Οι Black Country Communion είναι ένα από τα γνωστότερα super group τη σήμερον ημέρα στη μουσική πιάτσα. Όταν πριν μια δεκαπενταετία το κουαρτέτο των Glenn Hughes, Joe Bonamassa, Jason Bonham και Derek Sherinian ανακοίνωσε τη συνεργασία του, υπό τη σκέπη ενός νέου συγκροτήματος, πολλοί τρίβαμε τα χέρια μας από ικανοποίηση. Δεν το λες και λίγο τέσσερις σπουδαίοι μουσικοί να αποφασίσουν να ενώσουν τις δυνάμεις και το αχαλίνωτο ταλέντο τους.
Μάλιστα με το ομώνυμο ντεμπούτο τους το 2010, διέψευσαν τις Κασσάνδρες που θέλουν τέτοιου είδους εγχειρήματα να ακροβατούν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Να πούμε και του στραβού το δίκιο, πολλές παρόμοιες προσπάθειες καταλήξανε άδοξα στο παρελθόν, καθώς είτε οι πάσης φύσεως εγωισμοί είτε η αντιμετώπιση του project ως κάδου των αζήτητων ιδεών από τη μεριά των καλλιτεχνών οδήγησαν σε αδιέξοδα. Η αλήθεια είναι ότι μετά το ‘2’ album τους, έχασα κι εγώ το ενδιαφέρον μου. Στις επόμενες προσπάθειες τους, διέκρινα μια στασιμότητα και επανάληψη. Ευτυχώς η επταετία που μεσολάβησε από το ‘BCCIV’ μέχρι τις ημέρες μας λειτούργησε ευεργετικά όσον αφορά το συνθετικό τους οίστρο. Βέβαια τα βασικά δομικά στοιχεία παραμένουν ίδια. Δηλαδή το μείγμα του hard rock με τα blues κεντήματα και τις soul / funk πινελιές μοιάζει αναλλοίωτο. Ομοίως και η παραγωγή του μόνιμου συνεργάτη τους Kevin Shirley, μαζί με την υποβόσκουσα Zeppelin-ική επιρροή.
Άσσος στο μανίκι για άλλη μια φορά η φωνητική απόδοση του Glenn Hughes ο οποίος διατηρεί την αίγλη του παρελθόντος όπως απέδειξε και στα πρόσφατα live στη χώρας μας σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Από κοντά και ο Bonamassa που όταν βρει απλωσιά, επελαύνει με τις κιθαριστικές του μελωδίες και σόλο. Εν ολίγοις η συνταγή δεν αλλάζει, αλλά τραγούδια όπως το funky/soul ‘Stay Free’ που θυμίζει εποχές ‘Come Taste The Band’, το ‘Red Sun’ με το αισθαντικό του solo κιθάρας και το bluesy ‘Restless’ τη νοστιμίζουν δεόντως. Αχρείαστες στιγμές και filler-άκια υπάρχουν, αλλά αισθητά μειωμένα συγκριτικά με τις τελευταίες τους δουλειές. Για την απόδοση του κάθε μέλους ξεχωριστά, δεν χρειάζεται να γίνει παραπάνω λόγος καθώς στην περίπτωση τους μιλάμε για πρωτομάστορες του είδους, με χιλιόμετρα περγαμηνών ο καθένας.
Ένα ακόμα ατού του ‘V’ είναι ότι κρατάει ζεστές της μηχανές των BCC και οι τυχεροί ανά την υφήλιο θα απολαύσουν τη μουσική αρμάδα ζωντανά στο σανίδι. Δεν είναι πρωτότυπο ούτε ρηξικέλευθο, αλλά θα χαρίσει στιγμές μουσικής ανεμελιάς και ευχαρίστησης. Οι κλασσικοροκάδες θα το εκτιμήσουν, οι νεότεροι σε ηλικία πιθανώς θα το αγνοήσουν και οι υπόλοιποι θα υπολογίσουν αν περισσεύει μισθός ή μέρες στο τέλος του μήνα πριν αποφασίσουν να το αποκτήσουν.
Είδος: Hard rock
Δισκογραφική: Mascot Records
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 14 Ιουνίου 2024