Το “Spiritual Healing” είναι το τρίτο στούντιο άλμπουμ του αμερικανικού death metal συγκροτήματος Death, που κυκλοφόρησε στις 16 Φεβρουαρίου 1990 από την Combat Records. Είναι το μοναδικό άλμπουμ του συγκροτήματος στο οποίο συμμετέχουν τόσο ο κιθαρίστας James Murphy όσο και ο μπασίστας Terry Butler και το τελευταίο με τον ντράμερ Bill Andrews.
Το “Spiritual Healing” ήταν το πρώτο από τα άλμπουμ των Death που είδε τους στίχους του Schuldiner να απομακρύνονται από τα θέματα τρόμου προηγούμενων δίσκων, εστιάζοντας αντί γι’ αυτά στα κοινωνικά θέματα και του “τρόμου της πραγματικής ζωής”, συμπεριλαμβανομένων των κατά συρροή δολοφόνων, του εθισμού στα ναρκωτικά, της γενετικής ανασυγκρότησης και στους θεραπευτές πίστης.
Το μουσικό ύφος είναι σαφώς πιο μελωδικό, μια εντύπωση που τονίζεται από το χαρακτηριστικό παίξιμο κιθάρας του James Murphy. Τα μέλη των Death και ο μάνατζερ/συμπαραγωγός τους Eric Greif έμειναν στο δωμάτιο ενός μοτέλ στο Safari Inn, κοντά στο Busch Gardens, για έξι ολόκληρες εβδομάδες, μέχρι το άλμπουμ να ηχογραφηθεί και να γίνει η μίξη, αν και ο μπασίστας Terry Butler και ο ντράμερ Bill Andrews πήγαιναν συχνά στα σπίτια τους καθώς ζούσαν στην περιοχή της Tampa.
Αυτό ήταν το τελευταίο εξώφυλλο για άλμπουμ των Death που ζωγράφισε ο Ed Repka. Αυτή η περίοδος ήταν μια εποχή μεγάλης διαμάχης για τους Death, καθώς ο Butler και ο Andrews περιόδευσαν στην Ευρώπη χωρίς τον Schuldiner (ο οποίος αρνήθηκε να κάνει την περιοδεία επειδή είχε κακώς οργανωθεί), με τον τραγουδιστή Louis Carrisalez στη θέση του. Ο Butler και ο Andrews αποχώρησαν από το συγκρότημα μετά την περιοδεία. Healing”.
Τα κομμάτια “joke & jam” στην επανέκδοση του “Spiritual Healing” ήταν αποτέλεσμα θερμικής εξάντλησης, καθώς το συγκρότημα έκανε εξάσκηση σε μια μίνι αποθήκη το καλοκαίρι χωρίς κλιματισμό. Το συγκρότημα έπαιξε μερικά τραγούδια και μετά σταμάτησε, καθώς κόντευε να λιποθυμήσει από την έντονη ζέστη.
Το άλμπουμ είχε εξαντληθεί, αλλά επανεκδόθηκε από την Relapse Records τον Νοέμβριο του 2012.
1965– Γεννιέται ο David Lombardo, που είναι Κουβανοαμερικανός ντράμερ, περισσότερο γνωστός σαν συνιδρυτικό μέλος του αμερικανικού thrash metal συγκροτήματος Slayer. Έχει επίσης παίξει με τους Testament, Fantômas, Suicidal Tendencies, Dead Cross, Mr. Bungle και τους Misfits.
Ο Lombardo έπαιξε ντραμς συνολικά σε εννέα άλμπουμ των Slayer, συμπεριλαμβανομένων των “Reign in Blood” (1986) και “Christ Illusion” (2006). Η μουσική του καριέρα μετρά πάνω από 40 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων συμμετείχε στην δημιουργία 35 επίσημων ηχογραφήσεων που καλύπτουν μια γκάμα από διαφορετικά μουσικά είδη.
Καθιερώθηκε για το επιθετικό του τρόπο στο παίξιμο. Το ύφος του έχει χαρακτηριστεί σαν “εκπληκτικά καινοτόμο”. Το Drummerworld τον ονόμασε “ Νονό της δίκασης”. Είχε σημαντική επιρροή στη σκηνή του metal και ενέπνευσε τους σύγχρονους metal drummers, και ιδιαίτερα αυτούς του extreme metal χώρου.
1982– Κυκλοφορεί το “The Concert in Central Park”, που είναι το πρώτο ζωντανό άλμπουμ του αμερικανικού folk rock ντουέτου Simon & Garfunkel, και βγήκε από την Warner Bros. Records. Ηχογραφήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1981, σε μια δωρεάν συναυλία στο Great Lawn στο Central Park της Νέας Υόρκης, όπου το ζευγάρι εμφανίστηκε μπροστά σε 500.000 άτομα. Το βίντεο της εμφάνισης προβλήθηκε στην τηλεόραση και κυκλοφόρησε σε βίντεο. Τα έσοδα διατέθηκαν για την ανάπλαση και συντήρηση του πάρκου, το οποίο είχε υποβαθμιστεί λόγω έλλειψης δημοτικής χρηματοδότησης. Η συναυλία και το άλμπουμ σηματοδότησε την έναρξη μιας τριετούς επανένωσης του Paul Simon και του Art Garfunkel.
Η ιδέα αυτής της συναυλίας στο Central Park είχε προταθεί από τον Επίτροπο Parks Gordon Davis και τον υποστηρικτή Ron Delsener. Το τηλεοπτικό κανάλι HBO συμφώνησε να πραγματοποιήσει τη συναυλία και συνεργάστηκαν με την Delsener για να αποφασίσουν για τους Simon και Garfunkel αν είναι η κατάλληλη επιλογή για αυτό το σκοπό. Εκτός από επιτυχίες από τα χρόνια τους ως ντουέτο, το set-list τους περιελάμβανε υλικό από τη σόλο καριέρα τους και διασκευές. Το σόου αποτελούνταν από 21 τραγούδια, αν και δύο δεν χρησιμοποιήθηκαν στο live άλμπουμ. Μεταξύ των τραγουδιών που εκτελέστηκαν ήταν τα κλασικά “The Sound of Silence”, “Mrs. Robinson” και “The Boxer”. Η συναυλία ολοκληρώθηκε με μια επανάληψη του τραγουδιού του Simon “Late in the Evening”. Οι συνεχιζόμενες προσωπικές εντάσεις μεταξύ του ντουέτο τους οδήγησαν να αποφασίσουν να μην κάνουν μόνιμη επανένωση, παρά την επιτυχία της συναυλίας και μιας επακόλουθης παγκόσμιας περιοδείας.
Το άλμπουμ και η ταινία κυκλοφόρησαν το έτος μετά τη συναυλία. Η εμφάνιση των Simon και Garfunkel εγκωμιάστηκε από τους μουσικοκριτικούς και το άλμπουμ είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία.
1988– Κυκλοφορεί το “Starfish”, που είναι το πέμπτο άλμπουμ του αυστραλιανού rock συγκροτήματος The Church, από την Mushroom Records στην Αυστραλία και από την Arista Records διεθνώς. Όντας το άλμπουμ του συγκροτήματος που τους έκανε γνωστούς και πέρα από την πατρίδα τους, το “Starfish” έγινε χρυσό στην Αμερική και παρέμεινε η πιο επιτυχημένη εμπορικά κυκλοφορία τους. Το άλμπουμ πούλησε 600.000 αντίτυπα μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το πρώτο single, το περίφημο “Under the Milky Way”, μπήκε στο αμερικανικό Billboard Hot 100, φτάνοντας στο Νο24, και στο Νο2 στο chart Mainstream Rock Tracks, που οδήγησε σε σημαντική προβολή του μέχρι τότε σχετικά underground Αυστραλιανού γκρουπ. Στην Αυστραλία το “Under the Milky Way” ανέβηκε στο Νο22, και ο δίσκος έφτασε στο Νο11 στα charts των άλμπουμ.
1993– Κυκλοφορεί το “The Last Rebel” που είναι το έβδομο στούντιο άλμπουμ του αμερικανικού southern rock συγκροτήματος Lynyrd Skynyrd, μέσω της δισκογραφικής εταιρείας “Atlantic”.
Αυτός ήταν ο δεύτερος δίσκος του συγκροτήματος μετά την επανένωση του και συνδύαζε το hard rock με την country, δημιουργώντας ένα μείγμα southern rock, το οποίο όμως δεν έλαβε θετικές κριτικές. Μετά την κυκλοφορία του “The Last Rebel” αποχώρησαν από το συγκρότημα ο ντράμερ Kurt Custer και ο κιθαρίστας Randall Hall.