Το “Grace Under Pressure” των μεγάλων καναδών ηγεμόνων της προοδευτικής μουσικής κυκλοφόρησε στις 12 Απριλίου του 1984. Ο βαρύς ουρανός και η θάλασσα, σαν αρχικοί αντίπαλοι στον πόλεμο πίεσης και χάρης, έχουν εξελιχθεί σε μια πιο σουρεαλιστική, μεταφορική κατεύθυνση στο εξώφυλλο από τον συνεργάτη του γκρουπ Hugh Syme, με τις παρεμβάσεις και προτάσεις του Neil Peart. Το συμβολικό κλάσμα p/g βρίσκεται δεξιά, ακριβώς στο σημείο που ενώνεται η θάλασσα με τον ουρανό.
Μουσικά, πέρα από τον επαναπροσδιορισμό του τεχνικού προοδευτικού rock, κυρίως μέσω της εξέλιξης του ήχου, εισβάλλουν με έλεγχο κάποια reggae, ska και funk στοιχεία καθώς τους ακούμπησε η επιδραστική σκιά των Talking Heads. Θεματικά το άλμπουμ παρουσιάζει μια σχεδόν τέλεια αυστηρότητα, που αφήνει μια concept αίσθηση. Η δυνατή συνταγή που διατηρείται σε όλα τα τραγούδια του δίσκου και η δυστοπική θεματολογία που συγκρούεται με την ανακουφιστική μελωδικότητα και τη ρυθμική τραγουδοποιία, δημιουργούν τελικά ένα ιδιαίτερο φίλτρο που θα σημαδέψει τη διαδρομή τους και στα επόμενα άλμπουμ: το πεντάγραμμο των Rush είναι γεωμετρικό, πειθαρχημένο, προοδευτικό, μα η καρδιά της μουσικής τους είναι ουμανιστική και ανήσυχη. Αυτά τα δύο μαζί δίνουν το σύνθημα για αντίσταση.
Τα ναυάγια των διαπραγματεύσεων για τον πυρηνικό εξοπλισμό, η κατάρριψη κορεατικού αεροσκάφους από τους Ρώσους με αποτέλεσμα 269 νεκρούς (μέλος του Κογκρέσου των Η.Π.Α. μεταξύ τους), η αποτροπή ενός πυρηνικού πολέμου από τη σωστή αντίδραση σοβιετικού στρατιωτικού αξιωματικού σε ψεύτικο συναγερμό για επίθεση αμερικανικών πυραύλων, διατηρούν μόνιμα την αύρα του Ψυχρού Πολέμου και τον φόβο ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος.
O Robbie Whelan, μηχανικός ήχου είχε δουλέψει μαζί τους στα άλμπουμ “Permanent Waves”, “Exit Stage Left”, “Moving Pictures” και “Signals” και ήταν στενός φίλος του Neil Peart, που του είχε μάθει να κάνει σκι (“…I remember the shouts of joy, skiing fast through the woods…”). O Whelan σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα κατά τη διάρκεια χιονοθύελλας, πηγαίνοντας για το στούντιο. Το “Afterimage” γράφτηκε για να τιμήσουν τη μνήμη του και την αγάπη του για τη ζωή. Ο Lifeson θυμάται χαρακτηριστικά τα χαμηλωμένα φώτα στο στούντιο και τη συναισθηματική φόρτιση της ηχογράφησης. Οι στίχοι γράφτηκαν με την κύρια σκέψη του ίχνους το οποίο αφήνει κάποιος που φεύγει πάνω στις ζωές των άλλων.
Το “Grace Under Pressure” μεταφέρει ακόμα και σήμερα τον αέρα μιας εποχής που μοιάζει να μας ακολουθεί σαν σύννεφο πάνω από το κεφάλι μας. Το ίδιο κάνει και το άμεσο προφανές μήνυμά του: “θέλω να συνεχίσω να παλέψω γι’ αυτό που θέλω να κάνω, ξέρω πως υπάρχει μεγάλη πίεση, δεν ξέρω αν θα έχω αυτό το είδος χάρης να τα καταφέρω, αλλά σίγουρα έχω τη φιλοδοξία και θα παλέψω”.
Όπως ήταν ολόκληρη η έκφραση του Hemingway, “Courage is grace under pressure”.
1983-Οι Αμερικανοί alternative rockers R.E.M. κυκλοφορούν το πρώτο τους άλμπουμ, που τιτλοφορείται “Murmur”, και τυγχάνει θερμής υποδοχής από το μουσικό τύπο κυρίως λόγω του ασυνήθιστου ήχου του και των ξεχωριστών στίχων του Michael Stipe.
1988- Οι Αμερικανοί rockers από το Illinois, Cheap Trick, φτάνουν αισίως στο δέκατο άλμπουμ τους, που έχει τον τίτλο “Lap Of Luxury”, και αποτελεί το δεύτερο πιο εμπορικά πετυχημένο, μετά το “Dream Police” του 1979. Περιέχει το μοναδικό Νο 1 τους στην Αμερική, το single “The Flame”.
1991- Οι Αμερικανοί thrashers Heathen κυκλοφορούν το δεύτερο άλμπουμ τους, με τον τίτλο “Victims of Deception”, από τη Roadrunner Records. Οι συνεχείς αλλαγές στο line up καθυστέρησαν αισθητά τις ηχογραφήσεις του άλμπουμ. Η εξέλιξη βρίσκει το γκρουπ σε ένα πιο περίτεχνο, προοδευτικό ύφος με μεγαλύτερες στη διάρκεια συνθέσεις, χαρακτηριστικό της περιόδου με την αισθητή επίδραση του progressive techno-thrash. Μια απόδοση του “Kill the King” των Rainbow περιλαμβάνεται στη λίστα των τραγουδιών του δίσκου, ενώ bonus track αποτέλεσε η διασκευή του “Hellbound” των Tygers of Pan Tang.
2008- Οι Tygers of Pan Tang κυκλοφορούν το ένατο στούντιο άλμπουμ τους με τον τίτλο “Animal Instinct”.
2011- Οι doomsters από τη Virginia, Pentagram, κυκλοφορούν το έβδομο άλμπουμ τους, με τον τίτλο “Last Rites”, και χαρακτηρίζεται από την επιστροφή του κιθαρίστα Victor Griffin.