JON VOYAGER (25/10/25) Στίλβη, Λάρισα

ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ

Πάνε σχεδόν δυο χρόνια από τότε που ο Γιάννης Βογιατζής αποφάσισε να απελευθερώσει με ένα προσωπικό έργο όλες εκείνες τις μουσικές εμμονές που είχαν μια σεβαστή απόσταση από τις συντεταγμένες των τόσο αγαπημένων Need. Με οδηγό μεγάλες επιδραστικές σκιές από καλλιτέχνες άλλων ήχων,  δημιούργησε το πρώτο του προσωπικό άλμπουμ, το “Monsters”, και μας χάρισε τις εναλλακτικές πτυχές της συνθετικής του έκφρασης.

Έστω και κάπως καθυστερημένα, έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, και ο Jon Voyager έβαλε στις αποσκευές του τις ιστορίες του “Monsters”, και για ένα συνεχές πενθήμερο ζωντάνεψε τα τραγούδια αυτά επί σκηνής, ξεκινώντας από τα Γιάννενα στις 21 Οκτωβρίου, και περνώντας καθημερινά από Θεσσαλονίκη, Τρίκαλα και Βόλο, κατέληξε το Σάββατο 25 Οκτωβρίου στο φιλόξενο μπαρ της Στίλβης στη Λάρισα.

Η βασική ομάδα που συμμετείχε στο δίσκο, συνόδεψε όπως ήταν αναμενόμενο τη ζωντανή περιπέτεια, με τους  Βίκτωρα Κουλουμπή στο μπάσο και Στέλιο Πασχάλη στα τύμπανα, το καθιερωμένο rhythm section των Need από το 2013 και μετά. Μαζί τους ο εξαιρετικός  κιθαρίστας Αλέξανδρος Χρυσοστομίδης, ο οποίος εκτέλεσε και χρέη κυρίων και δεύτερων φωνητικών με υπέροχα αποτελέσματα. Η αισθητά θετική αύρα που υπήρχε από νωρίς στον χώρο με τον κόσμο που πύκνωσε σταδιακά, επιβεβαιώθηκε από μια νύχτα αβίαστη, με μια υπέροχη ροή που μείωσε το χρόνο και έκανε τα ποτά περισσότερο ευπρόσδεκτα. Όσοι είχαν ήδη την τριβή με το άλμπουμ, ήξεραν πως ήταν μάλλον απίθανο να πάει κάτι στραβά.

Το “Monsters” ακούστηκε στην ολότητά του σε διαστήματα, με εμβόλιμες κάποιες διασκευές από το ευρύτερο αμπέλι του rock ιδιώματος με κάποιες πολύ ευχάριστες εκπλήξεις. Όλα αυτά ζωντάνεψαν με έναν ντελικάτο, ισορροπημένο ήχο με την απαιτούμενη διαύγεια ώστε να αποκαλύπτεται η άψογη παράσταση όλων των μουσικών. Έτσι, μόλις άνοιξαν λογαριασμό με το εναρκτήριο του άλμπουμ “Little Boxes”, είχαμε την καθαρή πολυτέλεια να παρακολουθούμε ηχητικά κάθε λεπτομέρεια των πρωταγωνιστών που ήταν συντονισμένοι με θαυμαστή ακρίβεια.

Το άλμπουμ το έχω τιμήσει δεόντως και ήταν για μένα εύκολο να διαβώ τη ζωντανή γέφυρα της εκδοχής του. Και πάλι συγκινήθηκα λίγο περισσότερο στο αγαπημένο “Undecided”, όπως και στο ομώνυμο εσωστρεφές και απολογητικό τραγούδι , με το οποίο όλοι μπορούν να βρουν λόγους να ταυτιστούν. Το “Minor Tom” με κερδίζει αυτόματα, κουβαλώντας αυτή την tribute στον μεγάλο Bowie αισθητική. Με κριτήριο τον συνεκτικά rock ήχο του δίσκου οι επιλογές των Gov’t Mule, John Mayer, Stone Ginger, είναι από αυτές που βρίσκουν την πόρτα του υλικού ορθάνοιχτη και αφομοιώνονται στην παρέα του. Υπήρξαν όμως και πιο θαρραλέες προσαρμογές, όπως το “Human” των The Killers, το οποίο προέρχεται από την περισσότερο synth driven εποχή τους, αλλά σμιλεύτηκε όμορφα και ευγενικά στις προδιαγραφές της υπόλοιπης νύχτας. Κατανυκτική ήταν η απόδοση του μυθικού “A Thousand Kisses Deep” του Leonard Cohen, ένα βαθύ, πυκνό αφηγηματικό αριστούργημα που το μεταφέρει κανείς με αμέτρητο σεβασμό.  Έτσι και έγινε αφού ο Γιάννης τράβηξε μια αναγκαία γουλιά από το ποτό του, πριν ενδυθεί αυτόν τον δύσκολο ερμηνευτικό μανδύα. Από τις κορυφαίες στιγμές της νύχτας…

Η δική μου προσωπική κορυφή των διασκευών καλύφθηκε με το “Cold Fire” των Rush, ένα από τα μάλλον υποτιμημένα singles του βιβλικού Καναδικού τρίο από το άλμπουμ “Counterparts” , με την υπέροχη groovy ροή του να κουβαλά τους πανέξυπνους στίχους του “καθηγητή” σε μια εξαιρετική απόδοση. Ακούσαμε εμβόλιμα και ένα ολόφρεσκο τραγούδι, με τον τίτλο “Embers”, συγγενικό στο συνολικό ύφος του άλμπουμ.  Το εξόδιο της νύχτας άνηκε ξανά δικαιωματικά στο υλικό του “Monsters” και μετά το ομώνυμο, και το “Minor Tom”, μας αποχαιρέτησαν με το πιο ξεσηκωτικό, φωτεινό χαρτί του: το “Call me When You ‘re Drunk” με την αυθάδη funky αλητεία του και ένα αναγκαίο τζαμάρισμα μας έσπρωξε στο φινάλε, σφραγίζοντας ιδανικά κάθε χαμόγελο στο χώρο.

Νομίζω πως οι πρωταγωνιστές το ευχαριστήθηκαν τόσο όσο και οι παρόντες, και αυτή η αμφίδρομη ικανοποίηση είναι το σημαντικότερο όταν έχουμε να κάνουμε με όλους αυτούς τους εγχώριους ήρωες μια πολύπαθης σκηνής με βουνά από προβλήματα. Δεν θα κουραστώ να το γράφω πως το σανίδι είναι η αλήθεια, και όταν η μουσική ιστορία της χώρας μας γράφεται στις μικρές μας σκηνές, η θέση μας είναι απέναντι.

Τα “τέρατα” του Γιάννη μας κράτησαν ιδανική συντροφιά με τη συνδρομή μιας καταπληκτικής συνολικά μπάντας, και είναι αυτονόητο πως έχουμε ήδη ανανεώσει το ραντεβού μας μαζί τους.

Jon Voyager setlist:

Little Boxes
Bright Lights (Gary Clark Jr)
360 D
Human (The Killers)
Streets of Athens
Dirty Face (Stone Ginger)
Bad Little Doggie (Gov’t Mule)
Undecided
A Thousand Kisses Deep (Leonard Cohen)
Embers
Angela
Good Love Is in the Way (John Mayer)
Cold Fire (Rush)
Monsters
Minor Tom
Call me When You ‘re Drunk

Φωτογραφίες: Δημήτρης Ζαμπός

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1373 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.