DIAMOND HEAD: Οι επιδραστικοί Βρετανοί κυκλοφορούν το ντεμπούτο τους το 1980

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ - 3 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ

Το “Lightning to the Nations” είναι το ντεμπούτο άλμπουμ του βρετανικού heavy metal συγκροτήματος Diamond Head. Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε το 1979 (μετά τα demos του 1977 και του 1979) και κυκλοφόρησε το 1980 μέσω της Happy Face Records, μιας δισκογραφικής που ήταν  ιδιοκτησία του παραγωγού Muff Murfin του στούντιο The Old Smithy του Worcester, λόγω έλλειψης ενδιαφέροντος από τις μεγάλες δισκογραφικές και ενώ το συγκρότημα  ένιωθε πως έπρεπε να σπρώξει τις εξελίξεις, καθώς άλλα συγκροτήματα της ίδιας εποχής, όπως οι Iron Maiden και οι Def Leppard, είχαν ήδη γίνει μεγάλα ονόματα.

Κυκλοφόρησε αρχικά σε ένα απλό λευκό εξώφυλλο χωρίς τίτλο ή λίστα κομματιών και στη συνέχεια ονομάστηκε έτσι από το πρώτο κομμάτι του άλμπουμ. Η Metal Blade Records το επανακυκλοφόρησε σε CD το 1992. Το 2001, επανεκδόθηκε στην αρχική του μορφή σαν “White Album” από την Sanctuary Records, με επτά bonus κομμάτια που εμφανίστηκαν σε singles και EP από εκείνη την εποχή.

Οι Diamond Head είχαν κερδίσει αρκετή φήμη στις περιοδείες που άνοιγαν  με τους AC/DC και τους Iron Maiden. Αν και πολλές δισκογραφικές εταιρείες αγωνίστηκαν για να υπογράψουν το συγκρότημα, καμία δεν ήταν διατεθειμένη να δεσμευτεί πλήρως. Το γεγονός ότι το συγκρότημα διοικούνταν εκείνη την εποχή από τη μητέρα του Sean Harris (Linda Harris) δεν βοήθησε στην εμπορική δυναμική του. Έτσι, ενώ άλλα νέα βρετανικά συγκροτήματα heavy metal είχαν υπογραφεί σε μεγάλες εταιρείες και έκαναν τις δικές τους περιοδείες, οι Diamond Head ήταν όλο και πιο ανυπόμονοι και αποφάσισαν ότι θα κυκλοφορούσαν το υλικό τους μέσω της δικής τους δισκογραφικής, Happy Face Records.

Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε μέσα σε επτά ημέρες στο The Old Smythy Studio στο Worcester, το οποίο το συγκρότημα περιέγραψε ως “νεκρό”. Το άλμπουμ βγήκε χωρίς τίτλο, έχοντας πάνω του μόνο την υπογραφή ενός από τα μέλη του συγκροτήματος και ούτε καν τους τίτλους των κομματιών. Ο λόγος για αυτό ήταν ότι ο νέος μάνατζερ του συγκροτήματος, Reg Fellows, είχε ένα εργοστάσιο χαρτονιού και μπορούσε να παράγει λευκά εξώφυλλα με χαμηλό κόστος. Επίσης, ο βασικός λόγος της ηχογράφησης ήταν μια προσπάθεια να βάλουν κάποια κομμάτια για να τα στείλουν σε μια δισκογραφική εταιρεία που θα ήταν πιο πρόθυμη να το κυκλοφορήσει, αφού τα έξοδα ηχογράφησης είχαν ήδη καλυφθεί. Αυτή η ιδέα προήλθε από τους Fellows και τη Linda Harris (από τότε υπεύθυνη περιοδειών). Αρχικά είχαν τυπωθεί μόνο 1000 αντίτυπα του άλμπουμ, τα οποία ήταν διαθέσιμα μόνο στις συναυλίες τους ή μέσω ταχυδρομικής παραγγελίας στην τιμή των £3,50. Στην πραγματικότητα, η μόνη διαφήμιση με ταχυδρομική παραγγελία εμφανίστηκε στο βρετανικό μουσικό περιοδικό “Sounds” και προβλήθηκε για τέσσερις εβδομάδες. To συγκρότημα  όμως δεν πλήρωσε για τη διαφήμιση και κατέληξε να μηνυθεί.

Αυτό το άλμπουμ έχει γίνει ένα από τα πιο περιζήτητα αντικείμενα της εποχής για συλλέκτες δίσκων. Αργότερα, έγινε ένα δεύτερο τύπωμα 1000 αντιτύπων που περιλάμβαναν τη λίστα των κομματιών. Οι μόνες αυθεντικές ταινίες ηχογράφησης χάθηκαν για χρόνια αφού το συγκρότημα τις έστειλε στη γερμανική δισκογραφική εταιρεία Woolfe Records, η οποία όντως κυκλοφόρησε το άλμπουμ (με το εξώφυλλό τους με έναν χάρτη του κόσμου να καίγεται) .

1954- Γεννιέται ο Stevie Ray Vaughan, στο Dallas του Texas, Αμερικανός μουσικός, περισσότερο γνωστός σαν κιθαρίστας και frontman του blues rock trio Stevie Ray Vaughan and Double Trouble. Αν και η mainstream καριέρα του κράτησε μόνο επτά χρόνια, θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς μουσικούς στην ιστορία της blues μουσικής και ένας από τους μεγαλύτερους κιθαρίστες όλων των εποχών.

Στις 27 Αυγούστου 1990, ο Vaughan και άλλοι τέσσερις σκοτώθηκαν σε συντριβή ελικοπτέρου στο East Troy του Ουισκόνσιν, μετά την εμφάνιση με τους Double Trouble στο Alpine Valley Music Theatre. Μια έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτία του ατυχήματος ήταν λάθος του πιλότου και η οικογένεια του Vaughan υπέβαλε αργότερα αγωγή για το θάνατό του κατά της Omniflight Helicopters, η οποία διευθετήθηκε εξωδικαστικά. Η μουσική του Vaughan συνέχισε να σημειώνει εμπορική επιτυχία με αρκετές κυκλοφορίες μετά θάνατο και έχει πουλήσει πάνω από 15 εκατομμύρια άλμπουμ μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες.

1962– Γεννιέται ο Tommy Lee (Thomas Lee Bass), ο πασίγνωστος ντράμερ των Motley Crue, στην Αθήνα, στην Ελλάδα. Ο πατέρας  του ήταν ο David lee Thomas Bass, λοχίας του Αμερικανικού Στρατού των ΗΠΑ, και η μητέρα του η Βασιλική (Βούλα) Παπαδημητρίου, διαγωνιζόμενη στον διαγωνισμό ομορφιάς Μις Ελλάς το 1957. Έχει μια μικρότερη αδερφή, την Αθηνά, η οποία είναι επίσης ντράμερ. Όταν ο Lee ήταν περίπου δύο ετών, ο πατέρας του μετέφερε την οικογένεια πίσω στις Ηνωμένες Πολιτείες, και εγκαταστάθηκαν στην California.

Ο Lee πήρε τα πρώτα του drum sticks όταν ήταν τεσσάρων ετών και το πρώτο του  drum kit όταν ήταν έφηβος. Παράτησε το λύκειο για να ακολουθήσει μια καριέρα στη μουσική, ξεκινώντας από το συγκρότημα του L.A. Club Suite 19. Ως έφηβος άκουγε Led Zeppelin, Van Halen, Cheap Trick, Kiss, AC/DC και Sweet. Οι κύριες επιρροές του στα τύμπανα είναι οι John Bonham, Tommy Aldridge, Alex Van Halen και Terry Bozzio.

1966– Γεννιέται ο Frank Hannon στο Sacramento της California των ΗΠΑ, ιδρυτικό μέλος και βασικός κιθαρίστας του συγκροτήματος TESLA. Ο Frank είναι ένας καταξιωμένος τραγουδιστής-τραγουδοποιός και παραγωγός και οικοδεσπότης του “The FAR OUT! Podcast”. Έχοντας πάθος για όλα τα είδη μουσικής, έχει ηχογραφήσει πολλά σόλο άλμπουμ, συμπεριλαμβανομένων των Guitarz From Marz, Six-String Soldiers, World Peace και των τελευταίων δύο σειρών με διασκευές του με τίτλο “From one place…to Another!”

Ο Frank είναι επίσης παθιασμένοι με άλογα, περνώντας εκτός σκηνής με τη γυναίκα του αρκετό χρόνο για το χόμπι αυτό.

1990– Κυκλοφορεί το “Tales from the Twilight World”, το τρίτο στούντιο άλμπουμ των Γερμανών power metallers Blind Guardian. Αυτό το άλμπουμ είναι η αρχή αυτού που πολλοί θα θεωρούσαν ότι είναι η χρυσή εποχή των Blind Guardian και μαζί του ίσως ακόμη και η γένεση του power metal στυλ. Το εξώφυλλο του άλμπουμ σηματοδοτεί την αρχή μιας γόνιμης synergas;iaw με τον Andreas Marschall, ο οποίος θα δημιουργούσε το εμβληματικό εξώφυλλο και για τα επόμενα τρία στούντιο άλμπουμ. Προκειμένου να ηχογραφήσουν αυτό το σημαντικό άλμπουμ, οι Βάρδοι κατασκεύασαν το δικό τους στούντιο για να αφιερώσουν περισσότερο χρόνο δουλεύοντας σε αυτό, και αυτός ο χρόνος απέδωσε πράγματι καλά: μπορούμε να τους ακούσουμε, για πρώτη φορά, να αγκαλιάζουν ρεφρέν και πλούσιους αφηγηματικούς στίχους στα κομμάτια, να εμπλουτίζουν και να ενσωματώνουν ακουστικές κιθάρες και όργανα περασμένα από synths, με σκοπό να υλοποιήσουν τις ιδέες τους και να χτίσουν τον κόσμο του άλμπουμ.

Avatar photo
About Soundcheck Partner 326 Articles
Souncheck.network