Πέρασαν 10 ολόκληρα χρόνια από την τελευταία κυκλοφορία των Αμερικανών Job For a Cowboy που σχεδόν ξεχάσαμε την ύπαρξή τους. Το “Sun Eater” (2014) αποτέλεσε ένα ακόμη βήμα στην εξελικτική πορεία της μπάντας. Μιας μπάντας που δημιουργήθηκε από μερικούς 15χρονους (μοναδικός παραμένων ο τραγουδιστής Jonny Davy) και η οποία τα πρώτη της βήματα τα έκανε στα “βαλτώδη κανάλια” του deathcore.
Στην πορεία όμως, και κυρίως με το 2ο album της, “Ruination” μπήκε στη “μεσαία” λωρίδα του death metal και δη του προοδευτικού και ακραία τεχνικού. Οι Αμερικανοί είναι αλήθεια πως έλειψαν σε πολύ κόσμο που αρέσκεται σε αυτή τη μουσική. Το ίδιο συνέβη και με εμένα. Το μεγάλο διάστημα απουσίας τους με έκανε κάπως επιφυλακτικό ως προς το τελικό αποτέλεσμα όμως οι JFAC το πιάνουν από εκεί που το άφησαν με τον προ 10ετίας δίσκο τους, και μάλιστα το τραβάνε ακόμα παραπέρα με τεχνικότατο death metal υψηλής απόδοσης από όλη την πεντάδα.
Με το που σε “χτυπούν” οι πρώτες νότες της εισαγωγής του σχεδόν Opeth-ικού “Beyond the Chemical Doorway” νιώθεις πως κάτι σε περιμένει στη γωνία. Πριν το καταλάβεις “the cowboy gets his job back” και σε “σπρώχνει” στη δίνη του δίσκου. Εναλλαγές ρυθμού από ‘κει που δεν το περιμένεις, blast beats εναλλάσσονται με περίπλοκα ρυθμικά σημεία και progressive μελωδικές “γέφυρες”. Κύριος υπεύθυνος για αυτό, εκτός από τους συνήθεις υπόπτους, το κιθαριστικό δίδυμο των Alan Glassman και Tony Sannicandro, είναι ο άνθρωπος που κάθεται πίσω από το drumkit.
Η μπάντα για το album επέλεξε τον Navene Koperweis, ο οποίος είχε συμμετάσχει στο τελευταίο album των Machine Head αλλά υπέγραψε και το περσινό του εκπληκτικό πόνημα με το δικό του project, τους Entheos. Ο Navene λοιπόν φέρνει μαζί του, πέρα από την απίστευτη τεχνική του και την αλλοπρόσαλλη προσέγγιση στο παίξιμό του, η οποία αποκαλύφθηκε με τους Animals As Leaders. Πατώντας πάνω στα “στρώματα” από riffs που “χτίζουν” οι άλλοι δύο, επιταχύνει και φρενάρει το ρυθμό όπως και όποτε θελήσει, παραδίδοντας όμως ένα τελικό αποτέλεσμα βγαλμένο θαρρείς από μετρονόμο.
Ακούς για παράδειγμα το “Etched In Oblivion” κι ενώ σε σημεία φαίνεται ότι ο καθένας παίζει ό,τι του κατέβει, αυτό που φτάνει στα αυτιά σου είναι ένα συμπαγές ηχητικό “τείχος” που σε “καταπλακώνει”. Η φωνή του Davy παραμένει αναγνωρίσιμη, συνδεδεμένη με τους JFAC και φυσικά τηρουμένων των αναλογιών, αφού μιλάμε για death metal. Πόσο χαρακτηριστικά μπορούν να γίνουν τα growls πια; Αυτός όμως που πραγματικά λάμπει με την απόδοσή του είναι ο μπασίστας Nick Schendzielos. Ο συνονόματος και πάλι βρίσκει (ή και του αφήνουν) χώρο να “διανθίσει” απ’ άκρη σ ‘άκρη όλες τις συνθέσεις με το παίξιμό του. Ενδεικτικά θα αναφέρω, αν και σε όλο το μήκος και πλάτος των συχνοτήτων γίνεται χαμός, τα “The Sun Gave Me Ashes So I Sought Out the Moon” (τι τίτλος!!!), “Into the Crystalline Crypts” και “The Agony Seeping Storm”.
Ναι, το “Moon Healer” δεν είναι ένα “εύπεπτο” άκουσμα, ακόμα για όσους “υπηρετούν” αυτό τον ήχο. Φαντάσου λοιπόν το καλύτερο φαγητό που έχεις φάει ποτέ με πολλά υλικά μέσα σε αυτό. Στην αρχή νομίζεις πως δε θα καταφέρεις να ξεχωρίσεις τις γεύσεις. Και όμως… Μετά από 2-3 μπουκιές έχεις ξεχωρίσει και γευτεί τα πάντα και από ‘κει και έπειτα απολαμβάνεις την κάθε δαγκωνιά. Δεν ξέρω αν οι JFAC καταφέρουν να ελκύσουν τον δικό σου ακουστικό “ουρανίσκο” (τον δικό μου τον κατάφεραν), αυτό που ξέρω είναι ότι κατά πάσα πιθανότητα το “Moon Healer” αποτελεί το καλύτερο “πιάτο” που έχουν παρουσιάσει μέχρι τώρα στο μενού τους.
Είδος: Progressive death metal
Δισκογραφική: Metal Blade Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 23 Φεβρουαρίου 2024