Θεωρώ το Bob Dylan τον μεγαλύτερο εν ζωή τραγουδοποιό. Η ντυλανική τέχνη, καλύπτει σχεδόν επτά δεκαετίες, εκτεινόμενη από τις αρχές των sixties φθάνοντας έως και τις ημέρες μας. Τα άλμπουμ που έχει κυκλοφορήσει και τον 21ο αιώνα, είναι ως επί το πλείστον εξαιρετικά. Ο Dylan έχει γράψει 40 studio album, και τουλάχιστον τα μισά, είναι αριστουργήματα. Δεν χρειάζεται να τα παραθέσω.
Ως άνθρωπος, όλοι το γνωρίζουμε, είναι δύστροπος, ιδιόρρυθμος και περίεργος, εν ολίγοις συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας μεγαλοφυΐας. Τα γνωρίσματα αυτά, αποτυπώνονται κατά τον πλέον εναργή τρόπο στις live εμφανίσεις του, και το γνωρίζουμε όλοι. Είναι ρίσκο επομένως να τον δεις live, το πλέον πιθανό είναι ότι δεν θα σε ενθουσιάσει. Ουδέποτε το ‘είχε’ με τις συναυλίες, έβγαινε πάνω στη σκηνή, έπαιζε τα δικά του, δεν επικοινωνούσε με τον κόσμο, δεν τον ένοιαζαν οι απαιτήσεις του κοινού.
Όταν τον είχα δει για πρώτη στο Terra Vibe το 2010, είχα νιώσει κάπως περίεργα. Έβλεπα έναν μύθο, έναν θρύλο, έναν καλλιτέχνη που εδραίωσε τη folk-rock τραγουδοποιία, όμως από την άλλη, ο τρόπος που απέδιδε τα κομμάτια, ήταν πέραν του προσωπικού μου γούστου. Έπρεπε να φτάσει στο ρεφρέν το κομμάτι, για να καταλάβω ποιο είναι ενώ και η φωνητική του απόδοση ήταν εντελώς διαφορετική από την αντίστοιχη του δίσκου. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν πήγα να τον ξαναδώ όταν ήρθε εκ νέου στην Ελλάδα, λίγα χρόνια μετά.
Φέτος, για έναν αδιευκρίνιστο λόγο, ήθελα να τον ξαναδώ live. Όταν ανακοίνωσε μέσα στο καλοκαίρι τη “Rough and Rowdy Ways Tour’ το πρώτο κίνητρο ήταν το εξαιρετικό υλικό του εν λόγω άλμπουμ, και το δεύτερο η ηλικία του, μιας και, δυστυχώς, και με βάση τα αμιγώς βιολογικά κριτήρια, δε νομίζω ότι του μένουν πολλές περιοδείες ακόμα, μακάρι φυσικά να διαψευστώ.
Στο Παρίσι ήταν προγραμματισμένες δύο εμφανίσεις, στις 30 και 31 Οκτωβρίου, στο σχετικά σύγχρονο θέατρο του Palais des Congress, χωρητικότητας 3800 θεατών. Με συνοπτικές διαδικασίες έγινε sold out, κάτι που αποδεικνύει τη διαρκή ευγνωμοσύνη του κοινού προς το πρόσωπό του. Και πώς να μην ευγνωμονείς τον τύπο που κάποτε έγραφε masterpieces ¨όπως, τα ‘Highway 61 Revisited’, ή το ‘Bringing all back Home’, και φυσικά το ‘Desire’ που άλλαξε τον ρου της ελληνικής ροκ ιστορίας.
Τρεις μέρες πριν τη συναυλία, ήρθε ένα μέιλ από τη διοργανώτρια αρχή που ενημέρωνε για την ώρα εμφάνισης, αλλά και για την πλήρη απαγόρευση χρήσης κινητού καθόλη τη διάρκεια της συναυλίας. Φθάνοντας στο χώρο, έπρεπε να το βάλεις σε μια θήκη, και να το ανοίξεις με το πέρας της εμφάνισης. Το ίδιο είχε κάνει και ο Jack White στη Βαρσοβία το 2018. Οι πόρτες άνοιγαν στις 18:30, οι θέσεις γέμισαν, και γύρω στις 20:00, έκανε την εμφάνισή του ο σπουδαίος Dylan. Ελάχιστος φωτισμός, ίσα ίσα να φαίνονται τα μέλη της μπάντας πάνω στη σκηνή. Εννοείται πως δεν χαιρέτησε, δεν μίλησε, απλά κάθισε στο πιάνο. Ξεκίνησε με ένα από τα αγαπημένα κλασσικά, το “I’ll be your Baby Tonight‘, αποδίδοντάς το με τον δικό του παραφραστικό τρόπο, εν είδη απαγγελίας περισσότερο. Συνέχισε με το επίσης κλασσικό “It Ain’t me Babe’, ακολουθώντας την ίδια ακριβώς τακτική. Είναι ο Dylan, και ποσώς ενδιαφέρεται για την κοινή γνώμη. Αν ενδιαφερόταν, ακόμα και σήμερα θα γέμιζε στάδια.
Όταν ‘έπιασε’ τις λιγότερο γνωστές συνθέσεις, πχ ‘I Contain Multitudes’, ‘False Prophet’, άρχισε να αισθάνομαι λιγότερο άβολα ως ακροατής/θεατής, αφού παράλληλα με την εκτέλεση, μειωνόντουσαν και οι προσωπικές μου απαιτήσεις. Το ‘When I Paint my Masterpiece’, ήταν συναυλιακό highlight, με τον ίδιο να ακομπανιάρει με τη φυσαρμόνικα, και τη μπάντα να δίνει ρέστα. Ξανάριξε τους τόνους με το ‘Black Rider’ από το, επαναλαμβάνω εξαιρετικό, ‘Rough and Rowdy Ways’, στο ποίο βασίστηκε και το μεγαλύτερο μέρος της συναυλίας, με εννιά στα δεκαεπτά κομμάτια.
Η πρώτη μαζική αποθέωση ήρθε στο ‘Desolation Row’, όχι από άποψη απόδοσης, αλλά από άποψη συνθετικής αναγνωρισημότητας. Η ίδια ατμόσφαιρα επικράτησε και στο ‘It’s all Over Now Baby Blue’, που εννοείται πως ουδεμία σχέση είχε με τη γνωστή και καθιερωμένη version.
Επέστρεψε στο ‘Rough and Rowdy’ με το I’ve Made up my Mind to Give Myself to You’, και συνέχισε με το low tempo ‘Mother of Muses’ από τον ίδιο δίσκο. Οι ρυθμοί ανέβηκαν με το περισσότερο bluesy ‘Goodbye Jimmy Reed’, σύνθεση χαρακτηριστική των μουσικών του αναζητήσεων κατά τον 21ο αιώνα.
Ο επίλογος γράφτηκε με το ‘Every Grain of Sand’, που αποδείχθηκε ιδανικό για το κλείσιμο της βραδιάς. Σηκώθηκε από το πιάνο, όπου στεκόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος της βραδιάς, κοίταξε εκ νέου το κοινό, εννοείται πως δεν αποχαιρέτησε, και έφυγε για τα καμαρίνια υπό διαρκείς επευφημίες.
‘Sometimes I turn, there’s someone there, other times it’s only me’ Ένας δυσεύρετος άνθρωπος.
Set List:
I’ll Be your Baby Tonight
It Ain’t Me Babe
I Contain Multitudes
False Prophet
When i Paint my Masterpiece
Black Rider
My Own Version of You
To Be Alone With You
Crossing the Rubicon
Desolation Row
Key West (Philosopher Pirate)
Watching the River Flow
It’s All Over Now Baby Blue
I’ve Made Up My Mind to Give Myself to You
Mother of Muses
Goodbye Jimmy Reed
Every Grain of Sand
