
Βρισκόμαστε κάπου στο 1996 και η αρτιότητα της μελαγχολικής doom/metal σκηνής προσκυνούσε ευλαβικά το “Draconian Times” ως ένα μεγαλούργημα τεραστίων διαστάσεων φέρνοντάς τους Paradise Lost στην αφρόκρεμα του σύγχρονου μεταλλικού ήχου, με διθυραμβικές κριτικές και με εμφανίσεις που αναδεικνύειαν την δυναμική τους σε κάθε σημείο του πλανήτη.
Όμως όπως αποδείχτηκε περίτρανα μέσα στον χρόνο, οι Paradise Lost, ποτέ δεν επαναπαύθηκαν στις δάφνες της επιτυχημένης πρώιμης δισκογραφίας τους αλλά φρόντιζαν πάντα να επαναπροσδιορίζουν τον ήχο τους σύμφωνα με τις εκάστοτε ανάγκες της μουσικής ψυχοσύνθεσης τους, φροντίζοντας πάντα να κρατούν το κοινό τους σε εγρήγορση αποδίδοντας δίσκους που πάντα είχαν κάτι ξεχωριστό να προσφέρουν.
Ήδη η πειραματική τους ανησυχία μετά την επιτυχημένη και εκτεταμένη περιοδεία του “Draconian Times”, είχε φέρει την παρέα του Nick Holmes στην έκτη δισκογραφική τους απόπειρα που έφερε τον τίτλο “One Second”. Έχοντας πλέον τον αέρα μιας μπάντας μεγάλου βεληνεκούς και την υποστήριξη ενός δισκογραφικού κολοσσού, οι Paradise Lost, τολμούν να κάνουν μια ξαφνική στροφή, 180 μοιρών, δίνοντάς μια νέα μουσική κατεύθυνση στην καριέρα τους που δεν την περίμενε κανένας.
Η συνθετική και εμφανισιακή μεταμόρφωση είναι ενδεικτική για την πορεία του σχήματός που πλέον πλέει σε άλλα μουσικά “ύδατα”, με τους παραδοσιακούς οπαδούς τους να τους κατηγορούν πλέον για προδοσία, μη αντιλαμβανόμενοι το μέγεθος του συνθετικού τους οίστρου.
Όμως η αλήθεια ήταν ότι πλέον οι Paradise Lost, ήθελαν να αγγίξουν άλλα μουσικά πεδία και στα δικά μου μάτια η κίνηση τους αυτή ανέδειξε τον πρωτοπόρο και πειραματικό χαρακτήρα του σχήματος που αψήφησε το πατροπαράδοτο και ασφαλές περιβάλλον που είχαν καλλιεργήσει οι ίδιοι μέσα από τις πρότερες δουλειές τους, φροντίζοντας να χαράξουν μια νέα πορεία.
Εννοείται και η νέα τους κίνηση είχε ως βάση και πυρήνα τα βαθύτερα και πιο σκοτεινά συναισθήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, φροντίζοντας όμως να απογυμνωθούν από οτιδήποτε ηλεκτρικό. Η αναδόμηση του ήχου τους οδήγησε σε ένα πέπλο από συνθετικά και ηλεκτρονικά ηχοτόπια που εξέφραζε την νέα εκδοχή του συγκροτήματος που προσέγγιζε πλέον την αισθητική των Depeche Mode σε μια μελαγχολική synth-pop διάσταση που είχε όμως και τον απαιτούμενο όγκο και τσαμπουκά για να αναδειχθούν οι συνθέσεις του “One Second”.
Με ανανεωμένη διάθεσή και προσανατολισμένοι στο πνεύμα της ηλεκτρονικής εποχής, που επικρατούσε την συγκεκριμένη περίοδο, οι Paradise Lost φρόντισαν να καθαρίσουν τα μεταλλικά φωνητικά του Nick Holmes, που με σαφώς πιο γοτθική χροιά και ένταση, έκανε αισθητή την αλλαγή, αναδεικνύοντας το νέο του προσωπείο, δηλώνοντας εμφατικά την στάση του σχήματος που κορυφώθηκε στα επόμενα χρονιά με τις επερχόμενες δισκογραφικές τους δουλείες .
Ξεκάθαρα, η έμπνευση είναι δεδομένη για το “One Second” που ξεχωρίζει από την πρώτη νότα του ενώ τους συστήνει σε ένα μεγαλύτερο κοινό που τους γνωρίζει από την αρχή ενώ οι παλιοί οπαδοί τους, μένουν απογοητευμένοι, αναζητώντας την θαλπωρή του gothic/ doom/metal που είχαν λατρέψει, στις πρότερες δουλειές τους.
Το “One Second” αν και αιρετικά αφορισμένο (εκείνη την περίοδο) από τους metal κύκλους, μοιάζει ως ένα καλοζυγισμένο βήμα με τολμηρή συνέχεια που όσο και εάν ξένιζε εκείνη την εποχή, εν τέλει αγαπήθηκε από τους φίλους του σχήματος. Σήμερα πλέον θεωρείται και αναγνωρίζεται ως ένας δίσκος ορόσημο για την πορεία τους, γεμάτος έμπνευση και νεωτερισμούς που υιοθετήθηκαν και αφομοιώθηκαν στον χαρακτήρα των Paradise Lost, σε μια μελαγχολικά συμπαγή και ιδιαίτερα πιασάρικη δουλειά, μακριά από το metal παρελθόν του σχήματος.
Συνολικά διαθέτει όλα εκείνα τα συστατικά, που μπόρεσαν να το οδηγήσουν στην κορυφή των charts και των clubs εκείνης της εποχής με singl-άκια τα οποία ήταν οδηγός για την μετάλλαξη του σχήματος. Δεν μπορείς να μείνεις αδιάφορος στην διαχρονική αξία των ύμνων του “One Second” και του “Say Just Words”, που παραμένουν επίκαιρα και τόσο “φρέσκα” ακόμη και μετά από τόσα χρόνια, δείχνοντας την μοναδική ευχέρεια των Paradise Lost να γράφουν ύμνους σε οποιαδήποτε συνθήκη, μέσα στην τεράστια δισκογραφία τους. Φυσικά και στο album υφίστανται και πολλά ακόμη διαμάντια που το κοσμούν όπως τα “Mercy”, “Soul Courageous”,”Blood of Another”, “Disappear” και “Take Me Down” που ξεχωρίζουν εμφατικά σε ένα δίσκο που κατέληξε να είναι καταδικασμένος να μείνει κλασικός και ιδιαίτερος στις συνειδήσεις των φίλων του σχήματος.
Συνοψίζοντας το “One Second” αποτέλεσε το σκαλοπάτι για την μεταμόρφωσή των Βρεταννών γότθων που ακροβάτησαν σε ηλεκτρονικά περάσματα και μελωδίες δηλώνοντας παρών στις μελλοντικές εξελίξεις του ήχου τους. Διατήρησαν ανέπαφη την σκοτεινή και μελαγχολική χροιά τους έχοντας ως οδηγό ένα synth-ετικό “άρμα” που δίχασε αρχικά αλλά εν τέλη άντεξε στον χρόνο επιτρέποντας στους Paradise Lost να χαράξουν νέα μονοπάτια καθηλώνοντας και ξαφνιάζοντας τους φίλους τους, γράφοντας πλέον τραγούδια με πιο άμεση και “γήινη” προσέγγισή, τονίζοντας την ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου εγχειρήματος.
Θα τολμούσα να ορίσω το “One Second” ως το συνεκτικό κρίκο του παρελθόντος και του μέλλοντος των Paradise Lost στο οποίο προστρέχουν συχνά οι ίδιοι για να προσθέσουν “πινελιές” έχοντας το ως οδηγό στο μελαγχολικό σταυροδρόμι της δισκογραφικής πορείας τους. Για τους προσωπικούς μου αισθητήρες πάντως καθρεφτίζει την ωριμότητα και την ανάγκη μιας ολόκληρης γενιάς για εξέλιξη και πρόοδο. Άπλα αξεπέραστο ακόμη και σήμερα!!!
Tracklist:
One Second
Say Just Words
Lydia
Mercy
Soul Courageous
Another Day
The Sufferer
This Cold Life
Blood of Another
Disappear
Sane
Take Me Down
Οι Paradise Lost είναι:
Nick Holmes – Vocals
Gregor Mackintosh – Lead guitar, Keyboards
Aaron Aedy – Rhythm guitar
Steve Edmondson – Bass guitar
Lee Morris – Drums, Vocals
Είδος: Gothic Rock, Electronic Rock, Synth-Pop
Εταιρεία: Music for Nations
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 14 Ιουλίου 1997
Οι Paradise Lost επιστρέφουν στα πλαίσια του Rockwave Festival 2025, στις 10 Ιουλίου στο Terra Vibe Park, μαζί με τον King Diamond.