Τέσσερα άλμπουμ σε 28 χρόνια είναι μια προφανής εξίσωση μεγάλων δυσκολιών, αναποδιών και περιορισμένης αναγνώρισης για το περιπετειώδες μουσικό καράβι του κιθαρίστα/(περισσότερο κατ ανάγκη) τραγουδιστή των Γερμανών progsters, Andy Schmidt. Το γενναίο σχήμα από τη Λειψία, σε όλη αυτή τη δύσβατη διαδρομή, είδε πολύ κόσμο να έρχεται και να φεύγει, σε μια πυκνότητα αλλαγών που ίσως να ζήλευε και ο Blackmore στις χρυσές μέρες των Rainbow.
Όταν όμως επανέρχονται με νέο δισκογραφικό χτύπημα, μόλις τρία χρόνια μετά το εξαιρετικό “The Liberation”, τα πράγματα μοιάζουν να έχουν σοβαρέψει αρκετά, με το πείσμα του πιλότου τους να αφήνει πίσω όλα τα κύματα του παρελθόντος. Αν υπάρχει ένα κατόρθωμα που μπορεί κανείς να επικαλεστεί άμεσα για τους γερμανούς, είναι η μεγάλη μουσική διαδρομή που έχουν διανύσει με τόσες λίγες κυκλοφορίες. Ο μεγαλύτερος ρυθμιστής αυτού του επιτεύγματος, υπήρξε αναμφισβήτητα το “Gloria” του 2006, μια απροσδόκητη για πολλούς, υπερβατική μεταστροφή με αρκετά ηλεκτρονικά στοιχεία, προκλητική κατεύθυνση και μια φρεσκάδα που μάλλον ξάφνιασε ή και τρόμαξε αρκετούς.
Δεν είμαι σε θέση να μπορώ να ξέρω πόσο ακριβά πλήρωσε η μπάντα αυτό το τόλμημα, μπορώ όμως εύκολα να ακούσω πως το “Ayam” πλέει σχεδόν στην ίδια γειτονιά με τον προκάτοχό του, ενισχύοντας μια συνολική μουσική έκφραση, που μόνο εύκολη ή φτηνή δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις. Βέβαια, με δεδομένη τη μικρότερη χρονική απόσταση, είναι μάλλον αναμενόμενη μια συγγένεια ήχου και κατεύθυνσης.
Το “Ayam” είναι ένα παχύ άλμπουμ με πηχτό σκοτάδι, με κορυφώσεις και διακοσμημένες σιωπές. Οι εκρήξεις του είναι στιγμές που μοιάζουν ικανές να σε συνθλίψουν, ή αν σε αφήσουν να συνεχίσεις το δρόμο ενός απροσδιόριστου σχεδόν μαρτυρίου, να σε μαστιγώσουν με μια σχεδόν γοτθική, πειθαρχημένη οργή. Τα σφιχτά ριφ που εύκολα μπορούν αποσπασματικά να μεταλλάσσονται και σε συμπαγείς οροσειρές post metal, τραβιούνται συνήθως από την κινηματογραφική συνοδεία του εμπλουτισμένου με synths ήχου, χτίζοντας ένα τελετουργικό αποτέλεσμα. Από την πρώτη του στιγμή ως το φινάλε, το “Ayam” είναι ένα ταξίδι μεταστροφών, μαύρης οργής και γκρίζας θλίψης, και ο Schmidt άγεται και φέρεται από αφηγηματικές παρεμβάσεις μέχρι επιθετικές εξάρσεις ελεγχόμενων growls. Η μουσική γίνεται από υπνωτικά επικίνδυνη σαν το δέλεαρ ενός πρόωρου τέλους, μέχρι τεχνικά και επιθετικά δύστροπη. Υπάρχουν αναπλάσεις μιας αμφίρροπης υπαρξιακής πάλης σε έναν δίσκο που δεν ανιχνεύεται απόλυτα με μια δυο επισκέψεις. Ο πλούτος, τα επίπεδα, τα ηχητικά στρώματα, οι κρίκοι των διαθέσεων, όλα αποτελούν μια δύσβατη αλλά συνάμα ελκυστική υπόθεση, μια αυθεντικά avant garde μεταλλική εξομολόγηση ενός πολύπλευρου δημιουργού.
Και αν ανέφερα πως βρίσκεται κοντά στον προκάτοχό του, για όσους παρακολουθούν από κοντά το έργο του Schmidt, αυτό υπαινίσσεται μια ενδιαφέρουσα μονομαχία ποιότητας και μεγάλων απαιτήσεων. Είναι μια πρώτης τάξης αφορμή και ευκαιρία για κάθε νέο φίλο και ακροατή των Disillusion να στρέψει τα αυτιά του και να ανακαλύψει θησαυρούς που αγνοούνται εγκληματικά από ακροατές που θα έβρισκαν πολλά από αυτά που τους λείπουν σε πολυτελή μορφή. Αυτό το τελευταίο, πέρα από τον πλούτο ιδεών, ήχων και εμπνεύσεων, ενισχύεται από την απόφαση να αφεθεί η μίξη του άλμπουμ σε διαφορετικά αυτιά από αυτά των συντελεστών, για πρώτη φορά. Η σίγουρη επιλογή του παραγωγού Jens Borgen έκανε όλη αυτή την καταιγίδα ηχητικών ερεθισμάτων, ευδιάκριτη, ισορροπημένη και εύκολη στη μετάφραση για κάθε ακροατή.
Δεν μπορώ να ξέρω αν οι Γερμανοί τρέφουν προσδοκίες να ανατρέψουν την ερμηνεία της αρχικής εξίσωσης του κειμένου. Με έναν αινιγματικό σανσκριτικό τίτλο, παραμένουν πιστοί σε ένα ασυμβίβαστο πνεύμα, ρίχνονται με τη μουσική τους άλλη μια φορά σαν πρόθυμοι χριστιανοί στα λιοντάρια, και αφήνουν όλα τα υπόλοιπα πάνω μας…
Είδος: Progressive metal
Εταιρεία: Prophecy Productions
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 4 Νοεμβρίου 2022
Website: https://disillusion.de/
Facebook: https://www.facebook.com/disillusionBand/