Ο πονοκέφαλος της λίστας είναι μια μουσική πανδημία που επιστρέφει τέτοια εποχή κάθε χρόνο και απαιτεί τον δικό του εξορκισμό. Οι συντάκτες του Soundcheck μάζεψαν τα κουκιά τους και, κάνοντας τον γύρο του μουσικού χρόνου σε μόλις είκοσι άλμπουμ, μας δίνουν την συνολική εικοσάδα των προτιμήσεων. Όχι απαραίτητα οι πιο δημοφιλείς ή οι πιο ιστορικοί δίσκοι, σίγουρα όμως αυτοί που μίλησαν περισσότερο στην καρδιά και στο μυαλό μας, και τελικά κέρδισαν πολύ από τον χρόνο μας.
Συνεχίζουμε την αντίστροφη μέτρηση από τις θέσεις 16 ως και 13.
16. THE SMILE: “Wall of Eyes”
Είναι φυσικά δύσκολο για τους Thom Yorke και Jonny Greenwood να επιβάλλον τόσο στο κοινό όσο και στους μουσικούς γραφιάδες την παρουσία των The Smile χωρίς τους άμεσους συσχετισμούς και συγκρίσεις με τους Radiohead. Το νέο μουσικό όχημα των δυο συνεργατών προέκυψε το 2018, και έδρασε στη διάρκεια της πανδημίας. Όταν η παραγωγή του πρώτου τους άλμπουμ, “A Light for Attracting Attention” έγινε από τον Nigel Godrich, σχεδόν μόνιμο συνεργάτη των Radiohead, οι συνειρμοί είναι αναπόφευκτοι. Το “Wall of Eyes” κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του ’24, με τραγούδια που ηχογραφήθηκαν στο Oxfordshire και στα Abbey Road Studios του Λονδίνου. Το δεύτερο πακέτο τραγουδιών από τις ίδιες ηχογραφήσεις κυκλοφόρησε με τον χαρακτηριστικό τίτλο “Cutouts” τον περασμένο Οκτώβριο. Όσο συνεχίζονται οι συγκρίσεις και οι συζητήσεις, οι The Smile μάλλον προκύπτουν με μεγαλύτερες jazzy δόσεις αλλά και ιδιαίτερη έμφαση στο progressive rock και το krautrock, με περίπλοκα ριφ και μια πιο σκληρή δόση ψυχεδέλειας.
O Tom Yorke είπε: “Όλοι έχουμε πολύ ανόμοια μουσικά ενδιαφέροντα και γνώσεις που με κάποιο τρόπο δημιουργούν μια ενδιαφέρουσα ισορροπία και την αίσθηση ότι μπορούμε να πάμε οπουδήποτε νιώθουμε. Αλλά νομίζω ότι έχουμε κερδίσει το δικαίωμα να κάνουμε ό,τι έχει νόημα για εμάς χωρίς να χρειάζεται να ερμηνεύουμε τον εαυτό μας ή να είμαστε υπόλογοι στην ιστορική ιδέα κάποιου άλλου για το τι πρέπει να κάνουμε σε κάθε τι. Είμαστε επίσης πολύ τυχεροί που μπορούμε να κυκλοφορούμε πράγματα όταν μας έρχεται, και για να εξακολουθούν να ενδιαφέρονται οι άνθρωποι. Παλιότερα θα μας έβαζαν να επιμείνουμε σε πράγματα στα οποία έχουμε δουλέψει, ώστε να ταιριάζουν με τα προγράμματα μάρκετινγκ της εταιρείας. Είμαστε σε αυτή την προνομιακή θέση όπου μπορούμε ακόμα να κάνουμε μουσική λόγω των Radiohead, οπότε δεν υπάρχουν παράπονα.”
Διαβάστε την κριτική του άλμπουμ από τον Απόστολο Κουφοδήμο, εδώ.
15. AND ALSO THE TREES: “Mother-of-Pearl Moon”
Είναι μακρινή και συναρπαστική η διαδρομή των αδερφών Jones και των συνεργατών τους. Από την άγουρη αλλά εμπνευσμένη post punk αφετηρία στο άγνωστο Inberrow του Worcestershire, που εμφύσησε τη στοιχειωμένη φύση του και τους θρύλους του στη μαγική πρώιμη περίοδο, σε μια εξέλιξη που χάρισε στην γοτθική προσέγγιση μια βουκολική γοητεία, προσέλκυσαν ακροατές από εντελώς διαφορετικούς χώρους. Δεν είναι πολύ παράξενο, καθώς ο κόσμος των And Also The Trees πάντα άνοιγε μια διαφορετική προοπτική αντίληψης στον ακροατή, αποθεώνοντας την αξία κάθε παραμελημένης λεπτομέρειας, και αφήνοντας την ποίηση να ανθίσει εκεί που κανείς δεν φανταζόταν. Με μια ασύγκριτη ποιοτική συνέπεια σε όλες τις μεταστροφές της καριέρας τους, απολαμβάνουν πια μια δικαίωση και αναγνώριση που τους επιτρέπει να απασχολούν έναν σεβαστό αριθμό ακολούθων σε κάθε νέα τους προσφορά. Φέτος, με οδηγό τα τραγούδια της αυγής, μουσικές ιδέες που ο Justin Jones έγραφε με την κιθάρα του νωρίς το ξημέρωμα, συναρμολογήθηκαν οι νέες τους ιστορίες, τυλιγμένες όπως συνηθίζουν σε μια θορυβώδη και σημαίνουσα ηρεμία και μια φρέσκια επιμονή περασμένων εποχών.
Ο Simon Jones είπε: “Θα άκουγα το άλμπουμ σε ένα τρένο, σε ένα άδειο βαγόνι, πιθανώς σε ένα ελβετικό τρένο καθώς η δουλειά του γιου μου είναι Ελβετός μηχανοδηγός. Τα ελβετικά τρένα ταξιδεύουν συχνά δίπλα σε λίμνες και μέσα από βουνά και είναι ομαλά και ήσυχα. Θα είχα μια κρύα μπύρα ή ένα μπουκάλι παγωμένο λευκό κρασί ή και τα δύο και θα προσπαθούσα να είμαι χαλαρός και όχι πολύ επικριτικός. Τα περισσότερα από τα τραγούδια και τα άλμπουμ μας αυτές τις μέρες είναι σαν ταξίδια, οπότε το γεγονός ότι θα ήμουν σε κίνηση θα ήταν κατάλληλο.
Ειλικρινά πιστεύω ότι η καλύτερη δουλειά μας σαν συγκρότημα είναι από το 2000 και ότι έχουμε γίνει δημιουργικά πιο ενδιαφέροντες. Έχουμε μεγαλώσει και έχουμε αλλάξει σαν άνθρωποι, σαν συγκρότημα. Προσλάβαμε επίσης έναν υπεύθυνο Τύπου για να δουλέψουμε στο “Mother of Pearl Moon” και δεν το έχουμε ξανακάνει αυτό, έτσι περισσότεροι δημοσιογράφοι έπρεπε να ακούσουν το δίσκο και να μάθουν γι’ αυτό. Ήταν ένα πείραμα και μέχρι στιγμής φαίνεται να ήταν καλό.”
Διαβάστε την κριτική του άλμπουμ από τον Γιώργο Γεωργίου, εδώ.
14. NORTH SEA ECHOES: “Really Good Terrible Things”
Ήταν μια δύσκολη απόφαση ζωής για τον Jim Matheos να παροπλίσει (οριστικά;) τους μεγάλους Fates Warning, και οι επιδράσεις αυτές τον βρήκαν να διοχετεύει μια εναλλακτική ανάγκη έκφρασης στο άμεσο heavy rock των Kings of Mercia. Βέβαια, ο άνθρωπος μπορεί να τα βάλει με πολλά, όχι όμως με τον ίδιο του τον εαυτό, έτσι όταν η μοναχική φύση του έμπειρου μουσικού έψαχνε ένα κανάλι να πορευτεί, ένα τραγούδι των Fates Warning ήταν αυτό που θα του άνοιγε τη νέα προοπτική. Η λυρική γύμνια του “When Snow Falls” από το τελευταίο (μάλλον) άλμπουμ της μπάντας καθόρισε σε σημαντικό βαθμό το κάδρο της έκφρασης στο εγχείρημα αυτό. Και αν προσανατολίστηκε αρχικά σε μια οργανική μουσική επιλογή, ένιωσε πως το αποτέλεσμα ζητούσε επίμονα μια φωνή να κάνει περισσότερο ανάγλυφες όλες αυτές τις μυστικές, προσωπικές ιστορίες. Κάπως έτσι βρεθήκαμε άξαφνα μια μέρα με το photo session των καλοντυμένων Jim Matheos και Ray Alder, και ένα νέο όνομα να κρατήσουμε στο πίσω ντουλάπι των αγαπημένων, νοσταλγικών εμπειριών. Ίσως να είναι κάπως άδικη για την ευρηματική και ευγενική διακριτικότητα του δίσκου οι αναγωγές σε ηλεκτροακουστικούς Fates Warning, όμως από την άλλη, με αυτούς τους δυο είναι σχεδόν αδύνατο να αποφύγεις τον συσχετισμό με το θηρίο.
Ο Ray Alder είπε: “Δεν ξέρω αν ήταν ένα απελευθερωτικό άλμπουμ, αλλά ήταν υπέροχο να δουλεύω ξανά με τον Jim. Δεν ήμουν σίγουρος αν θα συνεργαζόμασταν ποτέ ξανά μαζί στη μουσική. Και πάντα μου άρεσε να τραγουδάω σε ambient μουσική. Το να κάνεις λοιπόν ένα ολόκληρο άλμπουμ όπως αυτό ήταν αναζωογονητικό.
Έγραφα ό,τι με έκανε να νιώσω η μουσική. Μερικά αναφέρονται σε άτομα που αντιμετωπίζουν κατάθλιψη. Το ένα αφορά μια κατάσταση που ονομάζεται “χεροφοβία”, όπου αυτό το άτομο φοβάται ότι κάτι κακό θα συμβεί αν είναι ευτυχισμένο. Το ένα αφορά την αμηχανία που νιώθουν ορισμένοι όταν επιστρέφουν στο σπίτι της παιδικής τους ηλικίας. Ένα άλλο αναφέρεται σε ένα άτομο που ακούει φωνές που του λένε ότι πρέπει να εξοντώσει κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο αλλιώς ο κόσμος θα καταστραφεί.
Απλά ελπίζω ότι όλοι δεν περιμένουν αυτό να ακούγεται σαν Fates, γιατί δεν είναι ούτε το Fates Mark II. Ελπίζω να το απολαύσουν όλοι γι’ αυτό που είναι: ωραία χαλαρωτική μουσική.”
Διαβάστε την κριτική του άλμπουμ από τον Γιώργο Γεωργίου, εδώ.
13. CHELSEA WOLFE: “She Reaches Out To She Reaches Out To She”
Η ταλαντούχα Αμερικανίδα τραγουδίστρια και συνθέτης είχε το προνόμιο να μεγαλώσει σε ένα σπίτι γεμάτο μουσική, με έναν πατέρα μουσικό της country, και βρέθηκε να ηχογραφεί τραγούδια από την παιδική της ηλικία. Πολυσχιδής και ανήσυχη, άπλωσε τα ερεθίσματά της από το folk και το gothic, μέχρι την electronica και το heavy metal. Το φετινό έβδομο άλμπουμ της κρύβει από πίσω του και μια απόφαση ζωής που πήρε η δημιουργός αφού άρχισε να δουλεύει σε αυτό το 2020, αυτή της απεξάρτησης από το αλκοόλ. Μέσα σε αυτό που αρκετοί μουσικοί δημοσιογράφοι χαρακτήρισαν σαν επαναπροσδιορισμό του εαυτού της, η Chelsea Wolfe παρέμεινε δημιουργικά περιπετειώδης, και μέσα από την μελοδραματική γοητεία της γοτθικής της υπόστασης αφήνει να διαγραφεί κάτι ελπιδοφόρο και φιλόδοξο. Μέσα στον πολύχρωμο καμβά ιδιωμάτων και ήχων, που ανοίγουν από το trip hop μέχρι το industrial metal, εξακολουθεί να επιπλέει μια απολογητική και συγκινητική ειλικρίνεια.
Η Chelsea Wolfe είπε: “Δεν ήμουν έτοιμη να μιλήσω ανοιχτά γι’ αυτό, νομίζω μέχρι που ένιωσα ότι ήμουν πραγματικά σταθερή στη νηφαλιότητά μου και ότι θα ταίριαζε πραγματικά. Το να γράψω για κάποιον που επιχειρεί να γίνει νηφάλιος απαιτούσε να ζήσω πραγματικά τα τραγούδια, και είμαι απολύτως εντάξει με αυτό. Νιώθω ότι τα τραγούδια έγιναν οδηγοί για να το κάνω. Σωματικά και διανοητικά, ένιωσα απλώς εξαντλημένη. Χρησιμοποιούσα αλκοόλ για να ξεπεράσω τα ενεργειακά μου όρια και να κάνω πάρα πολλά. Και αυτό προήλθε και από άλλους τομείς της ζωής μου, νιώθοντας ότι δεν είχα την υποστήριξη που χρειαζόμουν στην καριέρα μου και έκανα πολλά μόνος μου με τους συμπαίκτες μου στο συγκρότημα. Η απαλλαγή από αυτόν τον παράγοντα καθάρισε πραγματικά την ενέργειά μου, τη διανοητική μου ικανότητα.
Ένα από τα πράγματα που μου άρεσαν σε αυτή τη διαδικασία είναι να δίνω στον εαυτό μου αυτόν τον χώρο για να τα νιώσει όλα. Δεν είναι διασκεδαστικό να νιώθεις θλίψη. Αλλά όταν επιτρέπεις στον εαυτό σου να το νιώσει αυτό, οι στιγμές που νιώθεις χαρά είναι πιο αστραφτερές και εκπληκτικές από ποτέ, επειδή αφήνεις στον εαυτό σου να νιώσει πραγματικά το φάσμα όλων των πραγμάτων.”
Διαβάστε την κριτική του άλμπουμ από τον Γιώργο Μακρή, εδώ.