Βρισκόμαστε κάπου στο 1982, είναι δυο τα ξημερώματα όταν χτυπά το τηλέφωνο στο σπίτι της οικογένειας Campbell. Ο Vivian Campbell the Elder ξυπνά και τρέχει να το σηκώσει. Λίγες στιγμές αργότερα, μπαίνει στο δωμάτιο του γιού του, Vivian, και του λέει: “είναι ένας μεθυσμένος Σκωτσέζος στο τηλέφωνο και σε ζητάει”. Ο τύπος στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο μπασίστας Jimmy Bain.
Εκείνο τον καιρό ο Jimmy είχε σχηματίσει τους Wild Horses με τον κιθαρίστα Brian Robertson. Το γκρουπ είχε κάνει μια εμφάνιση στην πατρίδα του Vivian, την Ιρλανδία, δυο μήνες νωρίτερα από το βραδινό τηλεφώνημα, και το γκρουπ Sweet Savage, στο οποίο έπαιζε τότε ο νεαρός κιθαρίστας είχε ανοίξει γι’ αυτούς. Ο Jimmy Bain κατάφερε να τον εντοπίσει, καθώς ο πατέρας του ήταν ο μοναδικός Vivian Campbell στον τηλεφωνικό κατάλογο.
“Είμαι στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου με τον Ronnie James Dio και τον Vinny Appice, και ψάχνουμε για κιθαρίστα. Μπορείς να είσαι αύριο το βράδυ στο Λονδίνο;”. Για τον εικοσάχρονο τότε Vivian που είχε μεγαλώσει με τα άλμπουμ του Dio, ήταν ένα δυνατό σοκ. Δεν είχε χρήματα, αλλά ο πατέρας του αγόρασε ένα αεροπορικό εισιτήριο. Αυτός έβαλε καινούριες χορδές στην κιθάρα του και έπαιζε όλη μέρα μέχρι να πάει στο αεροδρόμιο. Πέταξε με τη Les Paul Deluxe του ’77, νοίκιασε έναν Marshall JMC 800, και μπήκε στον χώρο κάποιου John Henry όπου θα έκαναν πρόβα. Η χημεία ήταν έντονη από την πρώτη στιγμή, και τζαμάρανε αρκετά το “Holy Diver”, με τον Vivian να παίζει ένα σόλο πολύ κοντινό στην εκδοχή που τελικά μπήκε στο άλμπουμ. Ο Dio στεκόταν στη γωνία του δωματίου και του έδωσε με χειρονομίες το έναυσμα να συνεχίσει να παίζει: του φάνηκε μια αιωνιότητα.
Ο Vivian θυμάται εκείνη την πρώτη νύχτα που έπαιξαν στο Λονδίνο, πως ήταν μόνο αυτοί οι τέσσερις, χωρίς τη Wendy Dio. Ο Ronnie τους είχε πει πως χρειαζόταν μια πραγματική μπάντα, όχι κάποιους μουσικούς να εκτελούν απλά τα τραγούδια του. Το πλάνο ήταν οι DIO να χρησιμοποιήσουν για ευνόητους λόγους το όνομα αυτό, αλλά θα λειτουργούσαν σαν μια μπάντα ισότιμων μελών με συνεισφορά από όλους. Εκείνη τη νύχτα ήταν που ο Dio δεσμεύτηκε επίσης πως μετά τον τρίτο δίσκο, θα μοιράζονταν όλα τα έσοδα εξίσου.
Το γκρουπ βρέθηκε στα Sound City Studios στην Καλιφόρνια. Υπήρχε έτοιμο μόνο το ομότιτλο “Holy Diver” και μια πρώιμη ιδέα από αυτό που κατέληξε να γίνει το “Don’t Talk to Strangers”. Όλοι μαζί έγραψαν τον δίσκο με πολλά από τα ριφ του Campbell να προέρχονται από παλιά τραγούδια των Sweet Savage που ξαναγράφτηκαν. Το “Rainbow in the Dark”, που έγινε και πολύ πετυχημένο single παρά τους ενδοιασμούς του Dio, προήλθε από ένα τραγούδι των Sweet Savage με το τίτλο “Lady Marion”. Η ίδια τακτική επαναλήφθηκε και το δεύτερο άλμπουμ, “The Last in Line”, και το συγκρότημα παρέμεινε σταθερά ιδιαίτερο με καταπληκτική χημεία, έμπνευση και μια θετική αύρα στη συνεργασία τους. Ήταν μια ομάδα από σπουδαίους μουσικούς με χαρακτήρα και τον Ronnie στην κορυφή. Πολλά όμως άλλαξαν όταν έφτασε η στιγμή να γράψουν το τρίτο τους άλμπουμ το σαφώς κατώτερο “Sacred Heart”.
Ήταν μια πολύ σκοτεινή και δύσκολη περίοδος για τον Ronnie που καθρεφτίστηκε άμεσα στο συγκρότημα. Είχε μόλις χωρίσει με την Wendy, και ενώ δεν είχαν πάρει διαζύγιο, ζούσαν ήδη χωριστά, και η διάθεση του Dio ήταν πολύ σκοτεινή. Κανείς δεν ένιωθε άνετα να βρίσκεται κοντά του. Μιλούσε ελάχιστα, δεν ασχολήθηκε όπως πριν με το άλμπουμ και αυτό απλώθηκε σε όλη την ποιότητα του δίσκου, αφού μαζί με αυτόν επηρεάστηκαν και οι υπόλοιποι, οι οποίοι απλά διεκπεραίωσαν υποχρεώσεις στις ηχογραφήσεις.
Κατά έναν πολύ περίεργο τρόπο και παρά τις αρνητικές συγκυρίες, ήταν η εποχή που έτρεξε σχεδόν ταυτόχρονα και το project “Hear ‘n’ Aid”. Όλα ξεκίνησαν όταν ο Jimmy και ο Vivian έδωσαν μια συνέντευξη στο σταθμό KLOS του Los Angeles, και ο παραγωγός τους ρώτησε γιατί κανένας μουσικός από τον χώρο του hard rock και heavy metal δεν προσκλήθηκε να πάρει μέρος στο περίφημο Live Aid. Ήταν μια εποχή που η συγκεκριμένη μουσική βρισκόταν στο περιθώριο, και οι δυο τους σκέφτηκαν αστειευόμενοι πως θα έπρεπε να κάνουν κάτι δικό τους και να το ονομάσουν Hear ‘n’ Aid.
Σταδιακά άρχισε να μην τους φαίνεται και τόσο τρελή και απραγματοποίητη ιδέα. Έγραψαν μαζί το τραγούδι και προσπάθησαν να προσεγγίσουν τον αμίλητο και δύστροπο Dio για να ολοκληρωθεί με τους στίχους του και τις φωνητικές του μελωδίες. Την πρώτη φορά που του το έβαλαν στο στούντιο και τον ρώτησαν πώς του φαινόταν, το έκλεισε αμέσως χωρίς ίχνος προσοχής, χωρίς το παραμικρό ενδιαφέρον. Για τις επόμενες εβδομάδες συνέχιζαν να τον πιέζουν να το προσέξει και κάποια στιγμή είπε “ξέρετε τι; Θα το κάνουμε!”.
Με το τραγούδι ολοκληρωμένο πια, άρχισε μια δύσκολη διαδικασία να προσεγγιστούν όσο το δυνατόν περισσότερα δημοφιλή ονόματα της σκηνής. Τον ρόλο της άμεσης επικοινωνίας ανέλαβε ο Campbell που πέρασε τις επόμενες εβδομάδες του παίρνοντας συνεχώς τηλέφωνα και προσκαλώντας κόσμο για την επίσημη ηχογράφηση του τραγουδιού. Υπήρχε φυσικά η κλασική δυσκολία πως κανένας δεν ήθελε να δεσμευτεί μέχρι να εμπλακούν πραγματικά μεγάλα ονόματα, και σε αυτό το εμπόδιο μπήκε μπροστά το όνομα του Dio. Έτσι, από ένα σημείο και μετά οι δηλώσεις συμμετοχής πήραν τη μορφή χιονοστιβάδας.
Τη μεγάλη μέρα με το κινηματογραφικό συνεργείο , εμφανίστηκαν και οι Spinal Tap, προσδίνοντας την απαραίτητη δόση χιούμορ σε αυτή την ατμόσφαιρα. Ο Campbell ήταν συνεχώς απασχολημένος για να σιγουρευτεί πως όλοι οι καλεσμένοι είχαν μεταφορά με τη λιμουζίνα, δωμάτιο ξενοδοχείου, φαγητό, πτήση επιστροφής και κάποια στιγμή προς το τέλος της μέρας, να παίξει και αυτός το δικό του μέρος στο τραγούδι. Το τραγούδι “Stars” και το αντίστοιχο συνοδευτικό άλμπουμ, λόγω δυσκολιών στις συμβάσεις με τις εταιρείες, κυκλοφόρησε τελικά την Πρωτοχρονιά του 1986.
Ήταν η χρονιά που έφερε και το τέλος στην παρουσία του κιθαρίστα στους DIO. Αντίθετα με τους Bain και Appice που ποτέ δεν επανάφεραν την κουβέντα για την αρχική συμφωνία μαζί τους, ο Campbell συγκρούστηκε με τον Dio γιατί δεν τηρήθηκαν ποτέ αυτά που είχαν ειπωθεί εκείνη τη νύχτα στην πρόβα του Λονδίνου. Το ζητούμενο για τον κιθαρίστα δεν ήταν τα χρήματα αλλά οι αρχές μεταξύ τους και ο σεβασμός στις συμφωνίες τους. Το αποτέλεσμα ήταν ένα δυσάρεστο διαζύγιο που ερμηνεύτηκε εντελώς διαφορετικά από τις δυο πλευρές: ο Ronnie ισχυρίστηκε πως ο Vivian εγκατέλειψε το συγκρότημα, ενώ ο κιθαρίστας είπε πως απολύθηκε. Ο άνθρωπος κλειδί στην υπόθεση είναι φυσικά η Wendy, για την οποία ο Campbell έχει πει σε πολλές συνεντεύξεις πως υποτιμούσε την αξία των ιδρυτικών μελών της μπάντας και την προσφορά τους, θεωρούσε το γκρουπ απόλυτα προσωπικό σχήμα του Dio, το οποίο θα μπορούσε εύκολα να πορευτεί με οποιονδήποτε άλλο μουσικό δίπλα του. Βέβαια, ο Campbell αναγνώρισε και ένα ελαφρυντικό στη στάση της, καθώς ήταν απούσα στη βραδιά της δικής τους συμφωνίας και ο ίδιος ήταν βέβαιος πως ο Dio δεν βρήκε ποτέ το θάρρος να της εξηγήσει και να ξεκαθαρίσει τι είδους συμφωνία είχε κάνει μαζί τους.
Όπως συνήθως συμβαίνει σε όλους τους σεισμικούς χωρισμούς στον κόσμο της μουσικής βιομηχανίας, ακολούθησε μια έντονα τοξική περίοδος έντονων αντιπαραθέσεων με πολύ άσχημους δημόσιους χαρακτηρισμούς τόσο από τον Dio, όσο και (λιγότερο) από τον Campbell. Μια από τις πιο ήπιες αντιδράσεις του κιθαρίστα ήταν η δήλωση πως πέρα από τη μουσική στο στούντιο και τη συνύπαρξη στη σκηνή, ποτέ δεν είχε πραγματικά ιδιαίτερη σχέση με τον μεγάλο τραγουδιστή.
Και φυσικά ο από μηχανής θεός που έρχεται και γαληνεύει τα πάθη και τις κόντρες είναι σχεδόν πάντα ο θάνατος. Έτσι, μετά το χαμό του Dio, τον Μάιο του 2010, ο Campbell σταδιακά άρχισε να χαμηλώνει τους τόνους, να αλλάζει ύφος, να επιστρέφει με διαφορετική διάθεση και οπτική στα χρόνια του με τους DIO.
Σε κάποια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις είχε πει: “είμαι σίγουρος, -καθώς θυμάμαι τον Ronnie όπως τον ήξερα – ότι αν είχαμε συναντηθεί κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες, χωρίς άλλους ανθρώπους γύρω μας, ένα βράδυ, θα μπορούσαμε να είχαμε καθίσει και να πιούμε μια μπύρα και πιθανότατα να τα είχαμε βρει, όπως ελπίζω. Κάναμε το λάθος να κυνηγάμε ο ένας τον άλλον μέσω των ΜΜΕ. Δεν τελείωσε όπως έπρεπε”.