KIRK HAMMETT: “Portals”

EP

Ένας μύθος ή μία «συνθήκη» τον «κυνηγούσε» πολλαπλά κατά το παρελθόν. Κάποτε ήταν τα εκατοντάδες riffs που είχε «στο συρτάρι» για καινούριο δίσκο, την άλλη ήταν εκείνα που έχασε μαζί με το κινητό του ή άλλοτε εκείνα που απορρίπτονταν από τα «κεφάλια» της μπάντας, εν όψει του επόμενου καινούριου δίσκου.

Ήρθε λοιπόν η ώρα να «καταθέσει» κάποια στην «μουσική αρένα» και δεν ξέρω αν είναι μέρος ή προκύπτουσα έμπνευση από τα προαναφερθέντα, αλλά σίγουρα αποτελούν το ντεμπούτο του Kirk Hammett, το “Portals” (instrumental EP εκτεταμένης 27λεπτης διάρκειας).
Και μάλιστα, πλέον καταφανέστατα με την επιδοκιμασία της μπάντας, αντίθετα με ότι είχε συμβεί «βαθιά» στο παρελθόν, με τις «βλέψεις», τότε, του συμπαθεστάτου στον γράφοντα (και ουχί μόνο) Jason Newsted. Γεγονός που γίνεται αδιαπραγμάτευτα σαφές, αφού κυκλοφορεί ως το τελευταίο δημιούργημα της Blackened Recordings, της δισκογραφικής εταιρείας, «σφραγίδα», των Metallica, αλλά και «προμοτάρεται» στην επίσημη ιστοσελίδα τους.

Το “Portals” λοιπόν ολοκληρώθηκε ως μία τετράδα συνθέσεων, «αμάλγαμα» πολλαπλών και ετερόκλητων επιρροών του Hammett, και θα μπορούσε να χωριστεί, αρχικά, σε δύο «κεφάλαια». Στη δυάδα που συνέθεσε με τη συμβολή της συζύγου του Lani Hammett και στην έτερη που συνεργάστηκε με τον Edwin Outwater, τον κλασσικό συνθέτη (και) της Συμφωνικής Ορχήστρας του San Francisco, όταν η μπάντα συνεργάστηκε και ηχογράφησε το “S&M 2”. Αποτελεί δε, κατά τον ίδιο, μία διαδρομή σε κινηματογραφικές δεκαετίες, «εισρέουσες» στη μουσική.

“Maiden and the Monster”

Η πρώτη από τις συνθέσεις που συνεργάστηκε με την Lani Hammett, έχει έκδηλη την επίδραση “horror movies” μουσικής, «στοιχειωμένης» και αποτυπωμένης σε ένα βασικό, αρκούντως επαναλαμβανόμενο riff, που θα παραπέμψει και παρασύρει τον ακροατή σαν «ηχητική σειρήνα», πάνω από σημεία του “Call of Ktulu”. Ο H.P. Lovecraft, ο Cliff και ο Dave, που ήταν οι υπόλοιποι συνδημιουργοί μαζί με τα παλιά, εναπομείναντα μέλη των Metallica, μοιάζουν να εμφανίζονται σαν μορφές στην εναλλαγή των νοτών της σύνθεσης, και ο «παραμυθένιος» τίτλος χάνεται σε «τρομακτικά ηχοτοπία» «σμιλευμένα» τεχνηέντως, ιδιαίτερα κατά την «διεισδυτική εμφάνιση» του cello στη δομή της δημιουργίας.
«Συγχρωτιζόμενο» δε με την κιθάρα του δημιουργού της, παράγει «μεγαλο-οθονικό» σασπένς και κινηματογραφική «εσάνς» και ατμόσφαιρα. Στην προοδευτικότητα της «ραχοκοκαλιάς» της, τα solos και οι κιθαριστικές «πινελιές» ταξιδεύουν τον ψυχισμό από το απαισιόδοξο στο δυναμικά ελπιδοφόρο, με μία «γέφυρα» να ορθώνεται με ένα solo στη μέση της σύνθεσης και ένα ακόμα κιθαριστικό «παραλήρημα» να οδηγεί στην τελική κορύφωσή της.

“The Jinn”

Η δεύτερη εκ των «οικογενειακών» συνθέσεων, αποτελεί ακόμα μία σαφή παραπομπή στην «εκφραστική σπονδυλωτότητα», μία ακραιφνώς χαρακτηριστική παράμετρο του EP. Η έναρξη εδώ αποτελείται από μία «συγχορδία» κρουστών και κιθάρας, για να την διαδεχθεί μία ακόμα «γέφυρα» στο 1/3 του συνόλου της «οντότητάς» της. Το cello που την καθορίζει, ταξίδεψε εδώ τον γράφοντα σε πολυαγαπημένα «μονοπάτια», κάπου εκεί στα μέσα ενός δημιουργήματος που όμοιό του δεν έχει «συναντήσει» και αναρίθμητες φορές διαχρονικά, του αριστουργήματος που τιτλοφορήθηκε ως “To Live is to Die”. Η αγριότητα του cello στη συνέχειά της θα οδηγήσει σε ένα εναλλασσόμενο, εκφραστικό «τζαμάρισμα» οργάνων, ακροβατούμενο ανάμεσα σε rock («σατανικά» ακούσια σε σημείο εκεί στο 3:15, θύμισε τους «θεούς» Sacred Reich) και κλασσική μουσική, που θα οδηγηθεί «μαθηματικά» και «ανώμαλα ομαλά» στην ολοκλήρωση της σύνθεσης, με την καθοριστικής ομορφιάς συνδρομή του μπάσου.

“High Plains Drifter”

Η μικρότερη, εκ των τεσσάρων, «ψηφίδα» του ορχηστρικού δημιουργήματος, είναι η πρώτη εκ των δύο που αποτελούν αποκύημα της σύμπραξης με τον κλασσικό συνθέτη Edwin Outwater. Με την «σφραγίδα» του «συνένοχου» να είναι «ηχηρά» εμφανής στην δόμησή της, αλλά και με την συνεισφορά του στα πλήκτρα. Επικουρικά σημαίνουσα και η «οργασμική» συνάντηση πολλαπλών εγχόρδων και πνευστών κλασσικών οργάνων, «προσομοιάζοντα» ανθρώπινη λαλιά σε σημεία, ενώ η vocalize συνεισφορά της Eliza Bagg, χαρακτηρίζει μαγικά, νοσταλγικά, αιθέρια και ταξιδιάρικα το τελικό αποτέλεσμα. Συναισθηματικό, κινηματογραφικό, αισιόδοξο, αποτελεί μάλλον την πιο «γήινη» και «εγκόσμια σελίδα» σε ένα ακροβατούν «σκηνικό» μεταξύ τρόμου, φαντασίας και μουσικής πραγματικότητας. Θαρρείς δε, ότι ο Ennio Morricone από μια γωνιά, χαζεύει μειδιώντας και κλείνοντας το μάτι.

“The Incantation”

Παρεμφερώς, «κλασσικά» δομημένο κομμάτι, το “The Incantation” αποτελεί την ευρύτερη, σε διάρκεια, σύνθεση. Θα ταξιδέψει τον «μυημένο» (στο άκουσμά τους) στα “S&M”, ενώ ταυτόχρονα θα εισχωρήσει στα «ενδότερα» πιο rock/“heavy” «μονοπάτια» του “Portals”, αλλά και θα θυμίσει το αναπόφευκτα επιδραστικό παρελθόν του δημιουργού, ως μέλος ενός εκ των πιο «χαρακτηριστικών» και σημαντικών μουσικών groups. Πορευόμενο σε πιο σταθερή «ρότα» αλλά ταυτόχρονα σπονδυλωτό, περισσότερο «αμείλικτο» από ότι «συναισθηματικό» σε σχέση με τα προηγούμενα, «εκπέμπει αγριάδα», «επιθετικότητα» και μυστήριο, σε μια ξαναεπισκεφθείσα «λωρίδα μουσικής γης».

Η ατομική «σφραγίδα» του Hammett, μπαίνει «φαρδιά πλατιά» πέρα από την έμπνευση και τη σύνθεση, τόσο στην παραγωγή όσο και στην μίξη του “Portals”, παρέα με τον «πολύ» Bob Rock.

Η συναισθηματική και νοητική σύγκλιση στο άκουσμά του, δεδομένα οδηγούν και «εγκαθιδρύουν» καθεστώς αποδοχής. Αναντίρρητα προϊδεάζουν αλλά και συνηγορούν στο να δεχθεί με κυριεύουσα πειθώ, την σημαντικότητα του εγχειρήματος. Το «μίγμα» prog, κλασσικών, horror, soundtrack στοιχείων και ό,τι άλλου ήταν συσσωρευμένο στο «καταπιεσμένο μουσικό μυαλό» του κιθαρίστα των Metallica, είναι δεδομένα ελκυστικό. Δεν ξέρω αν θα ενθουσιάσει χωρίς πλείστες «διαρροές» τους ακροατές του. Η δυνητικά «οπτικο-ακουστική» δουλειά του Hammett πάντως, «άγγιξε» και «σκλάβωσε» την προσοχή του γράφοντα, πείθοντάς τον για την βεβαιότητα και σημαντικότητα αποδοχής του δημιουργού της, ως πλέον ενεργά συμμετέχοντα σε μελλοντικά πονήματα μιας από τις αγαπημένες του μπάντες.
Το «ταξίδι» στον «κόσμο» του “Portals” δεν απαίτησε στάσεις. Σαν μία εκδρομή που είχαν, πολλοί διαφορετικοί, «περαστικοί» ή «θαμώνες», ανάγκη από καιρό. Και….κύλισε «μονορούφι».

Δισκογραφική Εταιρεία: Blackened Recordings
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 23 Απριλίου 2022

Μουσικοί:

Kirk Hammett, Guitars
Edwin Outwater, Keyboards & Orchestra Leader (High Plains Drifter, The Incantation)
Eliza Bagg, Vocalize (High Plains Drifter, The Incantation)
Emmanuel Ceysson, Harp (High Plains Drifter, The Incantation)
Andrew Bain, Horn (High Plains Drifter, The Incantation)
Nadia Sirota, Viola (High Plains Drifter, The Incantation)
Nathan Cole and Akiko Turamoto, Violin (High Plains Drifter, The Incantation)
Mathilde Sternat, Cello (Maiden and the Monster, The Jinn)
Ben Lash, Cello (High Plains Drifter, The Incantation)
Greg Fidelman, Bass (Maiden and the Monster)
Brad Cummings, Bass (High Plains Drifter, The Incantation)
Philippe Bussonnet, Bass (The Jinn)
Julien Charlet, Percussion (The Jinn)
Marcel Feldmar, Drums (Maiden and the Monster)
Abraham Laboriel, Drums (The Jinn)
Jon Theodore, (QOTSA) Drums (High Plains Drifter, The Incantation)

“Portals” (EP) tracklist:

  1. Maiden and the Monster (7:17)
  2. The Jinn (6:57)
  3. High Plains Drifter (4:45)
  4. The Incantation (8:07)

Facebook: https://web.facebook.com/kirkHammett
Instagram: https://www.instagram.com/KirkHammett/
Twitter: https://twitter.com/kirkhammett
YouTube Channel: https://www.youtube.com/channel/UCYkR-vBusOFfBPXzG3YOCWQ
https://linktr.ee/KirkHammett

Avatar photo
About Σταύρος Βλάχος 575 Articles
Born in a shiny, Athens West Coast’ s town …. την χρονιά που κυκλοφόρησαν κάποια «μνημεία» της metal και rock (“Let There Be Rock”, “Bad Reputation”, “Sin After Sin”, “Spectres” and “Love Gun”). Πορεύθηκε μεταξύ Metallica, Sepultura, Iron Maiden, Raw Silk, Sacred Reich, Black Sabbath, DIO, Whitesnake, Obituary, Led Zeppelin, Megadeth, Savatage, AC DC και Rainbow, πριν «χαθεί» στον «κόσμο» του Jim Matheos, των Fates Warning και φτάσει να «ανακαλύψει» τον «τόπο» καλύτερων ανθρώπων, μέσω των The Paradox Twin. Ευχαριστεί τον μεγαλοδύναμο που έχει ακούσει live τον DIO, τους Black Sabbath και τους AC DC εν έτει 2009 και που πιτσιρίκος «έλιωνε» τα αγαπημένα του “....And Justice for All”, “Parallels”, “Silk Under the Skin” και “Rust in Peace”. Η ζωή γίνεται ομορφότερη αν στοχάζεσαι ότι «Ἓν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα», και επιχειρείς να εφαρμόσεις το “Carpe Diem”, προσπαθώντας να παραμείνεις άνθρωπος, σε μία εποχή που αυτό φαντάζει η σημαντικότερη πρόκληση και η μόνη «επανάσταση». Αν η ζωή ήταν ταινία, θα έπρεπε να είναι ένα «μείγμα» του «Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών» και της «Λίστας του Σίντλερ» και να «εμποτίζεται» συνεχώς με την πανέμορφη εικονοπλασία του λόγου του Καζαντζάκη στο «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται». Τί κι αν έχει αντικρύσει ουρανούς σε ωκεανούς και πόσες θάλασσες, εκείνος ο μοναδικός, από το μπαλκόνι της παιδικής του ηλικίας στο ορεινό Ρωμανό κοντά στο Σούλι, θα παρέχει πάντα την σημαντικότερη, πιο «μεστή» γαλήνη ψυχής. Όταν δεν ψάχνει μουσικές, θα «σκάει» τη στρογγυλή «θεά», που «εκτόξευσε» ο goat MJ ή θα «ψυχοθεραπεύεται» πάνω σε μία “forty eight”, ατραπό για την «σωτηρία της ψυχής».