GALAHAD: “The Long Goodbye”

ALBUM

Όσοι νεαροί ακροατές απολαμβάνουν στις συντεταγμένες του λεγόμενου neoprog ύφους και ήχου ξεχωριστές συγκινήσεις και δυνατές ταυτίσεις, οφείλουν να αναζητήσουν τη διαδρομή των βρετανών Galahad από το Dorset. Με την αφετηρία τους να τοποθετείται χρονικά στα μέσα της δεκαετίας του ’80, είναι ουσιαστικά ένα από τα ιστορικά, συνεπή δημιουργικά, και χαρακτηριστικά ονόματα της λεγόμενης δεύτερης γενιάς του progressive rock, που ξεμύτισε δραστικά  αρχές των 80’s, με σημαιοφόρους μπάντες όπως οι Marillion, Twelfth Night, IQ, Pendragon.

Παρά τα χαστούκια των εφήμερων σαρωτικών κυμάτων της μουσικής μόδας στο Νησί, οι Galahad κατάφεραν να αντέξουν και να υπερασπιστούν τα κεκτημένα τους, όχι χωρίς απώλειες, με την αποχώρηση του ιδρυτικού κιθαρίστα Roy Keyworth το 2017 να αποτελεί τη σημαντικότερη. Όπως συνηθίζουν πολλοί καλλιτέχνες αυτού του χώρου, κυκλοφορούν τις δουλειές τους μέσα από τη δική τους εταιρία, την “Avalon Records”, ενώ προσφέρουν ξεχωριστές επανεκδόσεις σε συνεργασία με την πολωνική εταιρεία “Oskar Productions”.

Κάπως έτσι, βρισκόμαστε σήμερα αντιμέτωποι με το δωδέκατο άλμπουμ τους, μια δουλειά που ηχογραφήθηκε στη μακριά περίοδο δύο χρόνων σε διάφορα στούντιο, και τελικά δέχτηκε το mastering του γνωστού μας Carl Groom, μηχανικού ήχου, παραγωγού αλλά και κιθαρίστα και ηγέτη των σπουδαίων Threshold. Οι σημερινοί λοιπόν Galahad αποτελούν ένα πλήρωμα με σταθερούς καπετάνιους τον ιδρυτικό τραγουδιστή Stuart Nicholson, και τον ντράμερ Spencer Luckman, ενώ υπήρξε σημαντική η επιστροφή του πρώην μπασίστα Lee Abraham στην κιθάρα αυτή τη φορά.

Βέβαια, το έχω ξαναγράψει, και δεν θα κουραστώ να το επισημαίνω, πως ο άνθρωπος κλειδί των Galahad από το 1997 είναι αναμφισβήτητα ο κημπορντίστας Dean Baker. Ο άνθρωπος αυτός αποτέλεσε σημαντική παράμετρο τόσο για τη μπάντα, όσο και για άλλους συναδέλφους του στο χώρο αυτό, να ανανεώσουν επιτέλους τις αναζητήσεις ήχων και τακτικών, να προχωρήσουν μπροστά και να αφήσουν αρκετά από τα κλισέ να αναπαυθούν στο παρελθόν. Και αν η γνωστή ευρηματικότητα τέτοιων καλλιτεχνών πάντα αναδεικνύεται πληθωρικά και πετυχημένα σε μακροσκελείς απόπειρες σαν το ομότιτλο, ή σε εκκεντρικές τολμηρές αποκλίσεις, όπως το “The Righteous and the Damned” με τον ethinic οίστρο του, ο Baker βρίσκεται παντού, να μπολιάσει και τις πιο άμεσες συνθέσεις με αέρα μοντερνισμού και φρεσκάδας. Αυτό ακριβώς συμβαίνει στα τρία πρώτα τραγούδια του άλμπουμ, όλα τους υπέροχα φινιρισμένα και με κοντινές, βατές αποστάσεις από πολλούς διαφορετικούς ακροατές. Εκεί ο Baker, αλλού πιο συμβατικός αλλά ουσιαστικός και σε πολλές περιπτώσεις υπερβατικός, προσδίνει μια πιο ηλεκτρονική, πιο ρυθμική, χορευτική, ίσως και λίγο αιρετική για τους αυστηρά παραδοσιακούς, ορμή στις συνθέσεις. Μας έχει άλλωστε συνηθίσει σε ανάλογες τακτικές, και παραμένει και εδώ ευεργετικά ανανεωτικός.

Θα είναι ασυγχώρητος να παραβλέψει κανείς τα δυο επιπλέον τραγούδια της έκδοσης του cd (κάτι που κάνουν συνήθως οι Galahad). Το “Darker Days”, πέρα από μια σειρά θαυμάσιων μεταστροφών, σε επιβραβεύει με ένα από τα δυνατότερα και ομορφότερα ρεφρέν του νέου υλικού τους, ενώ το “Open Water” είναι ένας γαλήνιος, λυρικός αποχαιρετισμός με ουσιαστική στήριξη από τις μελωδίες του.

Με το “The Long Goodbye”, οι Galahad  υψώνουν με ακόμα ένα σκαλοπάτι την δημιουργική σκάλα τους για λίγους. Εξακολουθούν να τραβούν ακόμα μαγικές μελωδίες από το καπέλο τους, και αποδεικνύονται συνεπείς να στηρίξουν τη γλυκιά πίκρα, και την ήρεμη μελαγχολία που φέρνει το πέρασμα του χρόνου, σε ένα ευαίσθητο, όμορφο αλλά και τολμηρό άλμπουμ για τη διαδικασία της γήρανσης και όλα όσα έρχονται με αυτή.

Είδος: Progressive Rock
Εταιρεία: Avalon Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 23 Οκτωβρίου 2023

Website: https://www.galahadonline.com/
Facebook: https://www.facebook.com/room801/

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1154 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.