Τράβηξαν αισθητά το ενδιαφέρον κοινού και κριτικών πριν 3 περίπου χρόνια με το “Pathos” κι επανεμφανίζονται σήμερα με το “Unself”, ανεβάζοντας επίπεδα την εκφραστική τους δεινότητα και την συνθετική τους παραγωγικότητα. Με ένα είδος (sludge metal) που μας χάρισε σπουδαία δείγματα στο παρελθόν, αλλά ποτέ δεν πρώτευσε στις προτιμήσεις των απανταχού οπαδών, μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα υποειδών που μας κατακλύζει, οι Conjurer μας παρουσιάζουν με στόμφο ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά του δείγματα.
Υπάρχουν καίρια σημεία στο album υπαίτια για την επιπλέον ώθηση στην ανοδική πορεία της μπάντας και δύο εξ αυτών πρωταγωνιστούν ξεκάθαρα. Στο επίπεδο της σύνθεσης οι Conjurer προσπερνάνε αριστουργηματικά την παγίδα να βαλτώσουν στους ιστούς της μονοτονίας και της ατέρμονης επανάληψης (που συχνά πυκνά μαστίζει το “sludge”), με γενναίες δόσεις από μια ποικιλία διαφορετικών μουσικών επιδράσεων. Σε αυτό το ταξίδι υπάρχει ένα αξιοσημείωτο εύρος έκφρασης, που ξεκινά από τις πιο ήπιες μορφές του post rock, περιπλανιέται στα πιο δύσβατα εδάφη του sludge, αναδεικνύει το “ειδικό βάρος” του doom, φλερτάρει με το metalcore κι ενίοτε εξαπολύει ξέφρενες black metal “επιθέσεις”. Επιπρόσθετα και ενισχυτικά στο μουσικό υπόβαθρο, αποκαλύπτεται ένας άνισος βιωματικός αγώνας (με αφορμή την πρόσφατη διάγνωση του τραγουδιστή/κιθαρίστα Dan Nightingale με αυτισμό και την παράλληλη συνειδητοποίησή του ως μη δυαδικό άτομο) ανθρώπων που βρίσκονται στο περιθώριο της κοινωνίας και προσπαθούν απεγνωσμένα να “αναπνεύσουν”, εν μέσω μιας αδυσώπητης ψυχικής φθοράς που αφοπλίζει την δράση τους.
Εξαιρετικά εύστοχη για έναρξη η επιλογή διασκευής ενός gospel κομματιού με ιστορία μεγαλύτερη από έναν αιώνα (“This World is Not My Home”) που παίρνει τον τίτλο “Unself”, λειτουργώντας σχετικά απροσδόκητα με την ακουστική κιθάρα και τα απαλά φωνητικά, στρώνοντας ένα “χαλί” ξενοιασιάς παρά το μελαγχολικό του ύφος. Από το μέσο περίπου και μετά όμως, η σκληρή πραγματικότητα εισχωρεί βαθμιαία στο πλάνο, με έναν υπόγειο αρχικά ήχο και προοδευτικά αναδυόμενο από σφύριγμα ανατροφοδότησης του ενισχυτή, που οδηγεί σε οργισμένο ξέσπασμα εγκαινιάζοντας το κλίμα. Ακολουθεί μια τριάδα (“All Apart”, “There is No Warmth”, “The Searing Glow”) κομματιών που έρχεται να σπείρει τρόμο και αγωνία και να βάλει μπρος την καλοκουρδισμένη μηχανή των “Conjurer”. Εναλλαγές σκληρών διαπεραστικών black ουρλιαχτών (από τον Brady Deeprose) με βρυχηθμούς και πιο γήινες υφές (από τον Dan) βγάζουν κάθε συναισθηματική παράμετρο στην επιφάνεια πειστικά, υπό την συνοδεία ογκωδών χαλύβδινων riff που βαραίνουν το τοπίο. Το Metalcore δίνει περιστασιακά το παρόν, ενώ και τα απανωτά blast beats με το επαναλαμβανόμενο tremolo στην κιθάρα, αποκαλύπτουν όλη τη black metal έξαψη με ανελέητα σφυροκοπήματα. Οι μελωδικές ανάπαυλες αν και περιορισμένες αφήνουν ένα θολό αποτύπωμα, το μπάσο τραχύ κι επιβλητικό δίνει βάθος ειδικά στα αργά σημεία, ενώ η αψεγάδιαστη παραγωγή εκμηδενίζει κάθε ανεπαίσθητη αδυναμία, όπως κάποια σημεία με απλοϊκά riff.
Μετά την ορμητική καταιγίδα ένα μικρό διάλειμμα (“A Plea”) με τεράστιο συμβολισμό για την “κοσμοθεωρία” της μπάντας ηρεμεί τα πνεύματα, ένα instrumental με ακουστική κιθάρα υπό τους ήχους ομιλίας της φλογερής ακτιβίστριας και πρώτης δηλωμένης τρανς γερουσιάστριας της Ισπανίας Carla Antonelli. Κάπως ανέμελα ξεκινά και το “Let Us Live”, αλλά γρήγορα εξωτερικεύει τα εσώψυχα της οργής, “φορτωμένο” συναισθηματικά αλλά με καταπραϋντική δράση από αρκετές μελωδικές πινελιές, τόσο στα φωνητικά όσο και στις κιθάρες. Ολοκληρώνεται με αγωνιώδεις κραυγές, που προκύπτουν αβίαστα από την συνεχόμενη δίωξη που υφίσταται κάθε μειονότητα στο συμπαγές πλέγμα δομών μιας συντηρητικής κοινωνίας. Το “Hang Them In Your Head” προχωρά το μένος και τα τραυματικά βιώματα ένα βήμα παραπέρα, καθώς επεκτείνεται στις πράξεις μίσους απέναντι σε κάθε εξουσιαστική δύναμη, κινούμενο σε δύο άξονες μουσικά, από την μια την αρμονική συνεργασία μπάσου και τυμπάνων που ισοπεδώνουν χωρίς έλεος και από την άλλη την εξαιρετικά αλληλοβοηθούμενη συνύπαρξη του δύο τραγουδιστών/κιθαριστών. Αργά και πένθιμα κυλά το πιο doom και μεγαλύτερης διάρκειας άσμα του album (“Foreclosure”), με λιτή κλιμάκωση σαν συνεχόμενη υπενθύμιση της αμείωτης πίεσης που διαιώνισε τον πόνο, και οδηγήθηκε μοιραία σε μια δυσάρεστη κατάληξη. Χωρίς αποκλίσεις διαμορφώνεται η ατμόσφαιρα στον επίλογο (“This World is Not My Home”), στο ίδιο tempo και σε απόλυτο συντονισμό με την αφετηρία, ολοκληρώνοντας έτσι μια προδιαγεγραμμένη “τελεσίδικη” θλιβερή διαπίστωση για τους ανθρώπους του “περιθωρίου”.
Άμεσο και βαθιά συναισθηματικό, τo “Unself” ενδοσκοπεί στον πυρήνα κοινωνικών παθογενειών που επιδρούν οδυνηρά στον ανθρώπινο ψυχισμό, με όχημα μια αιχμηρή και ποικιλόμορφη sludge/doom συγκρότηση, που δομήθηκε αυθεντικά και μετουσιώθηκε διεξοδικά από τους Conjurer. Μια από τις κορυφαίες στο είδος της κυκλοφορίες για φέτος, δικαιώνει επάξια όσες βάσιμες προσδοκίες δημιουργήθηκαν από τα πρώτα αξιοσημείωτα δείγματα γραφής τους.
Είδος: Sludge/Doom/Post-Metal
Δισκογραφική Εταιρεία: Nuclear Blast Records
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 24 Οκτωβρίου 2025
