Όπως μαρτυρά και ο τίτλος, έχουμε να κάνουμε με το τέταρτο άλμπουμ των Άγγλων heavy doomsters από το Wakefield του West Yorkshire, με πηδαλιούχο τον μπασίστα/τραγουδιστή Jonathan Seale, ή αλλιώς “Sealey”. Η αφετηρία τους βυθίζεται πίσω στο 1998, με ένα ταραγμένο πρώιμο ξεκίνημα που κράτησε όμως μόλις δυο χρόνια. Το σχήμα ενεργοποιήθηκε ξανά το 2008 από τον Sealey, που βρήκε στο πρόσωπο του κιθαρίστα/τραγουδιστή Steve Wilson έναν σταθερό και πολύ υπολογίσιμο συνεργάτη.
Έχοντας μια Spinal Tap προϊστορία με τους ντράμερ, το 2018 αποχώρησε λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων ο Richard Maw, και τη θέση του πήρε ο ικανότατος Scott Naylor. Η συνοχή με την οποία μας έχουν συνηθίσει σαν μπάντα είναι και πάλι εδώ, να υπηρετήσει ένα ύφος και έναν ήχο που σίγουρα δεν κρύβουν και πολλές εκπλήξεις. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως λιγοστεύει η ευχαρίστηση από την περιήγηση στο νέο τους δίσκο. Αυτή όμως στηρίζεται σε καθιερωμένες συντεταγμένες, όπως και σε μια συνθετική συνέπεια που μας προσφέρει ελκυστικά, δεμένα, προσιτά και διάφανα τραγούδια παραδοσιακού heavy doom metal.
Η ευγενική γλυκόπικρη κιθαριστική εισαγωγή του “Call of the Void” μας σπρώχνει στα ογκώδη παραπετάσματα του “Grave Dance”, μια ιδανική έναρξη να δώσει την πανοραμική περιγραφή του γκρουπ στον νέο ακροατή. Με τις παγκόσμιες σταθερές των Black Sabbath και των Pentagram, αλλά και πιο διακριτικές εντυπώσεις από Lord Vicar (για να επικαλεστούμε και παράλληλους βίους), οι Βρετανοί έχουν αυτή τη ευέλικτη στάση να επικαλούνται τις αντηχήσεις των ινδαλμάτων τους αλλά να αποφεύγουν τη φτηνή απομίμηση. Δεν είναι οι τύποι που θα επιστρατεύσουν τα πολυάριθμα και αντιδιαμετρικά στολίδια για να κερδίσουν έναν φλοιό ταυτότητας, αλλά είναι αρκετά επιδέξιοι να παραμείνουν αυτάρκεις μέσα στην τίμια απλότητά τους. Σε ένα από τα πιο ευκρινή και εύπιστα χαρτιά του άλμπουμ, το εξέχον “Living on the Earth”, με τις heavy blues σφήνες και την πειθαρχημένη εξέλιξη, μοιάζει να υπάρχει ο πλήρης οδηγός για τη συνθετική συμπεριφορά τους. Έχοντας επιστρέψει από το concept του προηγούμενου άλμπουμ “Excalibur” σε θέματα της άμεσης πραγματικότητας και του δρόμου, ωμοί δυναμίτες σαν το “Pandora’s Box” δεν ακούγεται να έχουν την παραμικρή ανάγκη από ηχητικά make up ή τερτίπια στο παίξιμο. Η λεπτομερής δουλειά των τριών μουσικών επικεντρώθηκε στην ανεμπόδιστη ροή των τραγουδιών, στην ουσιαστική αναπαραγωγή του ανάλογου κλίματος και στον πεντακάθαρο αλλά ογκώδη ήχο.
Ακόμα και όταν το σκοτάδι και το δράμα γίνονται κάπως πιο πυκνά, όπως στο “Σουηδικό” “Blind Dead”, οι μελωδίες έχουν μια ευπρόσδεκτη επική αξιοπρέπεια που συνεργάζεται με το μπετό των ριφ. Το συγκεκριμένο κεφάλαιο είναι και μια απολαυστική στιγμή για τον μπασίστα Sealey, καθώς ο τραγουδιστής Sealey μοιράζεται αρμονικά τα καθήκοντά του με τον Wilson στο άλμπουμ. Ανάμεσα σε όλα αυτά, το “She” στέκεται σαν ένα σαγηνευτικό, ημιακουστικό δόλωμα που πλουτίζει τα συγγενικά χρώματα του συνόλου.
Αν κάτι πρέπει να αποδώσεις στους Iron Void, είναι η ακρίβεια στην απλότητα, και η σοφία στην έκφραση. Μακριά από τεχνάσματα και μεγαλεπήβολα οράματα, μπορεί να μην κουνήσουν σεισμικά τη μουσική σου πραγματικότητα, αλλά θα σου αφήσουν ένα μπουκέτο από άμεσα, όμορφα τραγούδια που σμιλεύτηκαν με λεπτομέρεια. Και μερικές φορές το προφανές μπορεί να σε ξεγελάσει. Όπως για παράδειγμα ο εύκολος και φτωχός τίτλος “IV” για το τέταρτο άλμπουμ τους, που τυχαίνει να έχει ταυτόχρονα και τα αρχικά του ονόματός τους…
Είδος: Doom/Heavy metal
Εταιρεία: Shadow Kingdom Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 27 Ιανουαρίου 2023
Bandcamp: https://ironvoid.bandcamp.com/
Facebook: https://www.facebook.com/ironvoid