Το επίτευγμα της Bush να ηχογραφήσει ολομόναχη ένα τολμηρό, καινοτόμο άλμπουμ σαν το “The Dreaming” του 1982, έχοντας τον απόλυτο δημιουργικό έλεγχο, κάτι που άλλωστε έψαχνε ξεκάθαρα από την πρώτη στιγμή της καριέρας της, ήταν μια εμφατική κλωτσιά στα αχαμνά της ανδροκρατούμενης μουσικής βιομηχανίας. Κι ενώ κάθε άλλος νικητής στη θέση της θα φρόντιζε να κρατήσει δυνατή τη φλόγα του θριάμβου, αυτή, με ένα δελτίο τύπου το 1983, ενημέρωσε για την επικείμενη απομόνωσή της με σκοπό να γράψει για το επόμενο άλμπουμ της.
Στις αρχές του 1983 μετακομίζει από το Λονδίνο σε μια παλιά αγροικία του 17ου αιώνα στην εξοχή του Kent. Μέσα στο καλοκαίρι προχωρά στην κατασκευή ενός σύγχρονου στούντιο στο πατρικό της σπίτι, στο κοντινό Welling. Λύνοντας οριστικά το πρόβλημα της πίεσης του χρόνου που έφερνε πάντα ένα μισθωμένο στούντιο με μεγάλο κόστος, ήταν πια απελευθερωμένη και χαλαρή να δουλέψει χωρίς χρονικούς περιορισμούς.
Εμπνευσμένη με έναν φωτεινό τρόπο από το νέο της περιβάλλον, είδε τη διαδικασία της σύνθεσης να προχωρά γρήγορα και εύκολα, και αφήνοντας πίσω μια σειρά από αρνητικές αντανακλάσεις που είχε το προηγούμενο άλμπουμ. Η πρόθεση που άρχισε να αναδύεται μέσα από τη διαδικασία αυτή ήταν να κάνει έναν δίσκο για θετικά, καλά πράγματα, όπως ακριβώς υπαγόρευε η ίδια της η διάθεση.
Μέσα στο καλοκαίρι η Bush άρχισε να φτιάχνει τα demo από τα νέα της τραγούδια με τον τότε σύντροφο στη ζωή και συνεργάτη της, Del Palmer. Αυτή έγραφε στο πιάνο ή το Fairlight και εκείνος έκανε τον προγραμματισμό στο LinnDrum. Τον Νοέμβριο του 1983 άρχισαν οι ηχογραφήσεις, και έχοντας πια το δικό της στούντιο, κάλεσε αρκετούς session μουσικούς να εμπλουτίσουν τα αρχικά demo. Θεωρώντας πάντα πως η τέχνη δεν έχει κανόνες, απολάμβανε την ελευθερία να παραβιάζει δεδομένες τακτικές πάνω στην απόπειρα να εκφράσει κάτι με τον καλύτερο τρόπο. Κάποιες από τις ηχογραφήσεις έγιναν επίσης στην Ιρλανδία την άνοιξη του 1984. Η συνολική διαδικασία του overdubbing και της τελικής μίξης κράτησε περίπου ένα χρόνο, και ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 1985.
Το άλμπουμ είναι χωρισμένο σε δυο μέρη, δυο σουίτες, με την πρώτη να μεταφέρει τον τίτλο του άλμπουμ. Η επίκληση σε μια ανώτερη δύναμη για να αποκτήσει ο άνθρωπος μια βαθύτερη κατανόηση της εμπειρίας ενός αγαπημένου προσώπου, ήταν η αφετηρία της δημιουργίας του μυθικού πια “Running Up That Hill”. Η συμφωνία με το Θεό γίνεται για να μπορέσεις να δεις τα πράγματα από τη θέση του άλλου. Ο μοναδικός επιτακτικός του ρυθμός και η φορτισμένη εμπειρία της Bush φανερώνουν ακριβώς αυτή την αγωνία, την ρομαντική απαίτηση που έχει περιγραφεί υπέροχα από την ίδια: “ φαίνεται ότι όσο περισσότερο γνωρίζεις έναν άνθρωπο, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα παρεξήγησης”.
Το sample που εισάγει το ομότιτλο τραγούδι του άλμπουμ προέρχεται από την βρετανική ταινία τρόμου “Night of the Demon” του 1957, και ακούγεται η φωνή του ηθοποιού Maurice Denham να φωνάζει “είναι στα δέντρα, έρχεται!” . Το θέμα της ταινίας (το ταξίδι ενός Αμερικανού ψυχολόγου στην Αγγλία για να ερευνήσει μια σατανική λατρεία που προκάλεσε θανάτους) δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με το περιεχόμενο του τραγουδιού, πέρα από την έννοια της καταδίωξης. Το συγκεκριμένο δραματικό ηχητικό απόσπασμα ταιριάζει σαν εντύπωση στα λαγωνικά της αγάπης που κυνηγούν τον πρωταγωνιστή, καθώς το τραγούδι στην πραγματικότητα αναφέρεται στον φόβο να ερωτευτείς.
Η επιμονή αυτού του ρυθμού που επιτέλους πια η Bush μοιάζει να απολαμβάνει και να εξουσιάζει για τη δική της υπερβατική art pop, κινεί και τη γιορτή της δύναμης της φύσης στο “The Big Sky”. Το χαμένο παιδί που κάποτε καθόταν στο λόφο και ανακάλυπτε σχήματα στα σύννεφα που άλλαζαν, επιστρέφει να προσφέρει τις αυτονόητες χαμένες απολαύσεις στον κυνικό ενήλικα. “Ίσως οι ανόητοι στους λόφους να είναι οι σοφοί”.
Οι περίεργοι ήχοι συντροφιά με το κόντρα μπάσο του Eberhard Weber, τρυπούν εκκεντρικά το “Mother Stands For Comfort”, καθώς το τραγούδι μιλά για μια ιδιαίτερη περίπτωση αγάπης, την αγάπη της μητέρας. Αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση, έχουμε να κάνουμε με την αγάπη της μητέρας ενός δολοφόνου που είναι έτοιμη και πρόθυμη να κάνει τα πάντα για να προστατέψει τον γιό της από οποιονδήποτε και οτιδήποτε.
Το εκπληκτικό “Cloudbusting”, ένα σχεδόν εμβατηριακό αριστούργημα κλείνει το πρώτο μέρος του δίσκου. Η έμπνευση γι’ αυτό είχε ξεπηδήσει εννέα χρόνια νωρίτερα, όταν είχε διαβάσει το βιβλίο απομνημονευμάτων του Peter Reich, γιου του Αυστριακού ψυχαναλυτή Wilhelm Reich, με τίτλο “Book of Dreams”. Η ιστορία γραμμένη μέσα από τα μάτια του παιδιού και της ζωής με τον πατέρα του, που σήμαινε τα πάντα γι’ αυτόν, το αντίστοιχο κλασικό πια βίντεο του τραγουδιού με το μηχάνημα που είχε κατασκευάσει ο πατέρας του και προκαλούσε βροχή, και η αμφισβήτηση και τιμωρία, ζωντανεύουν ένα πολύ φορτισμένο και μελαγχολικό τραγούδι.
Το δεύτερο μέρος του δίσκου είναι μια άλλη μουσική σουίτα σε επτά μέρη, με τον τίτλο “The Ninth Wave”. Περιγράφει τις σκέψεις μιας γυναίκας που επιπλέει στη θάλασσα και δεν ξέρει αν θα επιβιώσει. Αποτέλεσε μια εντελώς νέα πρόκληση για την ίδια και την κατοχύρωσε ανάμεσα στους κορυφαίους δημιουργούς της εποχής της. Η Bush επικαλείται πολλές υφές για να ζωντανέψει την ιστορία της: με το ύφος των Αρθουριανών ποιημάτων του Alfred Tennyson, βυθίζει τον ακροατή στην αναζήτηση ενός οράματος, στο θάνατο και την αναγέννηση. Η ενέργεια και η απεραντοσύνη της θάλασσας την έκαναν το πιο ελκυστικό σκηνικό.
Στο τρυφερό “And Dream of Sheep” η ηρωίδα της ιστορίας παρασύρεται στον ωκεανό και κάποια στιγμή αποκοιμιέται. Στο “Under Ice” ονειρεύεται πως κάνει πατινάζ σε ένα παγωμένο ποτάμι, μέχρι που βλέπει μια ρωγμή στον πάγο: ξυπνά τρομαγμένη για να συνειδητοποιήσει ότι είναι πραγματικά κάτω από τον πάγο. Το “Waking the Witch” έχει μια περιπετειώδη, δύστροπη εξέλιξη, και ένα πλήθος ήχων, καθώς αναμνήσεις φίλων ξυπνούν τη γυναίκα για να μην πνιγεί. Η εφιαλτική αντήχηση της φωνής ενός μάγου που προσπαθεί να την πνίξει κάνει την ακρόαση τρομακτική.
Η ανακουφιστική ηρεμία του “Watching You Without Me” παρουσιάζει την ηρωίδα να αποζητά την ασφάλεια και την άνεση του σπιτιού και του συντρόφου της, αλλά ο εφιάλτης συνεχίζεται, καθώς ενώ βρίσκεται εκεί μαζί του, αντιλαμβάνεται πως δεν είναι πραγματική και δεν μπορεί να επικοινωνήσει μαζί του. Στο “Jig of Life” ζητά από τον εαυτό της να παλέψει και να μην τα παρατήσει, με τη ηχητική συνοδεία της Ιρλανδικής μουσικής παράδοσης. Το υποβλητικό, αγωνιώδες και μεγαλειώδες “Hello Earth” περιγράφει την αδυναμία της που την οδηγεί σε μια σχεδόν μεταφυσική κατάσταση, να παρακολουθεί την καταιγίδα που αρχικά την παρέσυρε στο νερό να σχηματίζεται στον ουρανό. Μια σχεδόν θρησκευτική υποβολή με τα χορωδιακά μέρη αλλά και τις ενορχηστρώσεις του Michael Kamen οδηγεί σε μια λυτρωτική απελευθέρωση. Το χορωδιακό μέρος του είναι ένα τμήμα από το παραδοσιακό γεωργιανό τραγούδι “Tsinskaro”, και ερμηνεύεται από τους Richard Hickox Singers.
Το “Morning Fog” ολοκληρώνει τη διαδρομή του “The Ninth Wave” με μια αχτίδα ελπίδας. Η ίδια η δημιουργός θεωρεί πως η πρωινή ομίχλη είναι το σύμβολο του φωτός και της ελπίδας, ο υπαινιγμός για ένα νέο ξεκίνημα, και πάντα θεωρούσε πως όταν μπορείς να ελέγξεις το τέλος, πρέπει να υπάρχει κάποιο φως μέσα του.
Τα ετερόκλητα μουσικά στοιχεία του άλμπουμ, σε συνδυασμό με τα θέματα της γυναικείας αγάπης και πάθους, έφεραν τον μάλλον περιττό και συντηρητικό χαρακτηρισμό “post progressive”. Φυσικά η Bush φανερά πειραματίστηκε και ταυτόχρονα φάνηκε να ενστερνίζεται ξεκάθαρα τις ευρωπαϊκές μουσικές παραδόσεις χωρίς ίχνος αμερικανικής επιρροής.
Στις 5 Αυγούστου 1985, ερμήνευσε για πρώτη φορά το νέο single “Running Up That Hill (A Deal with God)” στην τηλεοπτική εκπομπή του Terry Wogan στο BBC1. Το single μπήκε στο UK Singles Chart στο νούμερο εννέα και κατέληξε στο νούμερο τρία, όντας το δεύτερο single της Bush μετά το κορυφαίο πρώτο single της “Wuthering Heights”.
Το πάρτι της κυκλοφορίας του άλμπουμ πραγματοποιήθηκε στο Πλανητάριο του Λονδίνου στις 5 Σεπτεμβρίου 1985. Οι προσκεκλημένοι άκουσαν ολόκληρο το άλμπουμ ενώ παρακολουθούσαν laser show μέσα στο Πλανητάριο. Το “Hounds of Love” κυκλοφόρησε στις 16 Σεπτεμβρίου 1985 και σκαρφάλωσε στην κορυφή στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ ήταν το πρώτο της άλμπουμ που κατάφερε να μπει στο Top 40 των ΗΠΑ. Η δημιουργία της, αναπλαστική, περιγραφική, κινηματογραφική, ιδανικά ενισχυμένη από πολύτιμες λεπτομέρειες, δικαίωσε τις επιλογές και την επιμονή της να έχει τον απόλυτο έλεγχο της δουλειάς της.
Το 2022 επήλθε η ολική επαναφορά για το “Running Up That Hill”, όταν χάρη στην παρουσία του στην cult τηλεοπτική σειρά του Netflix “Stranger Things”, έγινε μεγαλύτερη επιτυχία από ποτέ, σπάζοντας τρία ρεκόρ Γκίνες, αποκαλύπτοντας μια πτυχή της αιώνιας γοητείας της Kate Bush σε ένα νέο κοινό.