Στις 26 Μαρτίου του 1971 οι Uriah Heep εμφανίζονται για πρώτη φορά στην Αμερική, ανοίγοντας για τους Three Dog Night, μπροστά σε ένα κοινό 16.000 θεατών, στο Stage Fairground’s Coliseum στην Indianapolis της Indiana. Η πρώτη ισχυρή επαφή των Λονδρέζων hard rockers με το star system της εποχής εκδηλώθηκε με τις αστραφτερές λιμουζίνες για τα γκρουπ και τις αμέτρητες σαμπάνιες εκείνης της νύχτας.
Η επιστροφή τους στις ΗΠΑ έγινε τον Ιανουάριο του 1972, ανοίγοντας για τους Deep Purple. Αυτή τη φορά όλο το πακέτο της ανάλογης rock & roll σχιζοφρένειας τους συνόδευε σε κάθε βήμα, με κάθε λογής νεαρές γυναίκες να γεμίζουν εν ριπή οφθαλμού τα ξενοδοχεία τους. Το πρώτο θύμα αυτού του ξέφρενου τρόπου ζωής ήταν ο μπασίστας Mark Clarke, ο οποίος αποχώρησε με τη συμπλήρωση της περιοδείας στις 31 Ιανουαρίου, μετά από μόλις τέσσερις μήνες παρουσίας στο γκρουπ. O Clarke πρόλαβε να συνδέσει το όνομά του με μια χρυσή σελίδα των Heep, με τη συνθετική συνεισφορά του σε μια ιδέα του Hensley που είχε βασιστεί σε ένα επίμονο όνειρό του. Η ιδέα αυτή πήρε λίγο αργότερα τον πασίγνωστο τίτλο “The Wizard”.
Όλοι ήξεραν από την πρώτη στιγμή πως είχαν κάτι ιδιαίτερο στα χέρια τους με το τραγούδι αυτό, όπως και ο μάνατζερ Gerry Bron. Έτσι μετακινήθηκαν βιαστικά στα Lansdowne Studios στο Holland Park, όπου ηχογράφησαν μέσα σε λίγες ώρες το τραγούδι, μαζί με το B’ Side “Why”. Πριν ολοκληρωθεί η ηχογράφηση, η ακουστική εισαγωγή του τραγουδιού εμπλουτίστηκε με ένα παράξενο και απροσδόκητο “όργανο”: τον βραστήρα του στούντιο. Καθώς έφτιαχναν τσάι και άκουγαν την εισαγωγή, άκουσαν το σφύριγμα του βραστήρα που εφαρμόστηκε στην αρχή του τραγουδιού.
Ενώ η Bronze Records ετοίμαζε πυρετωδώς την κυκλοφορία του “The Wizard”, το σχήμα συμπληρώθηκε με την έλευση του σπουδαίου Νεοζηλανδού μπασίστα Gary Thain. Ο Thain έδεσε εκπληκτικά με τον επίσης φρέσκο (μόλις τριών μηνών) ντράμερ Lee Kerslake, δημιουργώντας μια πανίσχυρη ρυθμική δύναμη που ανέβασε άμεσα το επίπεδο του γκρουπ. Στα μέσα Μαρτίου, το κουιντέτο επέστρεψε στα Lansdowne Studios για να δουλέψει απερίσπαστα στο τέταρτο άλμπουμ. Η χημεία ήταν μοναδική, χωρίς συγκρούσεις προσωπικοτήτων, εγωισμούς, παρεκτροπές. Όλοι ήταν απόλυτα συγκεντρωμένοι, πρόθυμοι να κάνουν τις ίδιες θυσίες, αφοσιωμένοι στον στόχο, και αυτή ήταν η ουσιαστική ερμηνεία της μοναδικής ενέργειας και ενθουσιασμού που υπήρχε.
Όπως ακριβώς και στο “Look At Youself”, ο Hensley έθεσε τους ρυθμούς και τα δεδομένα της δημιουργικής εξέλιξης, φέρνοντας πέντε νέα τραγούδια στο στούντιο. Όπως και στον θεμέλιο λίθο του “The Wizard”, σχεδόν όλα τους είχαν θέματα φαντασίας. Το αργό, επιβλητικά σκοτεινό “Rainbow Demon” αναφερόταν σε έναν αναβάτη με κατακόκκινο άλογο που είχε καταληφτεί από ένα μυστηριώδες μακρινό κάλεσμα. Το “Paradise” αποτελούσε την περιπλάνηση ενός νεαρού άντρα σε αναζήτηση της αληθινής αγάπης. Το πολυσύνθετο και απαιτητικό, επικά δραματικό “The Spell” με τα υπέροχα χορωδιακά φωνητικά και τις μαγικές μεταστροφές του, απεικόνιζε ανάγλυφα μια μάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό. Τέλος, το μάλλον τρομακτικό “Circle of Hands” προέκυψε από μια εμπειρία επίκλησης πνευμάτων μετά από μια συναυλία τους, μαζί με κάποιες κοπέλες από την Ιταλία. Τα μισόλογα των μουσικών άφησαν υπονοούμενα πως η κατάσταση σε εκείνη την περίεργη νύχτα ξέφυγε αρκετά και έγινε πολύ άβολη.
Ο περισσότερο ρεαλιστικός και bluesy Mick Box έφερε πιο τραχιές συνθέσεις, τα “All My Life”, “Poet’s Justice” (το ποίο ήταν ακουστικό στην αρχική του μορφή), και το “Traveler In Time”. Και τα τρία τραγούδια ολοκληρώθηκαν σε πρόβες με τη συνδρομή του David Byron και του Lee Kerslake. Όλα γίνονταν πολύ γρήγορα και υπήρχε ένας απίθανος συντονισμός που έμοιαζε τόσο καλός για να είναι αληθινός. Όλοι τους συμφώνησαν πως ήταν ένα άλμπουμ που τελικά προέκυψε τόσο εύκολα. Τίποτα δεν φαινόταν να μπορούσε να σταθεί ανάμεσα σε αυτούς και τη μουσική.
Με την ολοκλήρωση της λίστας των τραγουδιών, τόσο οι πέντε μουσικοί όσο και ο Bron, δεν είχαν την παραμικρή δεύτερη σκέψη για την επιλογή του απόλυτου single από το άλμπουμ. Όλα τα πράγματα μέσα στο “Easy Livin”” φώναζαν από μακριά πως ήταν προορισμένο για μεγάλη ραδιοφωνική επιτυχία. Γράφτηκε από τον Hensley μέσα σε μόλις δεκαπέντε λεπτά και αναφερόταν στην αντίληψη των άλλων για τον τρόπο ζωής του συγκροτήματος. Προήλθε από μια συζήτηση μέσα στο βαν σε μια διαδρομή από τη Βόρεια Αγγλία ως το Λονδίνο για να ακούσουν ξανά κάποιες ηχογραφήσεις, και μετά απευθείας στο αεροδρόμιο για να πετάξουν για την Αμερική. Τότε κάποιος είπε ‘This is easy living, isn’t it?’ , κάτι που έκανε άμεσα κλικ στον Hensley και έγραψε το τραγούδι.
Με το εντυπωσιακό έργο τέχνης του σπουδαίου Roger Dean στο εξώφυλλό του, το “Demons And Wizards” κυκλοφόρησε στις 19 Μαΐου 1972 και έφτασε στο Νο. 20 του βρετανικού chart τον επόμενο μήνα. Ήταν και η πρώτη φορά που είδαν επιτέλους τον κυνισμό και τη σκληρότητα των ντόπιων μουσικών κριτικών να λυγίζει. Στο μεταξύ, το ραδιόφωνο των ΗΠΑ ερωτεύτηκε παράφορα το “Easy Livin’”, και με την ανάλογη ενίσχυση των περιοδειών, έγιναν το συγκρότημα που είχε αεροσκάφη Lear και λιμουζίνες σε κάθε αεροδρόμιο. Υπήρχε βέβαια και η άλλη όψη του νομίσματος. Με τις αινιγματικές διαφημιστικές αφίσες της περιοδείας να γράφουν “Demons And Wizards performs mentalingus on you”, βρέθηκαν να προσελκύουν ένα σωρό μισότρελους, περίεργους τύπους αιρέσεων, κάτι που κάποια στιγμή κατέληξε ηδονιστικό, παρακμιακό και επικίνδυνο. Βρέθηκαν να έχουν σωματοφύλακες έξω από τα δωμάτια των ξενοδοχείων τους, ειδικά στα Midwest.
Ο τυπικός πανικός που πιάνει ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας σαν τον Bron, έστειλε εσπευσμένα το συγκρότημα το φθινόπωρο στα Lansdowne Studios να ηχογραφήσει νέο δίσκο. Η απληστία του ανθρώπου που αποτέλεσε ευχή και κατάρα για τους Heep, του Gerry Bron, να βιαστεί να εκμεταλλευτεί την επιτυχία του “Demons And Wizards” είναι ο βασικός υπαίτιος που οι Heep έχουν συνδέσει το εκπληκτικό “The Magician’s Birthday” με πολύ αρνητικές αναμνήσεις ασφυκτικής πίεσης και την αίσθηση του ημιτελούς.
Η αλήθεια είναι πως αυτό το κυνήγι δίσκου-περιοδείας θα συνεχιστεί για χρόνια. Όσο και αν οι δίσκοι τους στη δεκαετία του ’70 έχουν αφήσει μια πολύτιμη μουσική κληρονομία, δεν θα έχουμε ποτέ την ευκαιρία να μάθουμε ποια θα ήταν η αληθινή προσέγγιση και κατάληξη όλων αυτών των έργων, αν μπορούσαν να απολαύσουν την πολυτέλεια του χρόνου που αυτοί θεωρούσαν πως ήταν απαραίτητος. Ο άνθρωπος που πλήρωσε πολλές ολοσέλιδες διαφημίσεις, τους αγόρασε εξοπλισμό, και τους έδινε 20 λίρες εβδομαδιαίο μισθό, δεν σταμάτησε ποτέ να τους πιέζει και να ζητά νέα singles και επιτυχημένα άλμπουμ ακόμα και κόντρα στην προσωπική ζωή και υγεία των μελών.
Μάλλον το “Demons And Wizards” αποτέλεσε αυτό το πολύτιμο ξέφωτο που ξεκλείδωσε όλες τις αστείρευτες δημιουργικές δυνάμεις της μπάντας, ένα μικρό κομμάτι ξέγνοιαστης έκφρασης και αβίαστης έμπνευσης, που τελικά τους καταδίκασε με έναν περίεργο τρόπο στο ατέρμονο κυνήγι της επιτυχίας. Και φαντάζει κάπως ειρωνικό πως ο βασικός μοχλός αποτέλεσε ένα τραγούδι που δεν βασίστηκε καθόλου στη φαντασία, και συνεχίζει ακόμα και σήμερα να δικαιώνει τόσο εκείνο το παλιό σχόλιο μέσα στο βαν του συγκροτήματος: ‘This is easy living, isn’t it?’