IN THE WOODS…

INTERVIEW

Έξι χρόνια πέρασαν από το reboot της εμβληματικής μεταλλικής avant-garde μπάντας των ‘90s, In The Woods… μέσα σε αυτά τα χρόνια κατάφεραν να μας εντυπωσιάσουν με δύο albums, ενώ μόλις φέτος κυκλοφόρησαν ένα ακόμα διαφορετικό βήμα στην καριέρα τους, το “Diversum”. Λίγο πριν εκπνεύσει το 2022, ο Σπύρος Χονδρογιάννης βρίσκει την ευκαιρία να συνομιλήσει με τον κιθαρίστα των Νορβηγών, Kåre André Sletteberg, για όλα όσα συμβαίνουν Μέσα Στα Δάση…

Χαιρετισμούς από την Ελλάδα, Kåre! Είναι τιμή να σε έχουμε εδώ στο Soundcheck και για μένα προσωπικά να μιλάω μαζί σου σε αυτή την συνέντευξη, όντας fan της μπάντας από τα μέσα του ‘90.
Kåre: Χαιρετισμούς και ευχαριστώ για το ενδιαφέρον προς την μπάντα στο παρόν, αν και εγώ είμαι μέρος όλου αυτού μόλις επτά χρόνια τώρα, από το 2015 που έγινα μέλος.

Το “Diversum” είναι νεογέννητο. Νιώθεις πως ό,τι είχατε στο μυαλό σας για το νέο album εκπληρώθηκε πλήρως;
Νιώθω πως το νέο album είναι η πραγματική εικόνα του που βρισκόμαστε σαν μπάντα σήμερα. Όταν όλες οι λεπτομέρειες μπήκαν στη θέση τους, τα πράγματα κύλησαν περιέργως πολύ ομαλά. Είμαστε μια παρέα από καλούς φίλους που παίζουν μουσική. Και για πρώτη φορά εδώ και πολύ, πολύ καιρό, είμαστε όλοι στην ίδια πόλη πάλι. Είναι τέλειο για μένα, να υπάρχει αυτό το δέσιμο για πρώτη φορά στους In The Woods… Εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον 100% και αυτό κάνει τη διαφορά!

Νομίζω πως ο τίτλος “Diversum” περιγράφει απόλυτα όλες τις κυκλοφορίες σας. Ποια σημασία από όλες όσες εκφράζει η λατινική λέξη, ταιριάζει απόλυτα στο νέο album, μουσικά και στιχουργικά;
Το νόημα που ταιριάζει σε αυτό το μουσικό έργο, για μένα, είναι το “διαφορετικό”, αφού είναι αυτό που είναι. Επίσης είναι η περιγραφή των In The Woods… του παρελθόντος (τα τρία πρώτα albums) και τώρα το “Diversum” είναι πάλι πολύ διαφορετικό από το “Pure” και το “Cease The Day”. 

Ο Bernt Fjellestad στα φωνητικά, είναι το νεότερο μέλος της μπάντας. Είναι επίσης ο πιο “διαφορετικός” από όλους τους τραγουδιστές της. Το υλικό του “Diversum” είχε γραφτεί πριν τον Bernt ή μετά; Οι φωνητικές του δυνατότητες επηρέασαν τη διαδικασία της σύνθεσης ή εμπλούτισε με αυτές το ήδη υπάρχον υλικό;
Είχαμε ηχογραφήσει οκτώ τραγούδια όσο ο James (Fogarty) ήταν ακόμα στην μπάντα, αλλά τρία από αυτά ήταν δικά του, οπότε τα πήρε μαζί του φεύγοντας. Έτσι, κάτσαμε και γράψαμε τρία ακόμα τραγούδια για να έχουμε υλικό της διάρκειας ενός album. Είχαμε ένα σχέδιο για το πως θέλαμε να ακούγεται, αλλά όταν ήρθε ο Bernt Fjellestad, τα πράγματα πήραν μια ακόμα καλύτερη τροπή. Δεν θα μπορούσαμε να είχαμε μαντέψει πόσο ψυχή και χαρακτήρα θα έβαζε στα τραγούδια. 

Τι συνέβη με τον James Fogarty;
Κάνοντας μια μεγάλη ιστορία σύντομη: Δεν ήθελε να συμμετάσχει στην δημιουργική διαδικασία και είχε αρκετά θέματα με συγκεκριμμένα μέλη της μπάντας. Έτσι, δεν υπήρχε λόγος να συμβούν πράγματα που είχαν συμβεί και στο παρελθόν…πήρε την απόφασή του και βγήκε εκτός.

Μου είναι ξεκάθαρο πως το “Diversum” απεικονίζει αυτό που έχουν καταλήξει να είναι οι άνθρωποι και τους τρόπους με τους οποίους έχουν προδώσει τη φύση. Η “Υπέροχη Κρίση” (“Wonderful Crisis”) της “Ανθρωπότητας” (“Humanity”) που ονομάζεται Covid-19, επηρέασε το στιχουργικό concept του album;
Λοιπόν…δεν διαφωνούμε για το concept του album, αν και δεν έγινε εσκεμμένα, επί τούτου. Ούτε καν. Το album στηρίζεται σε συναισθήματα που δημιουργήθηκαν από γεγονότα που τρέχουν στις ζωές των ανθρώπων αυτή την περίοδο. Ζήσαμε μια πανδημία, τώρα αντιμετωπίζουμε έναν πόλεμο στην Ευρώπη. Δεν είναι φωτεινές στιγμές της ζωής μας αυτές.

Το ταξίδι των ITW ξεκίνησε στην Misanthropy Records. Μετά το reboot, υπογράψατε με την Debemur Morti, ενώ το “Diversum” κυκλοφόρησε από την Soulseller Records. Είστε ευχαριστημένοι με αυτή την αλλαγή;
Ω ναι. Νιώθουμε πως η Soulseller νοιάζεται πραγματικά για τους fans της μπάντας και αυτό είναι κάτι που εκτιμούμε περισσότερο από όλα τα άλλα! Βέβαια το μέλλον είναι αβέβαιο. Κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί.

Υπάρχουν σχέδια για ένα “Diversum Tour”;
Ναι, υπάρχουν. Θέλαμε να βγούμε στο δρόμο αυτή την άνοιξη, αλλά τα πράγματα είναι δύσκολα στις εποχές που ζούμε, περισσότερο από όσο περιμέναμε. Οπότε τώρα δεν έχουμε κάτι σίγουρο, αλλά πιστεύω πως σύντομα θα μπορούμε να κοινοποιήσουμε κάποια νέα.

Απόλαυσες την πρώτη σου επίσκεψη στην Ελλάδα το 2018; Υπάρχει καμία περίπτωση να περάσετε από εδώ πάλι, με αφορμή το νέο album;
Λατρεύω την Ελλάδα. Είναι το πιο αγαπημένο μέρος που έχω βρεθεί. Είμαι σπασικλάκι με την Ιστορία και λάτρης της φιλοσοφίας, οπότε το να τριγυρίζω τους δρόμους της Αθήνας ζαλισμένος από το ούζο, γνωρίζοντας την ιστορία των δρόμων και των μνημείων, ήταν όλα σημαντικά για μένα. Μακάρι να επιστρέψουμε! Δεν μπορώ να σταματήσω να ενοχλώ το management μας επί του θέματος.

Τώρα που η χρονιά έχει τελειώσει και όλοι εμείς εδώ στο περιοδικό είμαστε fans λιστών…ποια είναι τα αγαπημένα σου albums για το 2022;
Για να είμαι ειλικρινής, ακόμα προσπαθώ να φτιάξω την λίστα του 2021, χαχα! Δεν μπορώ να σταματήσω να ακούω το album των Dold Vorde Ens Navn.

Σε ευχαριστώ για τον πολύτιμο χρόνο σου, Kåre! Τα τελευταία λόγια της συνέντευξης δικά σου!
Σε ευχαριστώ πολύ για τις ερωτήσεις. Σε όλους τους Έλληνες ITW fans, ελπίζουμε να σας δούμε σύντομα. Πραγματικά δεν βλέπω την ώρα να κάτσω σε ένα εστιατόριο, πίνοντας παγωμένη μπύρα και τρώγοντας χοιρινό σουβλάκι, απολαμβάνοντας τη ζωή μου. Τίποτα καλύτερο από αυτό! Επίσης, να με κεράσετε ένα ποτό αν με δείτε, χαχα! Πλάκα κάνω! (ή όχι;)

Avatar photo
About Σπύρος Χονδρογιάννης 59 Articles
Γεννημένος στην Αθήνα την χρονιά που οι Rush κυκλοφόρησαν δύο albums, αλλά και που ο Alice Cooper μας καλωσόρισε στον εφιάλτη του, δεν πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να λατρέψει τους Sabbath του Dio και του Tony Martin, τους Fates Warning και τους Sanctuary, τους Candlemass και τους Crimson Glory. 15 χρόνια μετά, τον συνεπήρε η ποίηση των The Mission, Fields Of The Nephilim, And Also The Trees και Nosferatu, ενώ ο απόλυτος συνδυασμός μελωδίας και μαυρίλας του συστήθηκε με φρέσκους, τότε, ήχους των Paradise Lost, My Dying Bride, Anathema, Elend και Katatonia. Ολοκληρώθηκε μόλις ανακάλυψε την μαγεία του David Bowie, του Scott Walker, του Neil Hannon και του Jarvis Cocker αλλά και του J-Rock/Visual Kei πολύχρωμου κόσμου πριν πατήσει τα πρώτα -άντα του. ‘Οταν δεν ασχολείται με τα εξαναγκαστικά βιοποριστικά που ποσώς τον ενδιαφέρουν, κρατάει τα drum sticks του και νιώθει λίγο σαν τους ήρωες του, Neil Peart και Mark Zonder, ενώ ο υπόλοιπος ελεύθερος χρόνος του είναι και πάλι μουσική, μουσική, μουσική - και κινηματογράφος, καθώς τον σπούδασε, όπως και videogaming, γιατί το ιδανικό μέρος να ζει κανείς είναι ξεκάθαρα το Silent Hill, όλοι το ξέρουν αυτό.