Όταν μιλάμε για τον Eric Clapton, μιλάμε για έναν θρύλο που έχει περάσει από σχεδόν κάθε μουσική φάση. Το νέο του album, λοιπόν, υπό τον τίτλο “Meanwhile”, δεν είναι ένα ακόμη άλμπουμ. Είναι σαν να ακούμε την εσωτερική φωνή ενός ανθρώπου, την ψυχή του, που, στα 79 του χρόνια, έχει ζήσει τα πάνω και τα κάτω της ζωής και έχει καταλήξει σε έναν ήρεμο, γλυκό αναστοχασμό. Το έργο αυτό δεν έχει μόνο τον αέρα της ωριμότητας ενός μουσικού που έχει φτάσει στην κορυφή, αλλά εκπέμπει και μια αύρα συναισθηματικής αναγέννησης, μια απαλή αίσθηση συμφιλίωσης με το παρελθόν με ματιές και φροντίδα / προ-οικονομία για το πάντα αβέβαιο μέλλον.
Ο Clapton ηχογράφησε το μεγαλύτερο μέρος του album κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με όλη αυτή την απομόνωση και το φόβο να διαπερνούν τις συνθέσεις. Πρόκειται για μια «μουσική επιστολή» για τη ζωή, τις απώλειες και τη δύναμη να συνεχίζεις το έργο σου. Οι περισσότερες ηχογραφήσεις έγιναν εξ’ αποστάσεως, κάτι που προσδίδει έναν τεχνηέντως αυτοσχέδιο, σχεδόν ερασιτεχνικό/ρομαντικό αέρα. Αλλά αυτή η λιτότητα δεν είναι μειονέκτημα—είναι αυτό που κάνει το “Meanwhile” τόσο αληθινό.
Ο παραγωγός του, Simon Climie, γνωστός για τη μακροχρόνια συνεργασία του με τον Clapton, κρατάει τα πράγματα απλά, σχεδόν απογυμνωμένα κι ο Slowhand στο στοιχείο του, κάνει την κάθε νότα ν’ αναπνέει και να δημιουργείται χώρος για τη μουσική ν’ αναπτυχθεί. Αλλά αυτό που κυριαρχεί είναι η ωριμότητα. Δεν παίζουν φανφάρες εδώ. Η αίσθηση της απόστασης και της απομόνωσης είναι εμφανής, με τον Clapton να ηχογραφεί τα περισσότερα κομμάτια από το στούντιό του, μακριά από τις μπάντες και τις συνεργασίες που έχει συνηθίσει. Όμως, αυτή η απομόνωση λειτουργεί· σαν να ακούς τις σκέψεις του μέσα από την κιθάρα του σε κάθε άγγιγμα των τάστων και με τη φωνή του πιο αισθαντική και σταθερή από ποτέ, πράγμα που προκαλεί εντύπωση στο καθένα.
Το άλμπουμ αποτελείται από 14 τραγούδια, δέκα απ’ αυτά να είναι εντελώς καινούργια, που κινούνται από κλασικό blues έως και πιο ροκ ύφος, δημιουργώντας σε κάθε περίπτωση ανάλαφρα και συναισθηματικά ηχοτοπία, παρά το μείγμα της προσωπικής οπτικής του Clapton για τη θνητότητα, την πανδημία και διάφορα κοινωνικά ζητήματα, και σαφώς μια υπαρξιακή προοπτική.
Τα κυριότερα fun facts για το album, εστιάζονται στις συνεργασίες με θρύλους της μουσικής. Κυριότερα, στο “Moon River” του Henry Mancini, να είναι μία από τις τελευταίες ηχογραφήσεις του Jeff Beck πριν τον θάνατό του το 2023, προσδίδοντας αναμφισβήτητα μια ιδιαίτερη συναισθηματική βαρύτητα, αλλά και με τον Van Morrison σ’ άλλες τρεις συνθέσεις και τον εξαιρετικό Country / Bluegrass ερμηνευτή, Bradley Walker.
Το album όπως ειπώθηκε, είναι ένα μοναδικό μίγμα της κοσμοθεωρίας του Clapton, χωρίς να μασάει τα λόγια του, και να την αποτυπώνει με τον τρόπο που τα blues μίλησαν στην ψυχοσύνθεσή του. Το “Pompous Fool” είναι διαποτισμένο από έναν απλό, αλλά δυνατό blues ήχο, με κοφτά φωνητικά και στακάτη κιθαριστική εκτέλεση, αναδεικνύοντας την ικανότητά του να συνδυάζει τα πολιτικά δρώμενα με εξαιρετική μουσική, ευθύς εξ’ αρχής. Η συνεργασία του με τον Robin Monotti στο “Heart of a Child”, αντανακλά την άποψή του για την αντιμετώπιση της πανδημίας, με μια απαλή και συναισθηματική μουσική υπόκρουση.
Το “Sam Hall”, στη συνέχεια, μια παραδοσιακή blues μπαλάντα που αναφέρεται σ’ έναν καταδικασμένο εγκληματία λίγο πριν την εκτέλεσή του, με τον Clapton να προσθέτει μια βρετανική blues διάσταση στην κλασική φόρμα, με ευδιάκριτα κιθαριστικά riff και μια συναισθηματική ερμηνεία που ενισχύει την τραγική φύση της ιστορίας. Το τραγούδι διατηρεί την παραδοσιακή του μορφή, αλλά φέρνει στο προσκήνιο το ιδιαίτερο στυλ του Clapton. Ο στόχος είναι ακριβώς ίδιος στο “Smile”, που γράφτηκε από τον Charlie Chaplin για την ταινία Modern Times, να προσθέσει δηλαδή μια blues αισθητική στην κλασική μελωδία, με τη φωνητική απόδοση του Clapton να είναι απαλή και τρυφερή, προσφέροντας μια αίσθηση ελπίδας μέσα από την ευγένεια της ερμηνείας του.
Το “Always On My Mind” με τον Bradley Walker, είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα διασκευή κομμένη και ραμμένη στα folk – country μέτρα του Αμερικανού ερμηνευτή, ενώ το “One Woman” μπλέκει με μαεστρία reggae και blues στοιχεία και το κατατάσσουν σε μια από τις κορυφαίες συνθέσεις του album. Τα “The Rebels” και “Stand and Deliver” είναι αποκυήματα της ταύτισης των απόψεων του Clapton και του Van Morrison για τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν στην πανδημία (κυκλοφόρησαν το 2020), με την κιθαριστική δουλειά του Clapton να φωτίζεται μέσα από τους απλούς, αλλά δυνατούς στίχους του Morrison.
To “The Call” αποτελεί ίσως το πιο συναισθηματικό κομμάτι του album, με βασικούς πυλώνες αναφοράς τη θνητότητα και τη μοναξιά, παρουσιάζοντας τις πιο ευάλωτες πλευρές του καλλιτέχνη και με την παραγωγή να ενισχύει το στοχαστικό κι ίσως σκοτεινό κλίμα. Ενώ το “How Could We Know” (με Judith Hill – φωνητικά, Simon Climie – φωνητικά, Daniel Santiago– κιθάρα), είναι ο απόλυτος αντικατοπτρισμός των 80s στο σήμερα, με μια απαλή, μελωδική αίσθηση, αλλά και μια ειλικρινή αφήγηση από τους ερμηνευτές, στην οποία αποτυπώνεται η αναζήτηση της κατανόησης και της αποδοχής του απρόβλεπτου της ζωής. Ακουστικό blues – jazz μοτίβο με υπέροχες soul πινελιές.
Όσο για το Moon River, πρόκειται για την απόλυτη κιθαριστική εκτέλεση από το θρυλικό δίδυμο, με μοναδικό λυρισμό από Clapton και Beck, ν’ αποτυπώνουν την ουσία της κλασικής μελωδίας. Η εκτέλεση δεν είναι απλώς μια διασκευή· είναι ένα τελευταίο αντίο, μια τελετουργία νοσταλγίας και ομορφιάς που αναδεικνύει την αδυναμία του χρόνου να σβήσει την αληθινή φιλία και αγάπη.
Το “Meanwhile” λοιπόν, δεν είναι απλώς ένα άλμπουμ γεμάτο τραγούδια. Tο “Meanwhile” είναι ένας στοχασμός πάνω στη ζωή και την απώλεια. Ο Clapton δεν προσπαθεί να αποδείξει τίποτα. Αυτό το άλμπουμ δεν είναι για τα charts, δεν είναι για βραβεύσεις κι απονομές. Είναι για εκείνους που έχουν ζήσει αρκετά για να καταλάβουν την αίσθηση του χρόνου που περνά, τις απώλειες που σε διαμορφώνουν, και τις σχέσεις που στιγματίζουν. Είναι ένα ημερολόγιο, μια συναισθηματική αφήγηση για την πορεία ενός ανθρώπου μέσα στη ζωή, με τις αγωνίες, τις χαρές και τις λύπες του. Κάθε ακρόαση είναι μια πρόσκληση να καθίσεις αναπαυτικά και να απολαύσεις την τέχνη της απλότητας, το μεγαλείο του ήχου που δεν φωνάζει, αλλά σου ψιθυρίζει γλυκά.
Είδος: Blues, Rock
Δισκογραφική: Bushbranch/Surfdog
Ημ. Κυκλοφορίας: 4 Οκτωβρίου 2024 (ψηφιακά), 24 Ιανουαρίου 2025 (φυσική κυκλοφορία)