Articles – THE METAL DIARIES 9: Ο Brian Slagel δίνει την ώθηση στους Metallica

ARTICLE

Ένας έφηβος που μεγάλωσε στο Woodland Hills της California, και αγάπησε από πολύ μικρός τον σκληρό ήχο, βρέθηκε να δουλεύει σε ένα δισκάδικο με το ευρύτερο φάσμα του rock, το Oz Records. Ήταν η εποχή που το NWOBHM σάρωνε την underground σκηνή, όμως ονόματα όπως οι Iron Maiden, Def Leppard και Diamond Head ήταν ακόμα εντελώς άγνωστα στις ΗΠΑ, πέρα από το περίφημο tape trading των απόλυτα μυημένων.

Ο νεαρός της ιστορίας μας, με το όνομα Brian Slagel, άρχισε να εισάγει τους δίσκους της σκηνής αυτής, και βλέποντας το ενδιαφέρον για το ευρωπαϊκό metal να μεγαλώνει συνεχώς, πήρε την πρωτοβουλία να οργανώσει την έκδοση ενός από τα πρώτα metal fanzines, το The New Heavy Metal Revue. Με το fanzine να ανεβαίνει εντυπωσιακά, ο Brian βρέθηκε να αρθρογραφεί σαν συνεργάτης με το περίφημο Kerrang!, το Sounds Magazine και άλλα σπουδαία μουσικά περιοδικά της εποχής.

Ο Slagel γνώρισε κάποια στιγμή τον Lars Ulrich, μέσω του φίλου του John Kornarens, που τον είχε συναντήσει σε ένα παρκινγκ, σε μια συναυλία το 1980. Ο Lars φορούσε ένα μπλουζάκι των Saxon, και κανείς εκείνο τον καιρό στο L.A., εκτός από τον John και τον Lars, δεν ήξερε ποιοι ήταν οι Saxon. Ο John φυσικά του πρότεινε αμέσως να γνωρίσει τον φίλο του, τον Brian. Έτσι, ο Lars βρέθηκε στο σπίτι του, και γρήγορα έγιναν φίλοι. Ήταν η εποχή που το drum set στο σπίτι του Lars ήταν ακόμα αμοντάριστο, και ο Brian γνωρίζοντας ακριβώς τι συνέβαινε στην τοπική σκηνή, είχε την ιδέα να φτιάξει μια συλλογή, με τον τίτλο Metal Massacre, για να συστήσει όλα αυτά τα νέα ονόματα στον κόσμο. Όταν μοιράστηκε την ιδέα του με τον Lars, αυτός τον ρώτησε, σε περίπτωση που ετοίμαζε τη μπάντα του, αν θα ήταν μέρος της συλλογής.

Ο Lars είχε κολλήσει για τα καλά με τον James Hetfield, αλλά δεν μπορούσαν να βρουν άλλους για το σχήμα, έτσι οι εξελίξεις είχαν βαλτώσει για κάποιον καιρό. Όμως ο Lars δεν ήθελε εύκολα να αφήσει χαμένη την ευκαιρία της συλλογής. Με δική του επιμονή, δούλεψε ξανά με τον James το “Hit the Lights”, μια σύνθεση από το προηγούμενο συγκρότημα του James. Στην αρχική ηχογράφηση ο James έγραψε και το μπάσο, ενώ στα lead θέματα της κιθάρας τους βοήθησε κάποιος γνωστός τους με το όνομα Lloyd Grant. Ο Lars πρόλαβε και έφερε την κασέτα τους την τελευταία στιγμή, ενώ έκαναν ήδη mastering στο άλμπουμ. Ο Brain δεν το είχε ξανακούσει, αλλά δεν ήταν καθόλου κακό. Απλά έπρεπε να μεταφέρουν την κασέτα σε ταινία, και αυτό κόστιζε 50 δολάρια. Κανείς από τη μπάντα δεν είχε επίσης χρήματα, και ευτυχώς ο φίλος του Brian, John είχε τα 50 δολάρια, αλλιώς οι Metallica μπορεί να μην ήταν στο δίσκο, και κανείς δεν ξέρει με σιγουριά πόσο θα άλλαζε η ιστορία τους. Η συλλογή κυκλοφόρησε στις 14 Ιουνίου 1982, και στα πρώτα αντίτυπα το όνομα του γκρουπ ήταν γραμμένο “Mettallica”, κάτι που τους έκανε να θυμώσουν.

Ο Brian τους είδε ζωντανά για πρώτη φορά στη δεύτερη ουσιαστικά εμφάνισή τους, ανοίγοντας για τους Saxon. Ήταν η αρχική σύνθεση, με τον Ron McGovney στο μπάσο, και τον Dave Mustaine πια στην κιθάρα. Ο James τότε μόνο τραγουδούσε και ήταν πολύ ντροπαλός, με τον Mustaine να έχει αναλάβει πλήρως την επικοινωνία με τον κόσμο. Ήταν πολύ καλύτεροι από αυτό που περίμενε μετά την αρχική εντύπωση του τραγουδιού: δεν ορκιζόσουν πως θα γίνονταν η μεγαλύτερη μπάντα του πλανήτη, αλλά ήταν πολύ καλοί. Στο setlist υπήρχε φυσικά το “Hit the Light” και ίσως ακόμα ένα δικό τους σε πρώιμη μορφή, μια διασκευή του τραγουδιού Blitzkrieg, και κάποιες διασκευές από Diamond Head. Ο dj που έπαιζε μουσική, έβαλε κάποια στιγμή ένα τραγούδι των Diamond Head, και ο Lars έτρεξε έξαλλος να τον σταματήσει, καθώς ήταν στη λίστα τους και δεν ήθελε να ξέρει ο κόσμος πως δεν ήταν δικό τους!

Οι Metallica δεν ταίριαζαν φυσικά καθόλου με την υπόλοιπη σκηνή του L.A., και γι’ αυτό οι περισσότεροι τους θεωρούσαν κάτι σαν μια σκληροπυρηνική punk μπάντα. Έπαιξαν αρκετά στο Orange County, πιο νότια, αλλά δεν μπορούσαν να βρουν κοινό στην περιοχή αυτή. Όταν λοιπόν ο Slagel διοργάνωσε το Metal Massacre στο San Francisco και προέκυψε έκτακτα η αποχώρηση μιας μπάντας, κάλεσε τον Lars να παίξουν. Ο Slagel ήξερε τη σκηνή εκεί, με δυνατές μπάντες όπως οι Exodus, αλλά έπαθε σοκ όταν είδε το ντελίριο του κόσμου όσο έπαιζαν οι Metallica, κάτι που δεν θα έβλεπαν ποτέ στο L.A.. Το tape trading έκανε εξαιρετική δουλειά στο San Francisco, υπήρχαν τύποι σαν τον Ron Quintana (που ουσιαστικά υπήρξε και ο νονός του γκρουπ) και τον Brian Lew, που είχαν fanzine και εκπομπή στον ραδιοφωνικό σταθμό του πανεπιστημίου, και είχαν ήδη παίξει τη μπάντα εκεί και ήξεραν τα πάντα για το συγκρότημα, κάτι που φαινόταν πραγματικά  τρελό τότε.

Ο Cliff Burton έπαιζε μπάσο στους Trauma, ένα γκρουπ από το San Francisco που συμπεριλήφθηκε στη συλλογή “Metal Massacre II”. Κάποια στιγμή έκαναν μια εμφάνιση στο Troubadour του L.A., και ο Slagel πήγε να τους δει. Η μπάντα ήταν καλή αλλά ο μπασίστας ήταν πραγματικά απίστευτος, τόσο σε απόδοση όσο και σε σκηνική παρουσία, κάποιος που τον έβλεπες και δύσκολα τον ξεχνούσες. Ένα μήνα αργότερα, ο Lars μίλησε με τον Slagel και του είπε πως έψαχναν έναν πιο απαιτητικό μπασίστα από τον Ron, και φυσικά αυτός τους πρότεινε τον τρομερό μπασίστα των Trauma. Όταν ο Lars τον είδε, μέσα σε δέκα λεπτά είπε: “ αυτός ο τύπος είναι ο νέος μας μπασίστας”.

Δυο μήνες αργότερα, ο Cliff είναι στη μπάντα και μετακομίζουν στο San Francisco. Ήταν η εποχή και της μετάλλαξης του Mustaine από την εξάρτηση του αλκοόλ, που το μετέτρεψε από τον ευχάριστο και διασκεδαστικό Dave, σε έναν απρόβλεπτο, δύσκολο τύπο. Όταν οι Metallica ήταν πια έτοιμοι να ηχογραφήσουν το πρώτο τους άλμπουμ, η νεοσύστατη Metal Blade του Slagel δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να καλύψει τα 10.000 δολάρια που κόστιζε. Στην αντίστοιχη περίπτωση των Slayer, οι γονείς του King και του Araya χρηματοδότησαν το εγχείρημα, στους Metallica όμως δεν υπήρχε αυτή η επιλογή. Ο γνωστός promoter Jonathan “John Z” Zazula που ήξερε το γκρουπ, έκανε αρχικά μια προσπάθεια να τους κλείσει μια συμφωνία με κάποια δισκογραφική εταιρεία από τη Νέα Υόρκη. Αφού ναυάγησαν οι απόπειρες, φρόντισε να εξασφαλίσει αυτός τα χρήματα και πρόσφερε συμβόλαιο στην εταιρεία του Megaforce Records. Στο μεταξύ, ο Lars και ο James έδιωξαν τον Mustaine ακριβώς πριν την έναρξη των ηχογραφήσεων του άλμπουμ, στις 11 Απριλίου 1983, και το ίδιο απόγευμα αντικαταστάθηκε από τον Kirk Hammett των Exodus. Το “Kill ‘Em All” κυκλοφόρησε στις 25 Ιουλίου 1983 και όλα τα υπόλοιπα είναι πια μια πολύ δημοφιλής ιστορία.

Οι σχέσεις του Lars και του James με τον Brian Slagel παραμένουν θερμές μετά από τόσα χρόνια, και η ευγνωμοσύνη που αισθάνονται για τον ρόλο που έπαιξε τότε στην αφετηρία της διαδρομής τους, τους μεταμορφώνει εύκολα ξανά σε εκείνους τους τρελούς έφηβους, όταν συναντιούνται.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1188 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.