραγούδια ενίσχυσαν τη συλλογή που ανέβηκε στο No 3 των άλμπουμ του Νησιού. Το “The Sound Of Crying” ήταν στην αρχική του μορφή γραμμένο για ένα προτεινόμενο βιογραφικό άλμπουμ με θέμα τον Michael Jackson, μια ιδέα που γοήτευε τον Paddy. Κατέληξε να αναφέρεται στα δεινά των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, απαντώντας έμμεσα στις αναφορές του George H. W. Bush για τη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, ένα είδος τραγουδιού, όπως το περιέγραφε ο ίδιος, “γιατί το επιτρέπει ο Θεός;”

Το δεύτερο ήταν το εντελώς διαφορετικό σε ύφος και χρώμα “If You Don’t Love Me”, ένα απόλυτα εθιστικό, εν δυνάμει single, που έβρισκε το δημιουργό του να ελίσσεται ανάμεσα στους Pet Shop Boys και τους New Order, κρατώντας όμως το τελικό αποτέλεσμα Prefab Sprout. Η γνώριμη καθοριστική βεβαιότητα του Paddy στο ρεφρέν για τη δεδομένη του διορατικότητα απέναντι στη γυναίκεια καρδιά δεν αφήνει πολλά περιθώρια.

Όταν το 1994 η Kylie Minogue κυκλοφόρησε το single “Confide in Me”, στη δεύτερη πλευρά του συμπεριλήφθηκαν δυο διασκευές, το “Nothing Can Stop Us” των Saint Etienne, και το “If You Don’t Love Me”, σε μια αρκετά διαφορετική και ενδιαφέρουσα προσέγγιση.

  • CHER : “The Gunman”

Με την είσοδο στον 21ο αιώνα και μετά από απουσία τεσσάρων χρόνων οι Sprouts επιστρέφουν δισκογραφικά με το “The Gunman and Other Stories” και διακριτικό φόντο σε αρκετές από τις ιστορίες την Άγρια Δύση. Μετά το λυρικό και μάλλον ευθυτενώς μελαγχολικό για τα δεδομένα του Paddy, “Andromeda Heights”, οι ηχογραφήσεις αποτελούν ουσιαστικά αποκλειστική υπόθεση των αδερφών McAloon, καθώς ο σπουδαίος ντράμερ Neil Conti έχει αποσυρθεί με κάθε επισημότητα από το 1992, όμως θα τους συνοδεύσει στις περιορισμένες (όπως έκαναν πάντα) ζωντανές τους εμφανίσεις.

Η υπέροχη, αισθαντική Wendy Smith απουσιάζει για να ασχοληθεί με το νεογέννητο μωρό της και δυστυχώς δεν θα επιστρέψει ποτέ, αφήνοντάς μας ορφανούς από αυτά τα αμετάφραστα φωνητικά της αινίγματα που έκαναν την ουσιαστική διαφορά όπου υπήρχαν.

Το υλικό του δίσκου δεν ήταν ακριβώς φρέσκο, καθώς ο Paddy αποφάσισε να χρησιμοποιήσει αρκετά από τα τραγούδια του που είχε δώσει σε άλλους, όπως για παράδειγμα τέσσερα που είχαν ήδη ηχογραφηθεί από τον Jimmy Nail το 1994 και το 1996. Το γεγονός αυτό δεν εμπόδισε τον δημιουργό να συρράψει τελικά μια ακολουθία με υποδειγματική ροή, και με μεγάλη ανακούφιση διαγνώσαμε το αμίμητο καυστικό του πνεύμα σε μικρά διαμάντια όπως το “Cornfield Ablaze”.

Η αγάπη έχει πια μεταμορφωθεί σε έναν αδίστακτο πιστολέρο που τον καταδιώκει ασταμάτητα  και τον αναγκάζει μόνιμα να κάθεται όπου πηγαίνει με την καρέκλα του να κοιτάζει προς την πόρτα. Το σχεδόν εννιάλεπτο έπος “The Gunman” απλώνει σαν κινηματογραφικό score αυτή τη γλυκιά αγωνία της καταδίωξης και αποτελεί ένα από τα πληρέστερα τραγούδια του. Αν ψάξεις στο δυναμικό του άλμπουμ για κάποιον απροσδόκητο καλεσμένο, θα βρεις τον …Jordan Rudess των Dream Theater!

Στην πραγματικότητα το “The Gunman” το είχε γράψει ειδικά για την Cher, που το ηχογράφησε  το 1995 για το άλμπουμ “It’s a Man’s World”, σε μικρότερη διάρκεια, και με το ύφος μιας εκλεπτυσμένης μπαλάντας με soul πινελιές από τη δεκαετία του ’70.

  • LYR : “Winter Solstice”

“Land Yaght Regatta”: ένας ποιητής, ένας μουσικός και ένας παραγωγός. Δεν είναι η αρχή για κάποιο ανέκδοτο, και δεν είναι σίγουρα η πρώτη φορά που η ποίηση εισέρχεται στη μουσική. Ο Simon Armitage κρύβεται κάπου ανάμεσα σε ένα γλυκόπικρο χιούμορ και μια αξιοπρεπή σεμνότητα όταν ισχυρίζεται πως μέσω της αποτυχημένης διαδικασίας να γίνει rock star έγινε τελικά συγγραφέας. Από τη στιγμή που έγραψε το πρώτο του ποίημα σε ηλικία 10 ετών, η πένα του γνώρισε σαρωτικές διακρίσεις, γράφοντας για το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, το θέατρο, τον κινηματογράφο, ή απλά και γενικά γράφοντας. Πάντα όμως είχε ένα μάτι στραμμένο στη μουσική, όντας περιστασιακός dj και παθιασμένος ακόλουθος των The Smiths και The Fall, μεταξύ πολλών άλλων.

Ο συνθέτης, τραγουδιστής και πολυοργανίστας Richard Walters, που θαύμαζε ιδιαίτερα τη δουλειά του Armitage, τον προσέγγισε, ελπίζοντας στην πιθανότητα μιας συνεργασίας. Ο Walters σκέφτηκε άμεσα σαν συνεργάτη τον Pearson που είχε γνωρίσει σαν μέλος μιας βραχύβιας shoegaze μπάντας με το όνομα Liu Bei. Ο Patrick Pearson δέχτηκε με ενθουσιασμό, συμφωνώντας με την προσέγγιση του προφορικού λόγου. . Ένα άλμπουμ με ανάγνωση ποίησης που ακουμπούσε σε έναν περίτεχνο σκελετό από ενορχηστρώσεις εγχόρδων και πιάνου, πειραματικούς ήχους, ambient post περάσματα, jazz υπαινιγμούς, υποβασταζόμενο σε στιγμές με electronica και noise εντυπώσεις αλλά και ήχους από διάφορα παράξενα όργανα, είναι με λίγες λέξεις η πρώτη δουλειά των LYR, που κυκλοφόρησε στις 26 Ιουνίου 2020, με τον τίτλο “Call In The Crash Team”.

Είναι πια αρχές Απριλίου 2021 όταν οι LYR κοινοποιούν ένα νέο τραγούδι τους, το “Winter Solstice”. Για άλλη μια φορά ο Armitage αποδεικνύεται πολύ διαβασμένος: με προφανή αναφορά στο καταπληκτικό τραγούδι “Desire As” από το άλμπουμ “Steve Mc Queen” των Prefab Sprout, χρησιμοποιεί έναν συγκεκριμένο στίχο με τις ευλογίες του μεγάλου Paddy McAloon, ενώ ενεργοποιεί ξανά και τη φωνή της Wendy Smith, της διακριτικής, μυστηριώδους φωνητικής συνοδού του Paddy, που ζωντανεύει τον συγκεκριμένο στίχο με τη φωνή της.

“Desire as a sylph figured creature who changes her mind…”

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1161 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.